Δεν είναι το μόνο μυστήριο που καλείται να λύσει η αρχαιολογία με επιστημονικό τρόπο. Οι Μυκήνες αποτελούν από μόνες τους μυστήριο. Κανείς δεν ξέρει από πού ήρθαν στην Αργολίδα οι πρώτοι κάτοικοι, οι οποίοι, πάντως, ανήκαν σε ελληνικά φύλα.
Ξέρουμε όμως μέχρι πού έφτασαν: μέχρι την κεντρική και βόρεια Ευρώπη (παραδουνάβιες περιοχές, Βαλτική, Καρπάθια) και μέχρι τη Σαρδηνία και την Κάτω Ιταλία, αλλά και την Αίγυπτο, τη μικρασιατική ακτή, τη Μεσοποταμία σε αναζήτηση πρώτων υλών και αγορών. Μάλιστα, αυτοί οι δεινοί έμποροι είχαν συναλλαγές μέχρι τη νότια Αγγλία, όπως διαπιστώνεται και πάλι από τα ευρήματα.
Οι Μυκήνες πριν γίνουν πολύχρυσες ήταν ένας μικρός νεολιθικός οικισμός, (7η έως 4η χιλιετία) από τον οποίο βρέθηκαν λίγα κεραμεικά. Πρώτα αρχιτεκτονικά ίχνη κατοίκησης έχουμε από το 2200 έως το 1900 π.Χ. Από το 1650 έως το 1600 δημιουργήθηκαν οι ταφικοί κύκλοι Β’ και Α’ (όπως ονομάστηκαν από τους πρώτους ανασκαφείς). Ο οικισμός, με στρατηγική θέση ώστε να ελέγχει τα περάσματα, τη γεωργία και την κτηνοτροφία στην Αργολίδα, αναπτύσσεται σιγά σιγά.
Το νεκροταφείο της μεσοελλαδικής περιόδου (1900 – 1600 π.Χ.) δείχνει βαθμιαία αύξηση πληθυσμού και δημιουργία ηγεμονικής δύναμης. «Τέλη του 17ου αιώνα π.Χ., η δύναμη αυτή θα αναλάβει την εξουσία και τον έλεγχο όλης της περιοχής, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα το Αργος, το σημαντικότερο κέντρο της Αργολίδας κατά τη μεσοελλαδική εποχή» σύμφωνα με τη δρα Παπαδημητρίου. Οι Μυκήνες μετατρέπονται σιγά σιγά σε τεράστιο κέντρο στον ελλαδικό χώρο.
Γνωρίζουμε όμως πως ήταν ριψοκίνδυνοι ταξιδιώτες, που αναζήτησαν ευγενή και πολύτιμα μέταλλα στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Επίσης, για να προωθήσουν τα πλούσια αγαθά που προέρχονταν από τη γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως το κρασί, το λάδι και ενδεχομένως τα υφαντά, συνδέθηκαν στενά με τους Μινωίτες. Αυτοί πάλι γνώριζαν καλά τους θαλασσινούς δρόμους προς την Αίγυπτο και είναι πιθανό να τους οδήγησαν προς το ακμαίο Μέσο Βασίλειο.
Ισως εκεί λοιπόν να πλούτισαν οι πρώιμοι Μυκηναίοι, θέτοντας τις πολεμικές τους αρετές στην υπηρεσία της ξενόφερτης στην Αίγυπτο δυναστείας των Υκσώς που κατέλαβε την εξουσία στα μέσα του 17ου αιώνα π.Χ. Και επειδή τίποτε στην ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι τυχαίο ή ξαφνικό, θα πρέπει να δεχτούμε πως οι Μυκηναίοι απέκτησαν σιωπηλά αλλά συστηματικά στη διάρκεια των τριών αιώνων της Μέσης Χαλκοκρατίας τη δύναμη που αντανακλούν τα κτερίσματα των βασιλικών ταφικών περιβόλων. Εξασφάλισαν έτσι για τα γένη τους την πρωτεύουσα θέση, όχι μόνο στην Αργολίδα αλλά και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και έδωσαν το όνομά τους σε ολόκληρο τον σπουδαίο πολιτισμό της Υστερης Εποχής του Χαλκού» (Πηγή: Αλκηστις Παπαδημητρίου)
Εχοντας εκτιμήσει τη σημασία της Κρήτης, με την ύφεση που παρουσιάζεται στο νησί, εγκαθιστούν μυκηναϊκή δυναστεία στην Κνωσό, ελέγχοντας στην ουσία ολόκληρη τη μεγαλόνησο, όπως και την ηπειρωτική χώρα. Στους Ανακτορικούς χρόνους (14ος – 13ος αι. π.Χ.) κατασκευάζονται στις Μυκήνες τα κυκλώπεια τείχη «με τη βοήθεια των γνώσεων των βασιλικών εταίρων από την αυτοκρατορία των Χετταίων» και ιδρύεται το μεγαλοπρεπές ανάκτορο με όλα του τα παραρτήματα.
Ο μύθος που παρουσιάζει ο Στράβων για τους προϊστορικούς Κύκλωπες τους θέλει να έρχονται από τη Λυκία, όπου και το βασίλειο των Χετταίων.
Μέσα στα τείχη ανεγείρεται ανάκτορο, με χώρους άσκησης εξουσίας, κατοίκησης, εργαστήρια, αποθήκες, και επίσης ένα θρησκευτικό κέντρο. «Η άρχουσα τάξη» αναφέρει η κ. Παπαδημητρίου, «εξακολουθεί να ενταφιάζεται με πλούσια κτερίσματα σε θαλαμωτούς ή εντυπωσιακούς μνημειώδεις θολωτούς τάφους».Οι Μυκηναίοι έμποροι «κατακλύζουν με τα προϊόντα τους τις αγορές της Μεσογείου, ενώ οι ηγεμόνες εξακολουθούν να επιδεικνύονται μέσω αντικειμένων, ακραιφνούς μυκηναϊκού ύφους πλέον, από πολύτιμα ή εξωτικά υλικά, τα οποία αναδεικνύουν οι εξειδικευμένοι τεχνίτες των ανακτορικών εργαστηρίων». Η πλούσια παραγωγή απαιτεί οργάνωση, γραφειοκρατία και διαχειριστικό έλεγχο. Λογιστικά στοιχεία καταγράφονται σε πήλινες πινακίδες της πρώιμης ελληνικής Γραμμικής Β΄γραφής.
Oι αναταραχές όμως του 1200 π.X. στη Mικρά Aσία και στην Aνατολική Mεσόγειο και η καταστροφή των εμπορίων τους από επιδρομείς απέκοψαν τις επαφές των Mυκηναίων ανάκτων με τα κυριότερα κέντρα συναλλαγών τους. O 12ος και ο 11ος αι. π.X. είναι για τις Mυκήνες περίοδος οικονομικής συρρίκνωσης και πολιτικής παρακμής, χωρίς όμως γενικές ή, έστω, εκτεταμένες καταστροφές. H ακρόπολη δεν είχε βίαιο τέλος.
Οι Αργείοι τις καταλαμβάνουν το 468 π.Χ., καταστρέφουν καίρια τμήματα της οχύρωσης και εξανδραποδίζουν τους κατοίκους. Μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ., οπότε τις επισκέπτεται ο Παυσανίας, είναι ορατά μονάχα μέρη της οχύρωσης και η Πύλη των Λεόντων. Αυτό το μεγαλειώδες έμβλημα βασιλικής δύναμης και επιβολής θα είναι το αδιαμφισβήτητο τοπόσημο της ένδοξης πόλης που δεν υπήρχε πια, μέχρι τον 19ο αιώνα, οπότε ο Ερρίκος Σλήμαν θα ξεκινήσει τις ανασκαφές.
Πηγη:in.gr