Μελέτες αποκάλυψαν πως πολλά από τα ψαριά που καταναλώνουμε έχουν λανθασμένη σήμανση ή είναι χαρακτηρισμένα ως διαφορετικά είδη. Μια ανάλυση σε 44 διεθνείς μελέτες έδειξε ότι σχεδόν το 40% από 9.000 προϊόντα σε εστιατόρια, ψαραγορές και ιχθυοπωλεία είχαν λανθασμένη σήμανση. Τι συμβαίνει στην χώρα μας.
Μια ανάλυση του Guardian σε 44 πρόσφατες μελέτες με περισσότερα από 9.000 δείγματα θαλασσινών από εστιατόρια, ιχθυοπώλες και σούπερ μάρκετ σε περισσότερες από 30 χώρες έδειξε ότι σε ποσοστό 36% είχαν λανθασμένη σήμανση, αποδεικνύοντας την ύπαρξη απάτης σε μεγάλη κλίμακα παγκοσμίως.
Πολλές από τις μελέτες χρησιμοποίησαν σχετικά νέες τεχνικές ανάλυσης DNA. Σε μια σύγκριση πωλήσεων ψαριών από ιχθυοπωλεία, σούπερ μάρκετ και εστιατόρια στον Καναδά, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σιγκαπούρη, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, οι ερευνητές διαπίστωσαν εσφαλμένη σήμανση σε ποσοστό περίπου 40% των ψαριών που ελέγχθηκαν. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά παρουσιάστηκε εσφαλμένη σήμανση σε ποσοστό 55%, το υψηλότερο σε αυτή τη μελέτη, και ακολουθούν οι ΗΠΑ με ποσοστό 38%.
Μερικές φορές τα ψάρια ήταν χαρακτηρισμένα ως διαφορετικά είδη της ίδιας οικογένειας. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, το 48% των δειγμάτων με την ένδειξη «βασιλικά χτένια», ήταν στην πραγματικότητα τα όχι τόσο αγαπητά «ιαπωνικά χτένια». Από τα 130 φιλέτα καρχαρία που αγοράστηκαν από ιταλικές αγορές ψαριών και ιχθυοπώλες, οι ερευνητές διαπίστωσαν εσφαλμένη σήμανση σε ποσοστό 45%. Στη θέση εκείνων, που εκτιμούν περισσότερο οι ιταλοί καταναλωτές, είχαν πωληθεί φθηνότερα και μη δημοφιλή είδη καρχαρία.
Aλλα υποκατάστατα ήταν απειλούμενα ή ευάλωτα είδη. Σε μια μελέτη του 2018, σχεδόν το 70% των δειγμάτων από ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο, που πωλήθηκαν ως «snappers», ήταν ψάρια (από τον εκπληκτικό αριθμό) 38 διαφορετικών ειδών (Λουτιανίδες, με ένα από τα πιο γνωστά το κοκκινόψαρο), συμπεριλαμβανομένων πολλών ειδών που ζουν σε ύφαλο τα οποία πιθανώς απειλούνται από την υποβάθμιση του οικοσυστήματός τους και την υπεραλίευση.
Αλλα δείγματα αποδείχθηκε ότι δεν ήταν καν θαλασσινά: συχνά οι κροκέτες γαρίδας, για παράδειγμα, που πωλούνται στη Σιγκαπούρη, περιείχαν χοιρινό και δεν είχαν καν ίχνος γαρίδας.
Οι απάτες στα ψάρια είναι εδώ και πολύ καιρό ένα γνωστό πρόβλημα παγκοσμίως. Τα θαλασσινά συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο εμπορεύσιμων ειδών διατροφής διεθνώς, και συχνά μέσω πολύπλοκων και αδιαφανών αλυσίδων εφοδιασμού, είναι πολύ ευάλωτα σε εσφαλμένη σήμανση. Μεγάλο μέρος των αλιευμάτων παγκοσμίως μεταφορτώνεται από τα αλιευτικά σκάφη σε άλλα τεράστια πλοία για μεταποίηση, και εκεί συνήθως γίνεται η εσφαλμένη σήμανση, η οποία είναι σχετικά εύκολη και επικερδής.
Υπάρχουν «πολλές ευκαιρίες κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού» για ψευδή σήμανση ψαριών χαμηλής αξίας ως είδη υψηλής αξίας ή ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας ως άγρια, λέει η Μπέθ Λόουελ, αναπληρώτρια αντιπρόεδρος για τις εκστρατείες στις ΗΠΑ της Oceana (ο μεγαλύτερος διεθνής μη-κερδοσκοπικός οργανισμός για την προστασία των ωκεανών). Η μία μελέτη μετά την άλλη διαπίστωσε ότι η εσφαλμένη σήμανση είναι συχνή παντού, λέει η Λόουελ.
Ωστόσο, υπάρχουν μελέτες, που αμφισβητούνται, διότι μερικές φορές εστιάζουν σε είδη που είναι γνωστό ότι είναι προβληματικά. Και άρα θα ήταν ανακριβές να συμπεράνουμε ότι το 36% όλων των θαλασσινών παγκοσμίως φέρει λάθος σήμανση. Οι μελέτες χρησιμοποιούν επίσης διαφορετικές μεθοδολογίες και δείγματα. Ούτε τα ψάρια φέρουν πάντα λάθος σήμανση, σκόπιμα. Ωστόσο στη μεγάλη τους πλειοψηφία τα υποκατάστατα ήταν φθηνότερα ψάρια, που αντικαθιστούσαν ακριβά ψάρια, υποδηλώνοντας απάτη και όχι απροσεξία.
Tι μας σερβίρουν στα εστιατόρια
Το πρόβλημα φαίνεται ότι είναι πιο έντονο στα εστιατόρια. Περισσότεροι από 100 επιστήμονες συμμετείχαν σε μία μελέτη, που αντιπροσωπεύει την πρώτη απόπειρα μεγάλης κλίμακας να γίνει έλεγχος εσφαλμένης σήμανσης σε ευρωπαϊκά εστιατόρια.
Οι ερευνητές συνέλεξαν κρυφά, δείγματα θαλασσινών από 180 εστιατόρια σε 23 χώρες, και έστειλαν σε ένα εργαστήριο 283 δείγματα, μαζί με την περιγραφή του μενού, την ημερομηνία, την τιμή, το όνομα και τη διεύθυνση του εστιατορίου. Το DNA κάθε δείγματος αναλύθηκε για την αναγνώριση του είδους και στη συνέχεια συγκρίθηκε με τα ονόματα στο μενού. Ένα στα τρία εστιατόρια είχε πουλήσει θαλασσινά με λάθος σήμανση.
Τα υψηλότερα ποσοστά εστιατορίων, που είχαν εσφαλμένη σήμανση -κυμαίνονται από 40% έως 50%- ήταν στην Ισπανία, την Ισλανδία, τη Φινλανδία και τη Γερμανία. Ψάρια όπως ο ροφός (dusky grouper ή Epinephelus marginatus) και η σαλιάρα ή ψευδολίτσα (butterfish) ήταν μεταξύ των ειδών που συχνά είχαν λανθασμένη σήμανση, ενώ υπήρχε 50% πιθανότητα οι πελάτες, που είχαν παραγγείλει πέρκα (pikeperch), γλώσσα (sole), ερυθρό τόνο (bluefin) και κιτρινόπτερο τόνο (yellowfin), να έφαγαν κάτι άλλο.
Μερικές φορές τα ψάρια αντικαθίστανται με παρόμοια είδη, για παράδειγμα ένας τύπος τόνου με έναν άλλο. Συχνά, ωστόσο, αντικαθίστανται με εντελώς διαφορετικά είδη.
Ενα πολύ συνηθισμένο υποκατάστατο για απάτη είναι το λιγότερο γνωστό και φθηνότερο παγκάσιους ή γατόψαρο ή πανγκάσιους (Pangasius ή Shark Catfish). Αυτό το ψάρι καλλιεργείται ευρέως στο Βιετνάμ και την Καμπότζη και έχει παρόμοια γεύση και υφή με άλλα λευκά ψάρια, όπως ο γάδος, η γλώσσα και ο μπακαλιάρος.
Αλλες αντικαταστάσεις είναι πιο ανησυχητικές. Για παράδειγμα, προϊόντα ανάμεικτων θαλασσινών όπως κροκέτες γαρίδας που αγοράστηκαν στις αγορές της Σιγκαπούρης κατέγραψαν ποσοστό εσφαλμένης σήμανσης 38,5%. Σύμφωνα με τους ερευνητές, σε πολλές περιπτώσεις, οι κροκέτες γαρίδας περιείχαν DNA χοίρου.
Στην Κίνα, ελέγχθηκαν 153 προϊόντα φιλέτου ψητού ψαριού από 30 εμπορικές μάρκες, που αγοράστηκαν σε τοπικές αγορές, και αποκαλύφθηκε «ένα ανησυχητικό ποσοστό παραπλανητικής σήμανσης σε τουλάχιστον 58%». Μάλιστα ορισμένα φιλέτα ήταν από το θανατηφόρο είδος του λαγοκέφαλου (pufferfish ή Lagocephalus sceleratus).
Τα υποκατάστατα των ψαριών μπορούν να είναι επικίνδυνα για την υγεία. Για παράδειγμα το Escolar, που συχνά υποκαθιστά ορισμένες ποικιλίες τόνου, είναι ένα λιπαρό ψάρι, το οποίο είναι δύσκολο να αφομοιωθεί από τον οργανισμό. Ακόμη, κάποια υποκατάστατα έχουν παράσιτα, που μπορεί να απειλήσουν την υγεία ενώ άλλα είναι λιγότερο θρεπτικά: το τιλάπια (ψάρι κυρίως του γλυκού νερού), για παράδειγμα, είναι λιγότερο θρεπτικό από το κοκκινόψαρο (red snapper), το οποίο αντικαθιστά συνήθως, και έχει λιγότερα Ωμέγα-3 πολυακόρεστα λιπαρα οξέα.
Η Oceana, η οποία διενήργησε 20 δικές της έρευνες για εσφαλμένη σήμανση, το 2016 έκανε επίσης μια αξιολόγηση σε 200 μελέτες από 55 χώρες. Εδειξαν ότι κατά, μέσον όρο, ένα στα πέντε ψάρια από ιχθυοπωλεία, σούπερ μάρκετ και εστιατόρια φέρουν λανθασμένη σήμανση.
Και η κατάσταση δεν φαίνεται να βελτιώνεται. Το 2019, η Oceana διαπίστωσε ότι το 47% των δειγμάτων από λιανοπωλητές τροφίμων και εστιατόρια σε έξι πόλεις του Καναδά είχαν λανθασμένη σήμανση.
Υπάρχει σημαντικό οικονομικό κίνητρο πίσω από την πώληση φθηνών ψαριών στη θέση των πιο δημοφιλών και ακριβών ειδών, και κερδίζονται ακόμη περισσότερα χρήματα από το «ξέπλυμα» παράνομα αλιευμένων ψαριών, λέει ο οικονομολόγος Ρασίντ Σουμάιλα, καθηγητής στο Ινστιτούτο Ωκεανών και Αλιείας στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας, στον Καναδά.
Σε μια μελέτη του 2020,ο Σουμάιλα υπολόγισε ότι κάθε χρόνο αλιεύονται παράνομα από 8 εκατ. έως 14 εκατ. τόνοι ψαριών. Από την άποψη του βάρους «είναι σαν κλέβονται περίπου 15 με 20 εκατ. αγελάδες κάθε χρόνο», είπε.
Το «ξέπλυμα ψαριών» συνδέεται συχνά με παράνομα, λαθραία και μη ρυθμιζόμενα (IUU) αλιεύματα, προερχόμενα από μεγάλους στόλους πλοίων με ξένη σημαία, που δρουν στα ανοικτά των ακτών της Αφρικής, της Ασίας και της Νότιας Αμερικής. Συχνά, παράνομα αλιεύματα μεταφορτώνονται σε μεγαλύτερα σκάφη όπου γίνεται η μεταποίηση, και σχετικά μυστικά η εσφαλμένη σήμανση και η ανάμιξη νόμιμων και παράνομων ψαριών. Ο κίνδυνος σύλληψης είναι χαμηλός, επειδή δεν υπάρχει παρακολούθηση και διαφάνεια κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού. «Οι άνθρωποι μπορούν να βγάλουν πολλά χρήματα από αυτό», λέει ο Σουμάιλα.
Ωστόσο κάποιοι άλλοι χάνουν. Η μελέτη του Σουμάιλα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η νομιμοποίηση εσόδων από την πώληση φθηνότερων ψαριών οδηγεί σε απώλειες 26 δις – 50 δισ. δολαρίων ετησίως, καθώς παράνομα ή με ψευδή σήμανση ψάρια, υποσκάπτουν τη νόμιμη βιομηχανία, καθιστώντας δύσκολο τον ανταγωνισμό για τους έντιμους παίκτες. «Είναι πολύ διαβρωτικό», δήλωσε ο καθηγητής του καναδικού πανεπιστημίου. «Αν δεν σταματήσει αυτό, η παράνομη αλιεία θα συνεχίσει να αυξάνεται».
Τα συνηθέστερα «κόλπα» στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα ο κίνδυνος εξαπάτησης δεν είναι τόσο μεγάλος όσο σε άλλες χώρες, λέει στο Protagon ο ιχθυοπώλης Στρατής Μπουρνούς, ιδιοκτήτης της επιχείρησης Μυτιληνιός: «Στο εξωτερικό, το 80% των ψαριών πωλούνται σε μορφή φιλέτου, οπότε είναι πιο εύκολο να παραπλανήσει κανείς το κοινό. Αντίθετα, στη χώρα μας οι καταναλωτές διαλέγουν ολόκληρα ψάρια και ή τα αφήνουν για καθάρισμα ή τα καθαρίζουν οι ίδιοι στο σπίτι, οπότε δεν είναι εύκολη η εξαπάτηση σε αυτό το επίπεδο».
Ωστόσο, απάτες γίνονται και εδώ, κατ’ αρχάς σε προϊόντα μεταποιημένα και συσκευασμένα που εισάγονται από το εξωτερικό. Για παράδειγμα, σε συσκευασία με κροκέτες γαρίδας μπορεί να αναγράφεται ότι το προϊόν περιέχει 30% γαρίδα αλλά να μην αναφέρει τι είναι το υπόλοιπο 70% (οπότε μπορεί να είναι ακόμη και χοιρινό, όπως ανιχνεύτηκε από ερευνητές σε προϊόντα της Σιγκαπούρης!).
Ακόμη, πιο συχνά σε τουριστικές περιοχές, μπορεί να νομίζει κανείς ότι τρώει πελαγίσιο λαβράκι ή τσιπούρα αλλά να είναι υδατοκαλλιέργειας. Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα παραγωγής (μας ξεπέρασε πρόσφατα η Τουρκία) σε λαβράκι και τσιπούρα. Ακολουθούν η Ιταλία και η Ισπανία.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι οι ελληνοποιήσεις ψαριών, που προέρχονται από ξένα ύδατα και η σήμανση ψαριών υδατοκαλλιέργειας ως πελαγίσια (άγρια). Μπορεί για παράδειγμα, μια συναγρίδα ή ένα φαγκρί να έχει αλιευτεί στο Μαρόκο και να πουλιέται σαν πελαγίσιο ψάρι του Αιγαίου.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, ο νόμος μας δίνει το δικαίωμα να γνωρίζουμε το πλήρες όνομα του προϊόντος που αγοράζουμε (γραμμένο στα λατινικά με τη διεθνή γραφή του), αν αλιεύθηκε ελεύθερα ή όχι και με ποια μέθοδο (καλάμι, παραγάδι, ανεμότρατα, κλπ) και την περιοχή αλιείας (ζώνη FAO), ή, προερχόμενο από υδατοκαλλιέργεια, αν είναι φρέσκο ή κατεψυγμένο το είδος της εκτροφής του. Αν αυτές οι πληροφορίες δεν φαίνονται, ρωτάμε. Και αν δεν πάρουμε απάντηση, δεν αγοράζουμε… Τόσο απλά.
O αριθμός FAO έχει οριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), που έχει ταξινομήσει τις θάλασσες σε ζώνες, και δείχνει την περιοχή απ’ όπου αλιεύθηκε ένα ψάρι. Είναι υποχρεωτικό λοιπόν να αναγράφεται σε ταμπέλα όχι μόνο η ζώνη FAO αλλά και η υποκατηγορία. Για παράδειγμα FAO 37 είναι η Μεσόγειος, FAO 37.3.1 είναι το Αιγαίο και FAO 37.3.2 το Ιόνιο.
Εκτός όμως, από την ιχνηλάτηση, είναι απαραίτητο να ελέγχεται πόσο κατάλληλα για κατανάλωση είναι τα προϊόντα, με εργαστηριακούς ελέγχους του DNA και του μικροβιακού φορτίου τους.
Τέλος, διαλέγοντας ψάρια, είναι σημαντικό να προσέχουμε πάντα το μέγεθος και την εποχικότητα.
Δείτε εδώ τον Οδηγό Υπεύθυνης Κατανάλωσης Ψαρικών του WWF: fishguide.wwf.gr
Πηγή: protagon.gr
Φώτο ΑΠΕ ΜΠΕ