Είμαστε σε μια πολύ κρίσιμη φάση της πανδημίας. Υπάρχει πολύ μεγάλη υγειονομική και οικονομική επισφάλεια στη χώρα.
Όλες οι μεγαλοστομίες της Κυβέρνησης για το πιο πετυχημένο εμβολιαστικό πρόγραμμα της Ευρώπης, για τη γαλάζια ελευθερία, η οποία έχει προωθηθεί, για την εξαιρετική διαχείριση που έχει γίνει στη διάρκεια αυτής της μεγάλης υγειονομικής κρίσης έχουν καταπέσει υπό το βάρος αυτής της πραγματικότητας
Σε αυτή τη φάση χρειαζόμαστε:
1) επιτάχυνση των εμβολιασμών, τη στιγμή που σήμερα έχει πλήρη ανοσοποίηση το 45% του πληθυσμού περίπου, όταν στόχος της Ευρώπης και της χώρας μας ήταν να έχουν φτάσει το 70% στις αρχές του καλοκαιριού. Αυτή η υστέρηση για το χτίσιμο της ανοσιακής προστασίας είναι που ευνοεί την ανάπτυξη μεταλλάξεων και τη διαμορφούμενη επισφάλεια της περιόδου Χαρακτηριστικά αναφέρων το υψηλό ποσοστό –30% - των ανεμβολίαστων ανθρώπων άνω των 80 ετών διότι καθυστέρησε τραγικά να οργανωθεί το σύστημα των κατ’ οίκον εμβολιασμών, που μπορούσε να υλοποιηθεί από τις δημόσιες δομές ΠΦΥ σε συνέργεια με τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων και το Βοήθεια στο Σπίτι Με καθυστέρηση τόσων μηνών η Κυβέρνηση προσπαθεί τώρα να το ενεργοποιήσει, αλλά αντί να αξιοποιήσει τις δημόσιες δομές, προσπαθεί να εμπλέξει τους ιδιώτες γιατρούς, οι οποίοι δεν ανταποκρίνονται.
2) Καλή επιδημιολογική επιτήρηση, καλή ιχνηλάτηση των κρουσμάτων, εκτεταμένο testing, παρέμβαση στις εστίες υπερμετάδοσης που είναι οι χώροι εργασίας και οι χώροι διασκέδασης και ψυχαγωγίας αυτή την περίοδο. Ουσιαστικά είχε αφεθεί το τοπίο αυτό τελείως ανεξέλεγκτο, υπήρξαν τρομερές παλινωδίες, μετακινήθηκε κόσμος στα νησιά με μοναδικό φίλτρο την πολύ επισφαλή διαγνωστική μέθοδο του self test που μπορούσε καθένας στην πράξη να δηλώσει ό,τι θέλει κι έτσι εξηγούνται και τα προβλήματα που έχουν εμφανιστεί σε ορισμένους τουριστικούς προορισμούς, κυρίως από ανεμβολίαστο εποχικό προσωπικό και επισκέπτες.
3) Και φυσικά ενδυνάμωση του δημόσιου συστήματος υγείας και όχι συζήτηση περί ανοιγμάτων στην αγορά, ΣΔΙΤ ή συγχωνεύσεων σημαντικών δομών που πρέπει να ενισχυθούν και όχι να συρρικνωθούν όπως προβλέπεται στο σχέδιο που φέρνει στη δημοσιότητα η Κυβέρνηση.
Τα έχει κάνει όλα αυτά η Κυβέρνηση; Προφανώς όχι.
Ούτε καν την εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής έχει πάρει υπ’ όψη της. Όλες αυτές κλιμακούμενες παρεμβάσεις που συνιστά η Επιτροπή θα έπρεπε να προηγηθούν και μόνο ως έσχατη λύση να έρθει μία συζήτηση για υποχρεωτικό εμβολιασμό σε ορισμένες μόνο ειδικές κατηγορίες.
Αντιθέτως η Κυβέρνηση, μας φέρνει μία διάταξη που εισάγει την αναίρεση του θεμελιώδους δικαιώματος στην εργασία και στην επιβίωση.
Αυτή η κίνηση και εκβιασμός, που θα πυροδοτήσει μεγάλες αντιδράσεις το επόμενο διάστημα, θα καλλιεργήσει πόλωση και διχασμό.
Είναι σαν να προσπαθεί η Κυβέρνηση να παίξει με την ιερή αγανάκτηση των εμβολιασμένων προς τους ανεμβολίαστους.
Επωάζεται μια κοινωνική αγριότητα , στην οποία δεν υπάρχει περίπτωση να συναινέσουμε.
Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι σε αυτή τη μεθόδευση.
Εννοείται ότι στηρίζουμε την ιδέα του καθολικού εμβολιασμού, εννοείται ότι στηρίζουμε την ιδέα του εμβολιασμού ως δικαιώματος, ως πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης.
Δεν μπορεί ο εμβολιασμός να προωθηθεί με τιμωρητικές λογικές. Υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης ενός κομματιού της κοινωνίας απέναντι στην Πολιτεία, στους θεσμούς της και στην κυβερνητική διαχείριση και η κρίση εμπιστοσύνης απαιτεί μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Ο φόβος και η διστακτικότητα δεν απαντώνται με τον φόβο απέναντι στην απόλυση, στην ανεργία και στη φτώχεια.
Αν δεν εμβολιάσουμε με εμπιστοσύνη και ασφάλεια την κοινωνία, όλες αυτές οι παρεμβάσεις θα έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Είναι πρόσχημα να επιλέγεται η υποχρεωτικότητα για μία πολύ περιορισμένη ομάδα του πληθυσμού που είναι μερικές χιλιάδες επαγγελματιών υγείας και πρόνοιας.
Με τα υπόλοιπα 3 εκατ. ανεμβολίαστων ενηλίκων στη χώρα τι θα κάνετε ακριβώς; Θα υλοποιήσετε γενικευμένη υποχρεωτικότητα και εκβιαζόμενη συναίνεση;
Η Κυβέρνηση απέδειξε ότι επειδή έχει αυταρχική και νεοφιλελεύθερη κουλτούρα, επειδή έχει κουλτούρα μηδενικής ανοχής και αδυνατεί να διασφαλίσει πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις , δεν μπορεί να διαχειριστεί τις προκλήσεις αυτές. Δεν μπορεί να διασφαλίσει ούτε τη στήριξη του συστήματος υγείας και του κοινωνικού κράτους, ούτε μπορεί να θωρακίσει υγειονομικά την κοινωνία, το πολύτιμο τουριστικό μας προϊόν και την πραγματική οικονομία, δεν μπορεί να σεβαστεί το Σύνταγμα και τους κανόνες του κράτους δικαίου.
Γι’ αυτό επωάζεται το κοινωνικό αίτημα της αλλαγής πορείας στα πολιτικά πράγματα και της δημιουργίας προϋποθέσεων προοδευτικής διακυβέρνησης.