Πλήθος κόσμου, συγχωριανοί αλλά και άνθρωποι που βρέθηκαν στο Γαλατά από όλη την Κρήτη για να αποχαιρετήσουν τον Μίκη Θεοδωράκη, είχαν παραταχθεί σε όλο το μήκος της διαδρομής που διένυσε η πομπή από τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου που τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία, έως το κοιμητήριο.
Με βουρκωμένα μάτια, ένα παρατεταμένο χειροκρότημα και φωνάζοντας «αθάνατος» άνθρωποι που τον γνώρισαν ή τον αγάπησαν μέσα από το έργο του, ήταν εκεί για να αποδώσουν τιμή σε εκείνον που όπως τόνισαν «ανέβασε την Ελλάδα λίγο ψηλότερα».
Τον Μίκη Θεοδωράκη αποχαιρέτισε τελευταία η κόρη του Μαργαρίτα φανερά συντετριμμένη.
Η Μαργαρίτα Θεοδωράκη τραγούδησε στον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη «Το Παλικάρι» που είχε πει πρώτος ο αείμνηστος Γρηγόρης Μπιθικώτσης.
«Θα είσαι για πάντα ζωντανός μέσα στις καρδιές όλων των ανθρώπων μα περισσότερο στη δική μου καρδιά» ήταν τα μόνα λόγια της Μαργαρίτας Θεοδωράκη.
Οι στίχοι του τραγουδιού
Κλαίνε τα δέντρα κλαίνε τα σύννεφα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι στη δουλειά στο σπίτι παλληκάρι
μίλαγες κι η γειτονιά μας γέμιζε πουλιά.
Άπλωνες το χέρι σου κι έκοβες το φεγγάρι
πώς σ’ έκοψε σαν λούλουδο ο Χάρος μια νυχτιά.
Κλαίνε οι τράτες κλαίνε τα κύματα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι στα κουπιά στο γλέντι παλληκάρι
οι κοπελιές κεντούσανε για σένανε κρυφά
κεντούσανε τα όνειρα, τον ήλιο, το φεγγάρι
κεντούσαν την αγάπη τους, της βάζανε πανιά.
Κλαίνε οι ναύτες κλαίνε τα σήμαντρα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι η μάνα σου τυλίχτηκε στα μαύρα
τους φίλους σου τους τύλιξε φουρτούνα, συννεφιά
το λιμανάκι ερήμωσε κι η θάλασσα ερημώθη
κι ο ήλιος εκαρφώθηκε και δε σαλεύει πια.
Η Μαργαρίτα Θεοδωράκη τραγούδησε στον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη «Το Παλικάρι» που είχε πει πρώτος ο αείμνηστος Γρηγόρης Μπιθικώτσης.
«Θα είσαι για πάντα ζωντανός μέσα στις καρδιές όλων των ανθρώπων μα περισσότερο στη δική μου καρδιά» ήταν τα μόνα λόγια της Μαργαρίτας Θεοδωράκη.
Οι στίχοι του τραγουδιού
Κλαίνε τα δέντρα κλαίνε τα σύννεφα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι στη δουλειά στο σπίτι παλληκάρι
μίλαγες κι η γειτονιά μας γέμιζε πουλιά.
Άπλωνες το χέρι σου κι έκοβες το φεγγάρι
πώς σ’ έκοψε σαν λούλουδο ο Χάρος μια νυχτιά.
Κλαίνε οι τράτες κλαίνε τα κύματα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι στα κουπιά στο γλέντι παλληκάρι
οι κοπελιές κεντούσανε για σένανε κρυφά
κεντούσανε τα όνειρα, τον ήλιο, το φεγγάρι
κεντούσαν την αγάπη τους, της βάζανε πανιά.
Κλαίνε οι ναύτες κλαίνε τα σήμαντρα κι οι φίλοι σου κλαίνε.
παλληκάρι η μάνα σου τυλίχτηκε στα μαύρα
τους φίλους σου τους τύλιξε φουρτούνα, συννεφιά
το λιμανάκι ερήμωσε κι η θάλασσα ερημώθη
κι ο ήλιος εκαρφώθηκε και δε σαλεύει πια.