Δύο Ιερείς από την Μητρόπολη της Αργολίδας, πατέρας και γιος, ξεκίνησαν και πάλι να τελούν τις Ιερές Ακολουθίες από στούντιο που δημιούργησαν οι ίδιοι μέσα στο σπίτι τους στη Νέα Κίο Αργολίδας από τον καιρό του πρώτου lockdown που έφερε η πανδημία του κορωνοϊού.
Πρόκειται για τους Ιερείς, πρωτοπρεσβύτερο π. Δημοσθένη Γάτσιο και π. Ηλία Γάτσιο, εφημέριοι και οι δύο στους Ιερούς ναούς Αγίας Ειρήνης και Θεομάνας της Νέας Κίου του Δήμου Άργους Μυκηνών, μιας προσφυγικής κωμόπολης με όλους τους κατοίκους να έχουν καταγωγή από την Κίο της Μικράς Ασίας απόγονοι προσφύγων και οι ίδιοι.
Μέσα από ένα στούντιο ηχοληψίας που έφτιαξε ο π. Ηλίας στο σπίτι που μένουν στη Νέα Κίο, μεταδίδουν τον εσπερινό και τις παρακλήσεις μέσω Ιντερνέτ στους ακροατές τους.
Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ
Ο Άγιος Σάββας καταγόταν από το χωριό Μουταλάσκη της Καππαδοκίας και ήταν γιος ευσεβών γονέων, του Ιωάννη και της Σοφίας .
Ο Άγιος Σάββας καταγόταν από το χωριό Μουταλάσκη της Καππαδοκίας και ήταν γιος ευσεβών γονέων, του Ιωάννη και της Σοφίας .
Από πολύ νωρίς γνώρισε τις θείες βουλές και αποφάσισε να αφιερωθεί στο μοναστικό βίο. Είχε τόση πίστη που κάποτε μπήκε σε ένα κλίβανο πυρός από τον οποίο βγήκε αβλαβής με τη βοήθεια του Θεού.
Όταν ήταν δεκαοχτώ ετών έφυγε από το μοναστήρι των Φλαβιανών και πήγε στα Ιεροσόλυμα. Από εκεί κατευθύνθηκε προς την έρημο της Ανατολής για να συναντήσει τον Μέγα Ευθύμιο.
Ο Άγιος Σάββας κατά την παραμονή του στο κοινόβιο έλαμψε λόγω του χαρακτήρα του και των αρετών του. Μάλιστα ήταν τόσο σοβαρός και ηθικός - παρά το νεαρόν της ηλικίας - που προσαγορεύτηκε παιδαριογέροντας από τον Μέγα Ευθύμιο.
Ο Άγιος Σάββας όσο μεγάλωνε τροφοδοτούσε όλο και περισσότερο το πνεύμα του, γι' αυτό και τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Το χάρισμα αυτό το επιστράτευσε στην υπηρεσία των φτωχών και των ασθενών και έτσι επιτέλεσε σημαντικότατα έργα.
Για την αγιότητα της ζωής του και για τη μεγάλη του φήμη, είχε σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων δυο φορές πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, προς το βασιλιά Αναστάσιο και έπειτα προς τον Ιουστινιανό.
Σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών, το 534 μ.Χ., ανήλθε προς Κύριον εν ειρήνη. Το 584 μ.Χ., το Λείψανο του Αγίου Σάββα ανακομίσθηκε αδιάφθορο όταν ανοίχθηκε ο τάφος του για να ενταφιαστεί ο Ηγούμενος Κασσιανός. Αρχικά διαφυλάχθηκε στη Μονή του και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, κατά την περίοδο των Αραβικών επιδρομών.
Για τον χρόνο άφιξης του στη Βενετία επικρατούν δύο παραδόσεις. Σύμφωνα με την πρώτη το Λείψανο είχε μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου το 1026 μ.Χ. το έκλεψε ο Βενετός ευγενής Πέτρος Centranico (έπειτα Δόγης, 1026 - 1031 μ.Χ.), επί των ημερών του Δόγη Tribunio Menio (982 - 1026 μ.Χ.), το μετέφερε στη Βενετία και το κατέθεσε στο Ναό του Αγίου Αντωνίνου.
Κατά την δεύτερη παράδοση το Λείψανο δεν μεταφέρθηκε ποτέ στην Κωνσταντινούπολη, αλλά διαφυλάχθηκε στον Άγιο Ιωάννη της Άκρας, απ’ όπου μεταφέρθηκε από τούς Γενουάτες στην ανταγωνίστρια της Βενετίας πόλη τους. το 1257 μ.Χ. οι Βενετοί πέτυχαν να μεταφέρουν το Λείψανο στη Βενετία.
Η παρουσία του Λειψάνου του Αγίου Σάββα στη Βενετία επιβεβαιώνεται από την σχετική ομολογία του Σαββαΐτου Μοναχού Σωφρονίου στον Μητροπολίτη Ρωσίας Άγιο Μακάριο, το 1547 μ.Χ.
Το 1965 μ.Χ., μετά από ενέργειες του Πατριάρχου Βενεδίκτου, η ρωμαιοκαθολική Εκκλησία επέστρεψε το Λείψανο στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και φυλάσσεται έκτοτε στη Μονή του.