Χωρίς δοξολογίες και δημόσιες εκδηλώσεις γιορτάζεται φέτος του «Αγίου Ανδρέως» η επέτειος. 198 χρόνια πριν υποσταλούν μια για πάντα τα Τούρκικα μπαϊράκια από το Παλαμήδι. Το ρεσάλτο του Μοσχονησιώτη το βράδυ 29-30 Νοεμβρίου 1822, έδωσε τέλος σε μια εποποιία που κράτησε 20 μήνες. Έδωσε τέλος και στο βάσανο της πείνας που μάστιζε τους Τούρκους του Ναυπλίου, κυρίως τα γυναικόπαιδα και λιγότερο την φρουρά.
Οι σκηνές που περιγράφει ο Φωτάκος της έσχατης εξαθλίωσης σοκάρουν ακόμα – όποιον μπει στον κόπο να τις διαβάσει-. Κατέφυγαν ακόμα και στον κανιβαλλισμό… ο Φωτάκος γράφει για ντολμαδάκια από ανθρώπινο κρέας.
Μόλις πάρθηκε το Παλαμήδι, οι Τούρκοι του Ναυπλίου, κατέφυγαν στον Επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο. Τον κρατούσαν, μαζί με πέντε- έξι άλλους, όμηρο από τον Ιούλιο του 1822. Ήθελαν να αποφύγουν τα χειρότερα. Ο Θεοδώρητος τους παρέπεμψε στον Κολοκοτρώνη, που είχε ήδη φτάσει στο Παλαμήδι.
Η επιτροπή αυτή, με τον Θεοδώρητο, είχε μπει στο Ναυπλιο τον Ιούνιο του 1822. Βάσει μιας συμφωνίας θα καταμετρούσε την περιουσία των Οθωμανών και θα μεριμνούσε να μπαρκάρουν σε πλοία και να φύγουν. Περίμεναν από την περιουσία των Τούρκων του Ναυπλίου να χρηματοδοτήσουν την συνέχεια του αγώνα (αν γινόταν, θα γλυτώναμε τον δανεισμό και όλα τα δεινά που ακολούθησαν). Όμως η κάθοδος του Δράμαλη, τον Ιούλιο, χάλασε την συμφωνία και τα μέλη της επιτροπής κρατήθηκαν όμηροι.
Ο Κολοκοτρώνης υπαγόρευσε στους Τούρκους πολύ σκληρούς όρους. Θα άφηναν τα πάντα, εκτός από λίγα ρούχα . Σπίτια, κτήματα, κοσμήματα, νομίσματα, όπλα … όλα θα παραδίνονταν στον Κολοκοτρώνη. Συμφώνησαν για να αποφύγουν τα χειρότερα (δλδ σφάξιμο όπως στην Τρίπολη). Τοποθετήθηκαν έμπιστοι του Κολοκοτρώνη για την καταμέτρηση. Στο τέλος όμως ο απολογισμός ήταν απογοητευτικός. Αιτία ήταν η δράση των μαυραγοριτών.
Στη διάρκεια της πολιορκίας κάποιοι Έλληνες, αντί να πολεμούν για το πάρσιμο του κάστρου, προτιμούσαν να πλησιάζουν τα τείχη και να πουλούν πανάκριβα τρόφιμα στους έγκλειστους. Οι διευθύνοντες την πολιορκία (Νικόλας Σταματελόπουλος και Στάικος Σταϊκόπουλος) τους κυνηγούσαν αμείλικτα. Αλλά, αυτοί μπορούσαν να διασχίζουν κρυφά τον βάλτο και να πλησιάζουν τα τείχη για να ολοκληρώσουν τις επιχειρηματικές τους δοσοληψίες.
Ναι, μεν τα ακίνητα της πόλης που εγκατέλειψαν οι Οθωμανοί μοιράστηκαν στους πρωτεργάτες της πολιορκίας, αλλά η πόλη απέκτησε μια νέα πληθυσμιακή σύνθεση, αμιγώς Ελληνική. Το κεφάλαιο που είχαν συσσωρεύσει με αυτόν τον τρόπο (προδίδοντας τους συμπατριώτες τους και εκμεταλλευόμενοι τον ανθρώπινο πόνο των Τούρκων) επενδυόταν πια μέσα στην πόλη. Ακίνητα άλλαζαν χέρια, μαγαζιά άνοιγαν, ένας πρωτόγονος καπιταλισμός διαμορφωνόταν. Κανένας δεν τους πείραξε.
120 χρόνια μετά, στα χρόνια της Γερμανοϊταλικής κατοχής η μαύρη αγορά εμφανίστηκε και πάλι στην πόλη μας. Θύματα αυτή την φορά Έλληνες και θήτες, δυστυχώς, Έλληνες. Πάλι σπίτια άλλαξαν χέρια για «ένα πιάτο φαί» και στα αρχεία του Ληξιαρχείου εχουν καταγραφεί 52 θάνατοι από πείνα.
Ενδιάμεσα, τον Μάρτιο του 1862, στην διάρκεια της Ναυπλιακής Επανάστασης, για συντομότατο χρονικό διάστημα η πόλη είχε επισιτιστικό πρόβλημα. Αποφεύχθηκαν τα χειρότερα με την απομάκρυνση ενός μέρους κατοίκων.
Άρα η «μαύρη αγορά» έχει διαχρονικά παίξει σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της πόλης μας.
ΥΓ1: Υπάρχει και η θεωρία για «κρυμμένους Τούρκικους θησαυρούς» που συνοδεύει τον θρύλο του «Αράπη» που βγαίνει στα παλιά σπίτια. Έχουν καταγραφεί δύο περιπτώσεις ανακάλυψης, το 1825 και το 1832. Ό,τι έθαψαν τους θησαυρούς τους με την ελπίδα της επανόδου τους, δεν φαίνεται απίθανο, αλλά δεν ξέρουμε πια έκταση είχε πάρει το φαινόμενο αυτό.
ΥΓ2: Η τραγική κατάσταση των Οθωμανών κατοίκων του Ναυπλίου ο 1822, έδωσε το κέντρισμα για κάποια από τα διηγήματα που περιλαμβάνονται στην συλλογή που δημοσίευσα το καλοκαίρι με τίτλο «Οι Οθωμανίδες κυρίες του Ναυπλίου». Η επίσημη παρουσίασή της θα γίνει μετά το τέλος της πανδημίας. Προς το παρόν μπορείτε να το βρείτε σε όλα τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία ή απευθείας στον εκδοτικό οίκο «Πηγή» www.pigi.gr