ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021

1900: Το Καραβοστάσι και τα καφέ-σαντάν τ΄Αναπλίου

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 10:11:00 μ.μ. | |
1900: Το Καραβοστάσι και τα καφέ-σαντάν τ΄Αναπλίου
Του Γιάννη Μακρή

Εκείνα τα χρόνια το εμπορικό λιμάνι τ΄Αναπλιού, το καραβοστάσι, δεν ήταν όπως το σημερινό άμορφο, αισθητικά ισοπεδωμένο λιμάνι, που σε πιάνει λύπη και παράπονο όταν το βλέπεις παραδομένο στο πάρκιν των λογιών –λογιών αυτοκινήτων. 

Τα καλοκαίρια ιδίως το κομμάτι αυτό του λιμανιού , που η θάλασσά του μύριζε κατράμι και σάπια φύκια και κρεμμύδια Βατικιώτικα, η ζωή βούιζε και ήταν μια χαρά να βλέπεις τη κίνησή του : καραβοκύρηδες, ναύτες, εργάτες του τελωνείου, καροτσέρηδες Προνοιώτες με τα μεγάλα μακριά κάρα , Υδραίοι και Σπετσιώτες και Μεθενίτες καπεταναίοι και Τσακώνοι εργατικοί και σφυκτοδεμένοι που έπλεναν τα βαρέλια των ταβερνιάριδων , και τρατολόγοι Τολιανοί και Κυβεριώτες και Κρανιδιώτες ψαράδες, ξυπόλητοι, και ντόπιοι ‘’ιχθυοπώλαι»’’ από τον ψαρομαχαλά και την Πρόνοια και έμποροι από το Λεωνίδι και τους Μολάους ακόμη, ένας κόσμος δουλευτής και κουρασμένος έδινε κίνηση και ζωή μεγάλη στο μέρος εκείνο του μώλου. Το πλακόστρωτο γεμάτο, από τη μια ως την άλλη άκρη με εμπορεύματα : κρεμμύδια και κοκκάρι, κανάτια αιγινήτικα, σακκιά τσιμέντα και λιοκόκκια και παραπάνω στην αποβάθρα του (Πι) γεμάτη ξυλεία που ήρθε από τη Ρουμανία και το Άγιο Όρος και από την Οντέσσα: Τάβλες ,μαδέρια, καδρόνια……

Οι ταβέρνες και οι καφενέδες , γραμμή σ΄ όλη τη προκυμαία , γέμιζαν κάθε απόγευμα και βράδυ και τα τραπεζάκια με τα καθίσματα έπιαναν ως το γιαλό και η μυρουδιά της μαρίδας της Καραθώνας που τηγάνιζαν, γαργαλούσε την όρεξη για κρασί και μεζέ. Οι λατέρνες στολισμένες με χάρτινα στεφάνια και χρυσά μπιχλιμπίδια σκορπούσαν κέφι για γλέντι.

Όταν όμως νύχτωνε και οι παντρεμένοι άνθρωποι του λιμανιού τραβούσαν για τα σπίτια τους, οι άλλοι , οι ξένοι και τα έρημα κορμιά, άρχιζαν άλλο γλέντι, που κράταγε ως αργά μετά τα μεσάνυκτα.
Ήταν το γλέντι στα περίφημα Καφέ- Σαντάν της παραλίας τ΄Αναπλιού που έφερναν πότε ο Κουτσαϊτης και πότε ο Γιανακόπουλος οι καφετζήδες. ΄Εξω από τα μαγαζιά τους έστηναν ένα ξύλινο παράπηγμα- πάλκο -, κούρντιζαν τους τέσσερις στύλους με τα μεγάλα πετρελαιοφάναρα στην κορφή, κρεμούσαν σ΄ ένα σχοινί σημαιούλες σινιάλα στη γραμμή και αφού όλα ήταν έτοιμα, έστελναν τον Παλαδά τον τελάλη να γυρίσει τα σοκάκια ως πάνω στον Ψαρομαχαλά και ως τη Πρόνοια και να διαλαλήσει :
«Κάτου στο γιαλό, στου Κουτσαϊτη τον καφενέεεε, ήρθανε κοκώνες, περμαντόνες, με βιολιά, λαγούτα κι΄άλλα λαλούμεναααααα !…..Ήρθε η Μαριγούλα η Καλαματιανή που τραγουδάει τα μωραϊτικααααα !…Η Ελενίτσα το Συριανάκιιιι !….Ήρθε και η Κοκκώνα η Τσαρή η Πολίτισσα με τους αμανέδες και το ούτι της !… Γλέντια θα γίνουν , χοροί, τραγούδιααααα ! Ελάτε τρεχάτε το βράδυ να γλεντήσετε στην οικογενειακή διασκέδαση φαμελικώς, κι΄ άς πάει και το παλιάμπελοοοοο !…»

Κάθε βράδυ από τις εννέα βούιζε ο μώλος ! Τα τραπεζάκια γεμάτα, κι΄ όχι μονάχα η εργατιά, οι ναυτικοί, οι μαγαζάτορες, μα και νοικοκυραίοι και ΄΄ σπουδαγμένοι ανθρώποι΄΄ έρχονταν να πιούν τον καφέ τους και την μπύρα τους, ενώ οι άλλοι , οι τσιγκούνηδες και οι τοκιστές έκοβαν βόλτες πάνω – κάτω στο πλακόστρωτο και κοίταγαν ΄΄τσάμπα΄΄ το θέαμα. Η Πολίτισσα άρχιζε το παθητικό ανατολίτικο τραγούδι της:

΄΄Κάτω στη Ρόδο, στο ροδονήσι
Τούρκος εβγήκε να κυνηγήσει…΄΄

Και τα όργανα κάτου το συντρόφευαν και οι άλλοι – άντρες, γυναίκες της κομπανίας – παίρνανε το δεύτερο του τραγουδιού :
΄΄ Δεν κυνηγούσε λαγούς και λάφια
μόν κυνηγούσε δυό μαύρα μάτια
Αμάν ! Αμάν ! ΄΄

Έπειτα η άλλη , η Καλαματιανή, έπαιρνε το ντέφι, το σήκωνε ψηλά κι΄ άρχιζε δικό της σκοπό :
΄΄ Αν είσαι μάνα και πονείς
έλα στ΄ Ανάπλι να με δείς…
έλα στ΄ Ανάπλι δυό σκαλιά
να σου φιλήσω την ελιά !… ΄
΄
Και το γλέντι κρατούσε ως αργά πολύ κι΄ αναβρασμός σηκωνόταν κάθε βράδυ. Το καραβοστάσι και τα καϊκια έτριζαν δεξιά – αριστερά , δεμένα με τα παλαμάρια τους και τα καραβόσκυλα γάβγιζαν , λες και χαιρόντουσαν κι΄ αυτά για τον ΄΄τζίρο΄΄ που γινότανε, για τον παρά που έπεφτε κάθε βράδυ.
Είχαν όμως και τους καυγάδες και τα επεισόδιά τους τα Καφέ – Σαντάν της παραλίας, προ πάντων , όταν το γλέντι τραβούσε ως τα ξημερώματα και καταστάλαζαν σ΄ αυτά οι ΄΄ αντάμηδες΄΄ και οι ΄΄κούτσαβοι΄΄ από το Άργος. 

Οι κοκόνες, οι περμαντόνες, μέσα στη χλιαρή νύχτα του καλοκαιριού, σκορπίζανε τα λαγγέματα της Ανατολής με τα τραγούδια και τα σείσματα ,έναν διάχυτο ερωτισμό, που έκανε όλους αυτούς να βράζει το αίμα τους και να είναι έτοιμοι σε ψύλλου πήδημα για παρεξήγηση. Τότε άρχιζαν οι καυγάδες. Ο κόσμος της παραλίας αναστατωνόταν ,πυροβολισμοί έπεφταν και οι αντίζηλοι ερωτοχτυπημένοι τραυματίζονταν . Και το ΄΄Σύνταγμα ΄΄ - φρουρός της ησυχίας και της τάξεως τ΄ Αναπλιού – κραύγαζε στο φύλλο της 5 Δεκαμβρίου 1905 :

΄΄Κατά την παρελθούσα εβδομάδα τρείς συμπλοκαί εις το Καφέ –Αμάν του Κουτσαϊτη, ανεστάτωσαν τους κατοίκους της παραλίας δια των ριφθέντων πυροβολισμών. Έκπληκτοι οι Ναυπλιείς διερωτώνται : από πότε το ήσυχον Ναύπλιον κατέστη εστία των κουμπουροφόρων ερωτευμένων αντάμιδων και κουτσάβων ;!!!…. ΄΄ Άλλη μία ημέρα πάλι , Αργείτες παλικαράδες , αφού έμειναν ως αργά στο Καφέ – Σαντάν του Γιαννακόπουλου, την ώρα που η Σαντέζα – πριμαντόνα, κατατσακισμένη από τη κούραση, πήγαινε με τη συντροφιά της στο ξενοδοχείο ΄΄Βύρων΄΄ του Καϊμαζή για να κοιμηθεί, , της επετέθησαν και : ΄΄ την απήγαγον , αφού συνεπλάκησαν οι περί αυτήν μετά των απαγωγέων και αντηλλάγησαν πυροβολισμοί….. το κακό έχει παραγίνει εις την πόλιν μας, με την επιδημιακήν ταύτην ένσκηψιν έκ διαφόρων μερών των καφεσαντανιστρών της παραλίας…..΄΄ ‘όπως έγραφε το ΄΄Σύνταγμα΄΄

Σε λίγο καιρό πάλι : ΄΄ εις το Καφέ – Σαντάν του Κουτσαϊτη στρατιώται μεθυσθέντες ηθέλησαν να παραλάβουν τας γυναίκας και να διασκεδάσουν εις τας οδούς. Επειδή δε αύται ηρνήθησαν, επέπεσαν κατά του καταστήματος και κατεσυνέτριψαν υαλοπίνακας, θύρας τε και παράθυρα….΄΄

Η ζωή αυτή της εμπορικής προκυμαίας τ΄ Αναπλιού , του ΄΄ γιαλού ΄΄, πάει τώρα… Ούτε κατάρτια πλήθος καϊκιών , όπως άλλοτε, ούτε καραβόσκυλων αλυχτίσματα, ούτε Καφέ - Σαντάν με καυγάδες . Μερικές ταβέρνες απόμειναν μόνο. ‘Άλλες έγιναν καφετέριες , πολλές καφετέριες και εστιατόρια και Μπάρ απρόσωπα και αφιλόξενα. Και οι θαλασσινοί ; ! Τι απέγιναν οι θαλασσινοί ;! Και οι ψαράδες του ψαρομαχαλά; Άλλαξαν στέκι. Τραβήχτηκαν στα ΄΄μεσόγεια΄΄ κάπου εκεί στη Πλατεία Συντάγματος , σε πείσμα των καιρών ,γραφικές γνήσιες Αναπλιώτικες φιγούρες .!!!!!!!!!
ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ