Αισθανόμαστε την ανάγκη να εκφράσουμε τον θεολογικό προβληματισμό των μελών της Ενώσεώς μας, για το θέμα της μετακίνησης της ημέρας και της ώρας του εορτασμού της Αναστάσεως, από την Κυριακή (ώρα 00.00), στο Σάββατο (ώρα 21.00 - κατά τρεις ώρες ενωρίτερα).
Με την ανακοίνωση των θέσεών μας, δεν επιδιώκουμε να επιρρίψουμε ευθύνες σε κανέναν, αλλά, απλώς, να καταθέσουμε τις θέσεις της Ορθόδοξης Θεολογίας που υπηρετούμε και διδάσκουμε, ως προς την παραβίαση της κανονικής και λειτουργικής τάξεως της ορθοδόξου Εκκλησίας μας, κατά τον φετινό εορτασμό της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, του Κυρίου και Θεού μας.
Χωρίς να είμαστε αντίθετοι στα υγειονομικά μέτρα της Πολιτείας, θεωρούμε ότι η μετακίνηση του καθιερωμένου, από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), εορτασμού της Αγίας Αναστάσεως, από την Κυριακή, την Ημέρα του Κυρίου, στο Μεγάλο Σάββατο, θα έχει μηδαμινό όφελος, από υγειονομικής πλευράς, θα προξενήσει, όμως, μέγιστη πνευματική ζημία στις συνειδήσεις των Ορθοδόξων πιστών της χώρας μας, που αποτελούν την μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών.
Η ρύθμιση και διατήρηση της εορτής των εορτών, κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες της Κυριακής και όχι το Σάββατο, δεν καθορίστηκε τυχαία από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αλλά, επειδή έτσι η Εκκλησία μας παρέμεινε και παραμένει πιστή στα θεολογικά κείμενα της Αγίας Γραφής και της Ιερἀς Παραδόσεώς μας.
Από πλευράς εκκλησιαστικής και κανονικής τάξεως, δεν δικαιολογείται ουδείς και για οιονδήποτε λόγο, να αλλάζει, κατά το δοκούν, την ορισθείσα, με θεία σοφία εδώ και αιώνες, κανονική και λειτουργική τάξη της Εκκλησίας. Επίσης, δεν επιτρέπονται παρερμηνείες και αλλαγές στη λειτουργική ζωή, διότι, αυτές, πέρα από το γεγονός ότι θεωρούνται ασέβεια, σκανδαλίζουν το λαϊκό ορθόδοξο αίσθημα, που συνδέεται με την πίστη και την ευσέβεια του ελληνικού λαού.
Όλα τα σχετικά κείμενα της Καινής Διαθήκης αναφέρουν ότι το Μέγιστο Θαύμα του Χριστιανισμού, η Αγία Ανάσταση του Χριστού, αναγγέλθηκε από τις Μυροφόρες στους Αποστόλους, κατά παραγγελία του Αγγέλου, τα χαράματα της Κυριακής: «λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων» (Μάρκ. 16, 1-8) - (Ματθ. 28, 1-8), «τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος» (Λουκ. 24, 1-8) - (Ιω. 20, 1-2).
Η παραμονή του Χριστού στον τάφο και στον Άδη διήρκεσε τρεις ημέρες: Την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή, την ημέρα, κατά την οποία και αναστήθηκε ο Κύριος και γι’ αυτό η Έγερσή του ονομάζεται «Τριήμερος Έγερσις» ή «Τριήμερος Ανάστασις» σε όλα τα λατρευτικά μας κείμενα.
Η ημέρα και η ώρα του εορτασμού της Λαμπρής, επομένως, σύμφωνα με την Πατερική Παράδοση, έπρεπε να τηρηθεί και φέτος, χωρίς παρεμβάσεις και αλλαγές. Διότι, τελικά, τι είναι πιο σημαντικό, η Ανάσταση του Χριστού ή η τήρηση της Κ.Υ.Α; Μπορεί δηλαδή να αλλάξει ώρα η τελετή της Ανάστασης του Κυρίου και Θεού μας αλλά δεν μπορεί να αλλάξει η Κ.Υ.Α;
Ο λόγος της τηρήσεως των μέτρων, λόγω του κινδύνου μεταδόσεως του ιού, που προβάλλεται, ουσιαστικά δεν ισχύει, διότι οι Χριστιανοί έχουν δείξει έως τώρα ότι είναι ευπειθείς και τηρούν, χωρίς παρεκτροπές, τα μέτρα προφυλάξεως.
Η άνευ σοβαρού λόγου, επομένως, επιβολή του εορτασμού, το Σάββατο και όχι την Κυριακή, την πραγματική εόρτιον ημέρα, που ορίζει το λειτουργικό τυπικό της Εκκλησίας, παραβιάζει την διά του Αποστόλου Παύλου διδασκαλία της Εκκλησίας, ο οποίος παραγγέλλει: «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Όλα να γίνονται με κοσμιότητα, με ευπρέπεια και με τάξη) - (Α΄ Κορ. 14, 40) και «Στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι' ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Στέκεστε σταθεροί, και κρατάτε τις παραδόσεις που διδαχτήκατε είτε με λόγο είτε με επιστολή μας) – (Β΄ Θεσ. Β' 2, 15).
Την τριήμερη Ανάστασή Του είχε προαναγγείλει στους μαθητές του ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, λέγοντας ότι θα σταυρωθεί, αλλά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί: «᾿Απὸ τότε ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν ἀπελθεῖν εἰς ῾Ιεροσόλυμα καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι.» (Ματθ. 16, 21).
Το Σύμβολο της Πίστεώς μας, επίσης, έργο των θεοφόρων και θεοπνεύστων Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, το οποίο, μάλιστα, αναγιγνώσκεται τόσο σε όλες τις Λειτουργίες και τις Εορτές του έτους, όσο και τρεις φορές, κατά την τέλεση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος αναφέρει: «Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα καὶ ταφέντα. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς».
Θεολογικοί λόγοι, επομένως, δεν υπάρχουν για να στηρίξουν αυτήν την αλλαγή, αλλά το ακριβώς αντίθετο για να την αποτρέψουν.
Η αποφασισθείσα μεταφορά της ημέρας και κατ’ επέκταση και της ώρας του εορτασμού της Αναστάσεως δείχνει αταξία, και παρακοή έναντι της Λατρευτικής κανονικότητας της Εκκλησίας του Χριστού, αλλά, όμως πλήρη υπακοή και προσαρμογή στα μέτρα του Καίσαρος.
Στο πλαίσιο αυτό, αλγεινή εντύπωση, επίσης, προκαλεί η παράλειψη, από την Ακολουθία του Αναστάσιμου Εορτασμού, του ωραιότερου Όρθρου της Λατρείας μας, που είναι ο Όρθρος της Αναστάσεως, προκειμένου να μην παραβιαστεί το ωράριο απαγόρευσης της κυκλοφορίας!
Πιστεύουμε ότι, εάν υπήρχε καλή θέληση και πρόθεση, θα μπορούσε να βρεθεί τρόπος συνεννόησης, για να γίνουν σεβαστά αμφότερα, δηλαδή τόσο ο πατροπαράδοτος εορτασμός της Ανάστασης όσο και η εφαρμογή των προληπτικών και περιοριστικών μέτρων για τη μόλυνση με τον ιό.
Ο σεβασμός της εκκλησιαστικής παράδοσης και η μέριμνα για την τήρησή της θεωρούμε ότι αποτελεί καθήκον και υποχρέωση όχι μόνο των μελών της Εκκλησίας αλλά και των δημοκρατικά εκλεγμένων πολιτικών αρχών.
Δεν γνωρίζουμε, εάν η Πολιτεία ενημερώθηκε για τις συνέπειες των προβλημάτων, που δημιουργεί η άκαμπτη στάση της για ό, τι αποτελεί το ιερότερο και σημαντικότερο γεγονός της Εκκλησίας μας, την Ανάσταση του Χριστού.
Αυτό που γνωρίζουμε καλώς είναι ότι θα έπρεπε να έχει υποχωρήσει, χάριν της Αναστάσεως και να αλλάξει εκείνη τα δικά της μέτρα, που, έτσι και αλλιώς, είναι προσωρινά και να αποφύγει την, εξ αιτίας των περιοριστικών της μέτρων, αλλαγή των, εδώ και 17 αιώνες, θεσπισθέντων της Ορθοδοξίας από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια 325 μ. Χ.) για τον εορτασμό της Θείας Αναστάσεως.
Άλλωστε, όταν όλοι γνωρίζουμε πως η Πολιτεία έχει κάνει μέχρι σήμερα, τόσες και τόσες φορές υποχωρήσεις και στραβά μάτια, έναντι άλλων φορέων, θεωρούμε πως η αναστολή και η παράταση των διατάξεων κυκλοφορίας, κατά ελάχιστες ώρες, έως και τις 02.00, το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, δεν επρόκειτο να δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα.
Όμως, πρόβλημα συνειδήσεως και οντολογική απογοήτευση δημιουργεί η επιβολή της αλλαγής και η μη εύκαμπτη στάση της Πολιτείας, απέναντι στα θεσπέσια της Εκκλησίας, καθότι η Ανάσταση αποτελεί την κορυφαία στιγμή της Θείας Αποκαλύψεως, που είναι εκείνη που, κατ’ ουσία, διαφοροποιεί τον Χριστιανισμό από όλες τις θρησκείες.
Θα θέλαμε, λοιπόν, με όλο τον σεβασμό μας, να ζητήσουμε από εκείνους που αποφάσισαν αυτήν την αλλαγή, να κάνουν μία ακόμη προσπάθεια, προκειμένου να τηρηθεί η παράδοση της Εκκλησίας και να γίνει ο εορτασμός, όπως πάντοτε, από 23.00 έως 02.00 π. μ.
Εάν, παρά ταύτα, δεν πεισθεί η Πολιτεία να υποχωρήσει, και, τελικά, γίνουν το μεν Μεγάλο Σάββατο δύο Λειτουργίες, ενώ την Κυριακή καμία, προτείνουμε να βρεθεί έστω και την 11η ώρα, μια γόνιμη λύση.
Προς τούτο θα μπορούσε να μεριμνήσει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος να τελεσθεί κανονικά, ο Όρθρος και η Λειτουργία της Αναστάσεως, το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, όπως κάθε Κυριακή, που δεν ισχύουν τα μέτρα της Πολιτείας, οι Ακολουθίες, συνεπώς, που δεν θα τελεσθούν το μεσονύκτιο του Μεγάλου Σαββάτου, προκειμένου να μην μείνουν αλειτούργητοι οι Ναοί την ημέρα της Αγίας Αναστάσεως.
Το 2021, έτος εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, που, εκτός των άλλων, οι Έλληνες στη συνείδηση ζητούν ευκαιρίες για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς την Εκκλησία του Χριστού, ιδίως δε για το κομμάτι της Λατρευτικής της ζωής, για την αποφασιστική συνεισφορά της στη διατήρηση της Ελληνικής Ταυτότητας, δεν θα έπρεπε η ελληνική Πολιτεία μας να αντιμετωπίζει με τόση σκληρότητα και απολυτότητα την Πανήγυρη των Πανηγύρεων, την Αγία Ανάσταση, που εορτάζεται από τον λαό μας ΜΙΑ μόνον φορά τον χρόνο.
Το θέμα αυτό, για την Εκκλησία μας, που είμαστε όλοι μας, δεν είναι ένα τυπικό ασήμαντο και ανούσιο θέμα, αλλά θέμα πίστεως και αληθείας. Πληροφορούμαστε, τόσο από τους μαθητές των σχολείων μας, όσο και από τα, ανά την Ελλάδα, Παραρτήματα της Ενώσεώς μας, τον προβληματισμό και τον σκανδαλισμό πλήθους πιστών για τη νέα αυτή ρύθμιση και μετακίνηση του εορτασμού του φετινού Πάσχα, που φαίνεται να επέβαλε η Πολιτεία.
Το θέμα αυτό, επίσης, προβληματίζει τον Ιερό Σύνδεσμο Κληρικών Ελλάδος και, όπως μαθαίνουμε, πολλούς Αρχιερείς.
Η αλλαγή της ημέρας και της ώρας του εορτασμού της Ανάστασης, όμως, έχει και άλλες συνέπειες κανονικού χαρακτήρα, καθώς η τέλεση δύο Λειτουργιών την ημέρα του Σαββάτου, από τον ίδιο κληρικό, δεν συνάδει με την εκκλησιαστική λειτουργική και κανονική μας τάξη και παράδοση.
Παράλληλα, εξ΄ αιτίας της αλλαγής αυτής, δημιουργείται και άλλο πρόβλημα, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες μας, το Άγιο Φως, θα φτάσει στο Μετόχι του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, κατά τις 20.00, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να προλάβει να μεταφερθεί στους προορισμούς της χώρας και, συνεπώς, να μην μπορέσουν εκατομμύρια πιστών να λάβουν φέτος το ανέσπερο Φως της Αναστάσεως στις 21.00 που θα ακουστεί φέτος το «Δεύτε λάβετε Φως»!
Τέλος, αυτό που, πραγματικά, προξενεί απορία, λύπη και απογοήτευση σε όλους είναι η επιδεικνυόμενη ακραία αυστηρότητα, με την οποία επιβάλλονται τα μέτρα της πολιτείας στα θέματα της Εκκλησιαστικής Λατρείας, ως προς τις αποστάσεις μεταξύ των πιστών.
Παρά τις διαφορετικές προτάσεις της Εκκλησίας, οι ρυθμίσεις της Πολιτείας κάνουν λόγο για (25) τετραγωνικά αποστάσεις μεταξύ των πιστών εντός του ναού και για (10) τετραγωνικά, εκτός του ναού !!!
Και σ’ αυτό το σημείο, φαίνεται καθαρά η μεροληψία της Πολιτείας, έναντι της Εκκλησίας, όταν όλοι μας γνωρίζουμε καλώς ότι η Πολιτεία πολλάκις έχει κάνει στραβά μάτια και έχει ανεχθεί και συνεχίζει να ανέχεται, χωρίς αντιδράσεις και μέτρα, εδώ και (15) μήνες, το θέμα των αποστάσεων, που στην ουσία, με δική της ευθύνη, είναι σχεδόν μηδενικές μεταξύ των επιβατών στις αστικές και άλλες συγκοινωνίες καθώς και σε διάφορες πορείες, συνάξεις και συναθροίσεις!
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι σεβαστοί πολιτικοί μας και όλοι οι συνεργοί τους σε αυτές τις αποφάσεις οφείλουν να γνωρίζουν, ως Χριστιανοί που είναι και οι ίδιοι, ότι με τη στάση τους διαπράττουν ένα βαρύτατο παράπτωμα, διότι δείχνουν ότι, όχι απλώς δεν σέβονται, αλλά επιπρόσθετα, υποτιμούν και περιφρονούν την Αγία Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ωφέλιμο είναι, πάντως, να γνωρίζουν όλοι όσοι επιδεικνύουν ασέβεια έναντι των πιστευμάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αυτό που ο ίδιος ο Χριστός είπε: «ἐν ᾧ γὰρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν» (Διότι με την σκληρή και αυστηρή κρίση, που κρίνετε, θα κριθείτε και με το ίδιον μέτρο, που μετράτε, θα μετρηθεί από τον Θεό και θα κριθεί και η δική σας ζωή και συμπεριφορά) (Ματθ. 7, 2).
Το ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων