Τιμής καί ευγνωμοσύνης ένεκεν
[Ο π. Ηλίας Αλευράς μέσα από τα μάτια ενός εφήβου.
Τού Αρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Καλαθά
εφημερίου της Ιεράς Μητροπόλεως Ιλίου Αχαρνών &
Πετρουπόλεως , εκ της ενορίας της Αγίας Τριάδος – Προνοίας – Ναυπλίου καταγομένου. ]
Θέλω να αποτυπώσω στο χαρτί , μερικά “στιγμιότυπα” της ζωής μου, πού έζησα μαζί του.
Μου έλεγε : “ Στη ζωή σου να θυμάσαι , πάντα , τούς ευεργέτες σου” καί ευτύχησα να έχω αρκετούς καί ένας απ' αυτούς, ήταν ο π. Ηλίας.
Θέλω να αρχίσω να γράφω στο χαρτί , αυτά πού έζησα , αλλά, το χέρι ,αρχίζει να τρέμει, το μυαλό – η σκέψη , προσπαθεί να βρει αυτές τις στιγμές καί τα δάκρυα τρέχουν ποτάμι .
(Τα γεγονότα πού θα μνημονεύσω , νομίζω ,δεν τα ξέρει κανείς, ούτε η οικογένειά του ).
Τον ενθυμούμαι ,να μπαίνει στο Ναό μας, όπως πάντα, σεμνός, απλούς ,αξιοπρεπής , προσεχτικός εν πάσι , μειλίχιος , καλοδεχτικός , προσηνής καί πάντοτε, με καταφανή την διάθεση, να μην στενοχωρήσει κανέναν συνάνθρωπό του.
Γιά μας, τα πνευματικά του παιδιά ,υπήρξε ο καλός σύμβουλος, ο έμπιστος φίλος, ο πρόθυμος καί ακούραστος συμπαραστάτης- συγκυρηναίος , θα έλεγα, κάθε ανθρώπου, πού είχε ανάγκη την βοήθειά του.
Γιά μένα, η γνωριμία μας ,υπήρξε πολυετής καί η πνευματική μας σχέση ,αλλά καί η συναναστροφή μας , ισχυρή καί ακατάλυτη , μέχρι την μακαρία εκδημία του.
Θα προσπαθήσω να γράψω μερικά γεγονότα , πού έζησα μαζί του, πού πολλοί, δεν γνωρίζετε καί πού δείχνουν το “ Ύψος” του π. Ηλία καί πού απετέλεσαν , γιά μένα, σταθμούς στη ζωή μου καί φάρος τηλαυγής , γιά την μετέπειτα πορεία μου .
Τον αοίδιμο καί αγαπητό μας π. Ηλία , τον πρωτοείδα τον Μάϊο τού 1976 , στον Εσπερινό της ἐνθρονίσεώς του, ως 2ου εφημερίου της ενορίας μας ,της Αγίας Τριάδος, μαζί με τον π. Γιάννη, πού είχε προηγηθεί στον διορισμό καί μαζί με τον π. Νικόλα. Τον γνώρισα, όταν ήμουν σε ηλικία 13 ετών, μαθητής 1ης Γυμνασίου, ως ιερόπαις της Αγίας Τριάδος. Από τότε, βρήκα στον π. Ηλία ,τον ένθερμο συμπαραστάτη, προστάτη , πνευματικό καί διακριτικό γέροντα, ο οποίος με προθυμία ,ανέλαβε, την ευθύνη της πνευματικής μου καθοδήγησης.
Διδάχθηκα κοντά του πολλά, αγάπη στο Χριστό ,αγάπη καί αφοσίωση στην πνευματική καί λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας, καλλιέργεια των αρετών καί αγάπη ανυπόκριτη σε κάθε άνθρωπο, πού ήταν γιά τον π. Ηλία, πάντοτε εικόνα Θεού.
Διδάχθηκα Λειτουργική καί Ιεροψαλτική , μα πάνω από όλα, πώς πρέπει να είναι καί να πολιτεύεται, ένας καλός κληρικός.
Από ενωρίς , με συμπεριέλαβε ως , ένα από τα μέλη της οικογενείας του . Δεν με ξεχώρισε ποτέ ,από τα παιδιά του, τέσσερα τότε ,πέντε σήμερα , γιά τα οποία ήταν πολύ υπερήφανος καί χαρούμενος ,διότι, με την βοήθεια του Θεού, προόδευσαν καί πέτυχαν στη ζωή τους. Πόσες φορές δεν έγινα συνδαιτημόνας τους . Η ιερατική οικογένεια καί εγώ. Η αγάπη όλων, υπάρχει μέχρι σήμερα.
Ο π. Ηλίας, αγαπούσε τις Ιερές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας.
Με έμαθε, να διαβάζω τα Ιερά Κείμενα. Κάθε βράδυ ,όταν ήταν εφημέριος της εβδομάδος , κάναμε τον Εσπερινό. Κάθε
Καθαρή Δευτέρα, κάναμε την πρωϊνή Ακολουθία της Αγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστής , από τις 7 το πρωϊ ως τις 10. Καί κάθε απόγευμα τα Μεγάλα Απόδειπνα.
Επίσης, την Αγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή Εξομολόγηση, με τις ώρες .Από το πρωϊ ,με μιά ή δύο ώρες διακοπή το μεσημέρι καί μετά , το απόγευμα, μέχρι τις 11 το βράδυ. Μαζί. “Δεν θα φύγεις”μου έλεγε , καί εγώ καθόμουν στο γραφειάκι μας , πίσω από το παγκάρι καί έκανα τα μαθήματά μου.
Εξομολόγηση ψυχών , από παντού, από όλα τα μέρη της πατρίδας μας , θα έλεγα. Επίσης ,Εξομολόγηση στο Καλάμι .
( Πότε Κύριε ;Πώς;καί όμως, τα κατάφερνε όλα, με τη βοήθεια του Θεού , όπως έλεγε).
Την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ετοιμάζαμε καί τον Επιτάφιο.
Συνελάμβανε το σχέδιο στο μυαλό του, παίρναμε φελιζόλ ,ζωγράφιζε το σχέδιο καί κόβαμε το φελιζόλ , σύμφωνα με το σχέδιο. Καμιά φορά ,του έσπαζα το φελιζόλ , στην προσπάθειά μου να το κόψω , σύμφωνα με το σχέδιο καί ξανά από την αρχή.
Μ. Πέμπτη ,Θ. Λειτουργία το πρωϊ , ετοιμασία Ναού καί Εσταυρωμένου. Το βράδυ, τα δώδεκα Ευαγγέλια , τελειώναμε καί ερχόταν ο Επιτάφιος ,έτοιμος γιά να στολισθεί, από τις κοπέλες της ενορίας μας.
Όλη νύχτα , εκεί ο π. Ηλίας, να επιβλέπει τον στολισμό καί να δίνει οδηγίες και κατευθύνσεις , μέχρι το πρωϊ .“Φύγε , να πας λίγο να ξεκουραστείς”τού έλεγα. “ Όχι ,δεν μπορώ να φύγω, αν δεν τελειώσουμε”.
Την Μεγάλη Τεσσαρακοστή ,επίσης, με έπαιρνε σε όλα τα Ιερά Ευχέλαια ,πού έκανε στα σπίτια ,γιά να του κάνω τον ψάλτη καί όταν τελειώναμε, έλεγε στούς ανθρώπους “ Ότι θέλετε ,δώστε στο παιδί ”.
Ήταν πάντοτε ακούραστος, αλλά καμιά φορά... η υγεία δοκιμάζεται.
Διάβαζε πολύ , μα ποιό πολύ, όταν είχε εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο . Κάποια φορά, μπαίνω στο Ναό καί τον βρίσκω να κάθετε στο γραφειάκι μας καί να διαβάζει . “ Πάλι διαβάζεις;” τού έλεγα . “Ε, παιδάκι μου, πρέπει να τελειώσω το Πανεπιστήμιο”.“Να μάθεις να διαβάζεις στη ζωή σου,όσο μπορείς”. Μετά από λίγο, με υπερκόπωση ο π. Ηλίας , στο κρεβάτι γιά μιά βδομάδα.
Άλλη φορά, πέρασε μιά βαριά αρρώστια καί νοσηλεύθηκε σε μιά ιδιωτική κλινική ,στην Αθήνα. Πέρασε μιά βδομάδα καί δεν είχε έρθει, αποφάσισα, να ανέβω στην Αθήνα. Μεσοβδόμαδα, 10 η ώρα το πρωϊ ,ήμουν στην Αθήνα.
Βρήκα την κλινική “ Άγιος Παντελεήμων”, κάπου στην Ασκληπιού. Ρώτησα σε ποιό θάλαμο ήταν καί πήγα. Τον βρήκα ξαπλωμένο. Ξαφνιάστηκε , πού με είδε καί μου λέει
“ Καί εδώ ήρθες ρε θηρίο, να με βρείς ” “ Θα μου ξέφευγες;”
του είπα. Του φίλησα το χέρι, τον φίλησα καί μου μίλησε γιά την αρρώστειά του καί μου είπε “Τώρα είμαι καλύτερα, σε μερικές μέρες παίρνω εξιτήριο”.Τον χαιρέτησα καί έφυγα.
Το σαββατοκύριακο ήταν στ' Ανάπλι , στην Αγία Τριάδα.
Σε ηλικία 15 ετών, του εξομολογήθηκα τον πόθο μου να γίνω μοναχός . Χάρηκε καί ενθουσιάστηκε, θα έλεγα.[ Καί δάκρυσε, θυμάμαι. Γιατί;Μου εκμυστηρεύτηκε τότε ,ότι κάποτε, σε μικρή ηλικία ,σαν τη δική μου, έφυγε από τον Τυρό ,γιά να πάει να μονάσει στην Έλωνα καί τον ανακάλυψε ο πατέρας του ,καί πήγε καί τον πήρε πίσω στο σπίτι τους ]. “ Πολύ ωραίου έργου επιθυμείς .Ο Κύριος καί η Παναγία μας , να είναι βοηθοί καί συμπαραστάτες σου ,στη δύσκολη αυτή απόφαση, πού πήρες, γιά τον εαυτό σου”. “ Έχεις σκεφθεί σε ποιό μοναστήρι θα πάς;” .Δεν ήξερα να του πω κάτι. “ Θα πάμε να δούμε ένα μοναστήρι ,εδώ κοντά στην Αργολίδα καί να προσκυνήσουμε την εικόνα της Κοιμήσεως της Παναγίας μας”. “ Εντάξει” του είπα καί ένα πρωϊνό, ξεκινήσαμε γιά το Αραχναίο,με το κατσαριδάκι του. Φθάσαμε κοντά στο Αραχναίο, αγναντέψαμε το χωριό καί στρίψαμε αριστερά ,σ' ένα χωματόδρομο καί σε λίγα λεπτά ,φθάσαμε στο μοναστήρι. “ Εδώ ”μου λέει “είναι η Ιερά Μονή Ταλαντίου. Μία ιστορική Μονή, κάποτε πλούσια,πού ερήμωσε ,μετά το διάταγμα των Βαυαρών καί εγκαταλείφθηκε στη μοίρα της”.
Ανοίξαμε την πόρτα, μπήκαμε στην αυλή ,δεξιά μας ήταν ένα μικρό Εκκλησάκι καί αριστερά μας , ένα μεγάλο, παλιό κτήριο, με μιά μεγάλη πόρτα,δίφυλλη,πού το κάτω μέρος της ,ήταν κατεστραμμένο . Ανοίξαμε τα απομεινάρια της πόρτας , της άλλοτε μεγάλης καί επιβλητικής,καί μπήκαμε μέσα. Ήταν ένα τεράστιο δωμάτιο , με τρεῖς βράχους στη μέση του δωματίου καί το δωμάτιο, ήταν μαυρισμένο καί βρώμικο, από τα πρόβατα καί τις φωτιές , πού άναβαν οι γύρω τσοπάνηδες. Βγήκαμε από εκεί καί πήγαμε στο Εκκλησάκι , πού ήταν το καθολικό της Μονής. Προσκυνήσαμε ,ψάλλαμε το απολυτίκιο της Κοιμήσεως , έκανε μιά δέηση υπέρ υγείας μας καί βγήκαμε έξω. Κλείσαμε την εξώπορτα της Μονής καί μπήκαμε στο αμάξι να φύγουμε.
“Ποιές οι εντυπώσεις σου ; ” με ρωτάει . “Τι να σού πω” ,καί έσκυψα το κεφάλι. “ Κατάλαβα” μου λέει “ απογοητεύτηκες. Δεν γνωρίζουμε όμως ,αν η Παναγία μας, θέλει να κάνει τον τόπο αυτό ,Παράδεισο ”.Σε όλα τα χρόνια της ζωής μου, με στήριζε στην μοναχική μου πορεία καί προσευχόταν γιά μένα.
Πολλές φορές, με έπαιρνε μαζί του , όταν πήγαινε να λειτουργήσει στα χωριά ,γιά να διαβάσω καί να ψάλλω, αλλά καί γιά να τον υπηρετήσω στο Ιερό Βήμα. Ένα Σάββατο βράδυ,στον Εσπερινό, μου είπε “ Αύριο θα πάω να Λειτουργήσω στην Καναπίτσα ,θες να έρθεις;” “ Καναπίτσα;”
του λέω “τι είναι αυτό;” “ Είναι ένα χωριό πάνω από τα Ίρια”.
“ Εντάξει , θα έρθω”. “5.30 η ώρα να είσαι κάτω στο δρόμο”.
“ Εντάξει”.5.30 η ώρα , αχάραγα , ήμουν στο δρόμο. Πέρασε, με πήρε με το κατσαριδάκι του καί φύγαμε γιά τα Ίρια. Φθάσαμε καί αρχίσαμε να ανεβαίνουμε ένα χωματόδρομο στο βουνό , προς Τραχειά , πού τώρα είναι άσφαλτος. Ανεβαίναμε, ανεβαίναμε , Καναπίτσα , πουθενά, είχαμε χάσει το δρόμο. Καί μου λέει “ Ξημέρωσε, χάσαμε το δρόμο, να μην χάσουμε καί τη Λειτουργία. Να γυρίσουμε στην παραλία στα Ίρια , να Λειτουργήσουμε με τον γέροντα Ιερέα.”Καί κατεβήκαμε το βουνό , πήγαμε στο Ναό καί συλλειτούργησε με τον παππούλη, έκανε καί ένα ωραιότατο κήρυγμα ,τελειώσαμε καί γυρίσαμε ,μεσημέρι ποιά ,στ' Ανάπλι .
Καί ένα ακόμα περιστατικό θα σας αναφέρω. Αγωνιζόταν να υπάρχει αγάπη , μεταξύ των συζύγων. Πολλές φορές ,έμπαινε αποτελεσματικά , μέσα στα ανδρόγυνα , πού γιά διαφόρους λόγους , είχαν ψυχρανθεί οι μεταξύ τους σχέσεις καί με την μεσολάβηση του π. Ηλία καί την βοήθεια του Θεού, ερχόταν η ειρήνη ,η ηρεμία καί η αγάπη καί πάλι ανάμεσα στο ανδρόγυνο.
“Ποιές οι εντυπώσεις σου ; ” με ρωτάει . “Τι να σού πω” ,καί έσκυψα το κεφάλι. “ Κατάλαβα” μου λέει “ απογοητεύτηκες. Δεν γνωρίζουμε όμως ,αν η Παναγία μας, θέλει να κάνει τον τόπο αυτό ,Παράδεισο ”.Σε όλα τα χρόνια της ζωής μου, με στήριζε στην μοναχική μου πορεία καί προσευχόταν γιά μένα.
Πολλές φορές, με έπαιρνε μαζί του , όταν πήγαινε να λειτουργήσει στα χωριά ,γιά να διαβάσω καί να ψάλλω, αλλά καί γιά να τον υπηρετήσω στο Ιερό Βήμα. Ένα Σάββατο βράδυ,στον Εσπερινό, μου είπε “ Αύριο θα πάω να Λειτουργήσω στην Καναπίτσα ,θες να έρθεις;” “ Καναπίτσα;”
του λέω “τι είναι αυτό;” “ Είναι ένα χωριό πάνω από τα Ίρια”.
“ Εντάξει , θα έρθω”. “5.30 η ώρα να είσαι κάτω στο δρόμο”.
“ Εντάξει”.5.30 η ώρα , αχάραγα , ήμουν στο δρόμο. Πέρασε, με πήρε με το κατσαριδάκι του καί φύγαμε γιά τα Ίρια. Φθάσαμε καί αρχίσαμε να ανεβαίνουμε ένα χωματόδρομο στο βουνό , προς Τραχειά , πού τώρα είναι άσφαλτος. Ανεβαίναμε, ανεβαίναμε , Καναπίτσα , πουθενά, είχαμε χάσει το δρόμο. Καί μου λέει “ Ξημέρωσε, χάσαμε το δρόμο, να μην χάσουμε καί τη Λειτουργία. Να γυρίσουμε στην παραλία στα Ίρια , να Λειτουργήσουμε με τον γέροντα Ιερέα.”Καί κατεβήκαμε το βουνό , πήγαμε στο Ναό καί συλλειτούργησε με τον παππούλη, έκανε καί ένα ωραιότατο κήρυγμα ,τελειώσαμε καί γυρίσαμε ,μεσημέρι ποιά ,στ' Ανάπλι .
Καί ένα ακόμα περιστατικό θα σας αναφέρω. Αγωνιζόταν να υπάρχει αγάπη , μεταξύ των συζύγων. Πολλές φορές ,έμπαινε αποτελεσματικά , μέσα στα ανδρόγυνα , πού γιά διαφόρους λόγους , είχαν ψυχρανθεί οι μεταξύ τους σχέσεις καί με την μεσολάβηση του π. Ηλία καί την βοήθεια του Θεού, ερχόταν η ειρήνη ,η ηρεμία καί η αγάπη καί πάλι ανάμεσα στο ανδρόγυνο.
“ Το απόγευμα ” μου λέει “ θα πάω στο Αραχναίο , είναι ένα νέο ζευγάρι , πού βρίσκεται στα πρόθυρα του χωρισμού καί πρέπει ,να πάω, να βοηθήσω τα παιδιά , να τα ξαναβρούνε , με την βοήθεια του Θεού. Θα έλθεις;” . “ Ναί θα έλθω ” του είπα.
Φύγαμε , χειμώνας ,νύχτωσε , άρχισε να βρέχει , φθάσαμε .
Σταμάτησε, δεξιά , στην άκρη του δρόμου καί μου λέει “ εγώ θα πάω στα παιδιά ,στο σπίτι ,δεν ξέρω πόση ώρα θα κάνω , εσύ, κάνε αυτό πού είπαμε”.Έφυγε καί εγώ έκανα αυτό πού μου είχε πει, έβγαλα το κομποσχοίνι μου καί έκανα προσευχή, γιά να ενισχυθεί στην προσπάθειά του, να πείσει τα παιδιά να μην χωρίσουν. Πέρασε μία ώρα ,δύο ώρες , τρείς ώρες, ήρθε κατάκοπος καί στενοχωρημένος καί μου λέει “πρέπει να έρθουμε καί άλλες φορές ,δεν τα καταφέραμε”.Πήγαμε μερικές φορές ακόμα καί την τελευταία , ήρθε χαρούμενος
“ Με τη βοήθεια του Θεού όλα πήγαν καλά , το ζευγάρι σώθηκε από τον χωρισμό. Δόξα τώ Θεώ.”
Πριν από τρία χρόνια , είπαμε με τον π. Κώστα , να πάμε να τον δούμε, στον Τυρό .Πήγαμε , χάρηκε πολύ πού μας είδε ,μας συμβούλευσε ,είπε με τον π. Κώστα ,ορισμένα πράγματα γιά την ενορία , πήραμε την ευχή του καί φύγαμε .΄Εκτοτε , δεν μπορέσαμε να ξαναπάμε , λόγω της επιδημίας , αλλά καί επειδή επιδεινώθηκε η υγεία του.
Θεωρώ ιδιαίτερη ευλογία στη ζωή μου , πού συναντήθηκα με τον π. Ηλία καί πού μου δίδαξε, όλα αυτά, πού πρέπει να γνωρίζω σαν κληρικός καί τώρα , πού πέρασαν τα χρόνια μου ,αντλώ δύναμη καί κουράγιο καί βρίσκω λύσεις σε θέματα καί προβλήματα , πού προκύπτουν, στην ιερατική μου πορεία.
Ο π. Ηλίας κοιμήθηκε σε ηλικία 79 ετών , ύστερα από 44 ολόκληρα χρόνια , Ιερατικής Διακονίας στον αμπελώνα του
Κυρίου μας. Το χώμα του Τυρού της Αρκαδίας , της ιδιαιτέρας του πατρίδας , πού τόσο αγαπούσε στη ζωή του , σκέπασε το ταλαιπωρημένο του σώμα .Θα ήταν άδικο , νομίζω , να κρατήσω γιά τον εαυτό μου , τις εμπειρίες μου, από την συναναστροφή μαζί του.
Καί κλείνω το άρθρο μου αυτό , λέγοντας ότι
στη μητέρα μου – στούς γονείς μου ,
οφείλω “ το ζην ” , αλλά στον π. Λιά μου
χρωστώ “ ΤΟ ΕΥ ΖΗΝ”.
Αιωνία σου η μνήμη Αοίδημε καί πολύ Αγαπημένε
Πνευματικέ μας Πατέρα Ηλία. Αμήν !!!