Άρθρο από την ομάδα του προγράμματος «Σχολεία-Πρέσβεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- EPAS» του 2ου ΓΕΛ Ναυπλίου
Η θεμελιώδης επιλογή της Ευρώπης χαρακτήρισε κάθε μείζον ελληνικό μεταρρυθμιστικό κίνημα από τα χρόνια ακόμη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η συμμετοχή στις ευρωπαϊκές εξελίξεις αποτελούσε φιλοδοξία όλων των μεταπολεμικών ελληνικών κυβερνήσεων.
Η έμπρακτη εφαρμογή της πολιτικής αυτής επιτεύχθηκε το 1959-1961 και βρήκε την έκφρασή της στη Συμφωνία Συνδέσεως της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα της 9ης Ιουλίου 1961.
Η σύγχρονη ιστορική έρευνα επισημαίνει την καταλυτική σημασία της Σύνδεσης ως μακροπρόθεσμης επιλογής για την ελληνική οικονομία, κοινωνία, πολιτική κουλτούρα και για τη διεθνή θέση της χώρας: η απόφαση για ένταξη στην ΕΟΚ λήφθηκε στη δεκαετία του 50 και υλοποιήθηκε στη δεκαετία του 70. Η τόλμη να προχωρήσει η πολιτική ηγεσία από το επίπεδο μιας θεωρητικής αποδοχής της ευρωπαϊκής ενοποίησης στο επίπεδο της πρακτικής εφαρμογής της πιστώνεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή και το επιτελείο του.
Η Σύνδεση με την ΕΟΚ δεν ήταν μόνο ένα μέτρο εξωτερικής πολιτικής, αλλά αποσκοπούσε να προσδώσει έναν μακροπρόθεσμο προσανατολισμό στην ελληνική οικονομία, κοινωνία και στο πολιτικό σύστημα, ενσωματώνοντας οργανικά τη χώρα στον σκληρό πυρήνα του δυτικοευρωπαϊκού συστήματος. Ήταν, παράλληλα, μια επιλογή κόσμων, μια επιλογή υπέρ της δυτικοευρωπαϊκής αντιπροσωπευτικής, φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η Σύνδεση αποσκοπούσε, παράλληλα, στην εξισορρόπηση των διεθνών επιρροών επί της χώρας, στην ανάδυση μιας υγιέστερης σχέσης με τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Η προσχώρηση στην ΕΟΚ αποτέλεσε μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974, οργανικό τμήμα της εδραίωσης του νέου πολιτεύματος. Δεν είναι τυχαίο πως την αμέσως επόμενη ημέρα από την έναρξη ισχύος του Συντάγματος του 1975 κατατέθηκε η επίσημη αίτηση της Ελλάδας για πλήρη ένταξη στην ΕΟΚ. Η αποκατάσταση της δημοκρατίας ήταν μια διαδικασία δυναμική, η οποία δεν περιοριζόταν στην υιοθέτηση τυπικών κειμένων, αλλά απαιτούσε την προσαρμογή στο πλαίσιο της Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο πως η Ελλάδα είχε βρεθεί μακριά από την Ευρώπη στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, ακριβώς γιατί ο αυταρχισμός δεν συνάδει με το ευρωπαϊκό ιδεώδες.
40 χρόνια μετά, ο απολογισμός είναι οπωσδήποτε θετικός, χωρίς να σημαίνει πως όλα κύλησαν ομαλά. Η παρουσία της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη, την Ευρωπαϊκή Ένωση πλέον, έδωσε στην τελευταία τη δυνατότητα να τονίζει και την πολιτιστική και ανθρωπιστική διάσταση του εγχειρήματος. Χωρίς την Ελλάδα και ό,τι αυτή εκπροσωπεί στην παγκόσμια ιστορία, η Ευρώπη θα ήταν λειψή.
Ταυτόχρονα, έδωσε και στην Ελλάδα τη δυνατότητα να βελτιώσει τις υποδομές της, να ενταχθεί οργανικά στον ανεπτυγμένο κόσμο, να βρίσκεται στην πρωτοπορία της επιστήμης, της παιδείας, της καινοτομίας, της τεχνογνωσίας, να συνειδητοποιήσει πως δεν είναι μόνη της, ακόμη κι όταν φαινόταν πως έτσι είχαν τα πράγματα.
Το γεγονός πως η ευρωπαϊκή προοπτική έχει γίνει αποδεκτή από ευρύτατες πολιτικές δυνάμεις, σαφώς πλειοψηφικές, αποδεικνύει πως το συγκεκριμένο εγχείρημα καταγράφεται στα πλέον μεγάλα επιτεύγματα της διακοσαετούς πορείας του νεοελληνικού κράτους. Είναι, αν θέλετε, ένα επίτευγμα που δικαιώνει και την Επανάσταση του 1821. Μια φτωχή επαρχία του Οθωμανικού κράτους μετατράπηκε σε ένα ανεπτυγμένο και σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Ταυτόχρονα, έδωσε και στην Ελλάδα τη δυνατότητα να βελτιώσει τις υποδομές της, να ενταχθεί οργανικά στον ανεπτυγμένο κόσμο, να βρίσκεται στην πρωτοπορία της επιστήμης, της παιδείας, της καινοτομίας, της τεχνογνωσίας, να συνειδητοποιήσει πως δεν είναι μόνη της, ακόμη κι όταν φαινόταν πως έτσι είχαν τα πράγματα.
Το γεγονός πως η ευρωπαϊκή προοπτική έχει γίνει αποδεκτή από ευρύτατες πολιτικές δυνάμεις, σαφώς πλειοψηφικές, αποδεικνύει πως το συγκεκριμένο εγχείρημα καταγράφεται στα πλέον μεγάλα επιτεύγματα της διακοσαετούς πορείας του νεοελληνικού κράτους. Είναι, αν θέλετε, ένα επίτευγμα που δικαιώνει και την Επανάσταση του 1821. Μια φτωχή επαρχία του Οθωμανικού κράτους μετατράπηκε σε ένα ανεπτυγμένο και σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Είναι λογικό, λοιπόν, να εστιάζει στην ανθρωπιστική παιδεία, προσφέροντας πολλαπλές δυνατότητες μέσω και των προγραμμάτων Erasmus για τη διάπλαση σκεπτόμενων, υπεύθυνων και ενεργών ευρωπαίων πολιτών, με στόχο την πραγμάτωση του ευρωπαϊκού οράματος. Ένα όραμα με επίκεντρο τη νέα γενιά, η οποία θα συμμετέχει στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, θα αγωνίζεται για την προάσπιση και διεύρυνση των δικαιωμάτων, για τον εκδημοκρατισμό των ευρωπαϊκών θεσμών και τη συγκρότηση της Ευρώπης των λαών. Και, επειδή οι προκλήσεις δεν σταματούν, είναι σημαντικό να αντιληφθούμε πως είναι στο χέρι μας και κυρίως στο χέρι των νέων ανθρώπων να τολμήσουν ακόμη περισσότερο, για να γίνει η Ευρώπη το δικό τους σπίτι, το δικό τους επίτευγμα. Οι νέοι οφείλουν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις θετικές πλευρές της Ευρώπης και να βελτιώσουν όσες χρήζουν βελτίωσης. Τα καλύτερα δεν έρχονται, οι νέοι άνθρωποι – και όσοι αισθάνονται νέοι - θα τα φέρουν, με γνώση, με τόλμη, με πίστη!