Πως το έχουν καταφέρει αυτό; Εκμεταλλευόμενες την χρονοκαθυστέρηση των νομοθετών κάθε χώρας να συμβαδίσουν με τις εξελίξεις της τεχνολογίας και να ρυθμίσουν τη νέα εδραιωμένη πραγματικότητα: των πολυεθνικών τεχνολογικών κολοσσών που αντλούν κέρδη από ψηφιακές υπηρεσίες σε μια χώρα, χωρίς να έχουν σ’ αυτήν φορολογική παρουσία.
Aυτό το κενό έρχεται να καλύψει η τροπολογία του ΜέΡΑ25, προτείνοντας μια οριζόντια φορολόγηση 4% επί των μεικτών εσόδων της ψηφιακής επιχείρησης στην Ελληνική επικράτεια. Το ποσό αυτό θα πηγαίνει στη στήριξη ζωτικών δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών αλλά και κλάδων επί των οποίων οι εν λόγω υπερκολοσσοί ντε φάκτο παρασιτούν: στους παραγωγούς πολιτιστικών προϊόντων, όπως η μουσική, ο κινηματογράφος, το θέατρο, ο χορός, το βιβλίο, ο έντυπος Τύπος.
Προλαβαίνοντας τις προσχηματικές αντιρρήσεις που μπορεί να εκφρασθούν εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη, πάντα πρόθυμης να απαλλάξει ισχυρούς μονοπωλιακούς ολιγάρχες από τις υποχρεώσεις τους, τονίζουμε ότι δεν πρωτοτυπούμε: οι περισσότερες χώρες έχουν προχωρήσει σε ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως το ΗΒ, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, ενώ αποτελεί στόχευση νομοθετικής ρύθμισης και για την ίδια Κομισιόν, που αναγνωρίζει το πρόβλημα και κινείται προς την κατεύθυνση της φορολόγησής των ψηφιακών πολυεθνικών κολοσσών. Τονίζουμε ότι σε καμία από αυτές τις χώρες δεν παρουσιάστηκε «τιμωρητική» απόσυρση της δραστηριότητας αυτών των εταιρειών, πολύ απλά γιατί η αξία τους βασίζεται στην όσο γίνεται μεγαλύτερη εξάπλωσή τους. Ούτε βέβαια η Κομισιόν φημίζεται για αρνητική στάση απέναντι στις επενδύσεις. Η φορολογία αυτή είναι ασήμαντη οικονομικά για τις εταιρείες αυτές, αλλά πολύτιμη για μια χώρα που χειμάζεται από την υγειονομική και οικονομική κρίση της πανδημίας και που οι παραγωγοί πνευματικής εργασίας αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα επιβίωσης.
Η τροπολογία αυτή πρέπει να γίνει άμεσα πράξη. Δεν είναι απλώς ένα δημοσιονομικό θέμα. Είναι θέμα ισονομίας, δικαιοσύνης, δημοκρατίας.
Aυτό το κενό έρχεται να καλύψει η τροπολογία του ΜέΡΑ25, προτείνοντας μια οριζόντια φορολόγηση 4% επί των μεικτών εσόδων της ψηφιακής επιχείρησης στην Ελληνική επικράτεια. Το ποσό αυτό θα πηγαίνει στη στήριξη ζωτικών δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών αλλά και κλάδων επί των οποίων οι εν λόγω υπερκολοσσοί ντε φάκτο παρασιτούν: στους παραγωγούς πολιτιστικών προϊόντων, όπως η μουσική, ο κινηματογράφος, το θέατρο, ο χορός, το βιβλίο, ο έντυπος Τύπος.
Προλαβαίνοντας τις προσχηματικές αντιρρήσεις που μπορεί να εκφρασθούν εκ μέρους της κυβέρνησης Μητσοτάκη, πάντα πρόθυμης να απαλλάξει ισχυρούς μονοπωλιακούς ολιγάρχες από τις υποχρεώσεις τους, τονίζουμε ότι δεν πρωτοτυπούμε: οι περισσότερες χώρες έχουν προχωρήσει σε ανάλογες νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως το ΗΒ, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, ενώ αποτελεί στόχευση νομοθετικής ρύθμισης και για την ίδια Κομισιόν, που αναγνωρίζει το πρόβλημα και κινείται προς την κατεύθυνση της φορολόγησής των ψηφιακών πολυεθνικών κολοσσών. Τονίζουμε ότι σε καμία από αυτές τις χώρες δεν παρουσιάστηκε «τιμωρητική» απόσυρση της δραστηριότητας αυτών των εταιρειών, πολύ απλά γιατί η αξία τους βασίζεται στην όσο γίνεται μεγαλύτερη εξάπλωσή τους. Ούτε βέβαια η Κομισιόν φημίζεται για αρνητική στάση απέναντι στις επενδύσεις. Η φορολογία αυτή είναι ασήμαντη οικονομικά για τις εταιρείες αυτές, αλλά πολύτιμη για μια χώρα που χειμάζεται από την υγειονομική και οικονομική κρίση της πανδημίας και που οι παραγωγοί πνευματικής εργασίας αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα επιβίωσης.
Η τροπολογία αυτή πρέπει να γίνει άμεσα πράξη. Δεν είναι απλώς ένα δημοσιονομικό θέμα. Είναι θέμα ισονομίας, δικαιοσύνης, δημοκρατίας.