Ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Ανδριανός στην ομιλία του στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης της πρότασης δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης που υπέβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ, υπογράμμισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Δεν υπάρχει πολίτης αυτής της χώρας, ανεξαρτήτως του βαθμού με τον οποίο παρακολουθεί την πολιτική επικαιρότητα, που να μην αντιλαμβάνεται πλήρως τον πραγματικό λόγο που η αξιωματική αντιπολίτευση προκάλεσε αυτή τη διαδικασία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δέχεται σήμερα μια αφόρητη δημοσκοπική πίεση κι αυτή είναι μια παράμετρος η οποία προφανώς τους οδήγησε, επειδή ανέφερε τρεις παραμέτρους ο συνάδελφος πριν, αυτή νομίζω ότι είναι η κύρια παράμετρος που σας οδήγησε να καταθέσετε αυτή την πρόταση μομφής.
Από τη μια πλευρά, η διαφορά με τη Νέα Δημοκρατία παραμένει σταθερή μετά από δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης στις πιο δύσκολες δυνατές συνθήκες – συνθήκες πανδημίας, εξωγενούς ενεργειακής κρίσης, όξυνσης της τουρκικής επιθετικότητας, κι εδώ θέλω να υπενθυμίσω ότι δεν ψηφίσατε τη συμφωνία με τη Γαλλία που ήταν πραγματικά ένα κρίσιμο στοιχείο για να αντιμετωπίσουμε την τουρκική επιθετικότητα, και βεβαίως αντιμετωπίζουμε και τα ακραία καιρικά φαινόμενα όπως η πρόσφατη χιονοθύελλα.
Και από την άλλη, πιέζεστε, βλέπετε μέχρι και να απειλείστε, να απειλείται η προοπτική κατάληψης της δεύτερης θέσης στις επόμενες εκλογές από το ΚΙΝΑΛ, το ΠΑΣΟΚ.
Ο στόχος λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ με αυτή την πρόταση δυσπιστίας είναι απλώς και μόνο να ξεπεράσει τα εσωκομματικά προβλήματα που έχουν εμφανιστεί και βεβαίως να συσπειρώσει το κομματικό του ακροατήριο, και γι’ αυτό τον λόγο επιδιώκει την πόλωση.
Όμως αυτό που δεν λαμβάνει υπόψη της η αξιωματική αντιπολίτευση είναι ότι το θεσμικό όπλο της πρότασης δυσπιστίας πολύ συχνά μπορεί να γυρίσει ανάποδα. Κι αυτό γιατί μέσα από μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση υπογραμμίζονται οι μεγάλες, πραγματικές, ποιοτικές και μετρήσιμες διαφορές μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Και είναι αυτές ακριβώς οι διαφορές που αναδεικνύονται ακόμη πιο εμφατικά μέσα από αυτή τη συζήτηση, που παράγουν το πρόβλημα ακριβώς που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ό,τι αφορά την αφορμή αυτής της συζήτησης, τις συνέπειες της πρόσφατης κακοκαιρίας, λίγα περαιτέρω μπορούν να ειπωθούν μετά τις σχετικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού.
Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχουν ακόμη κενά και ελλείψεις στην αντιμετώπιση τέτοιων γεγονότων. Και τα κενά αυτά αφορούν τόσο τη συνεργασία μεταξύ των διάφορων επιπέδων του κράτους – της κεντρικής διοίκησης, των περιφερειών, των δήμων – όσο και την ετοιμότητα καθενός από αυτά τα επίπεδα ξεχωριστά.
Το ζητούμενο λοιπόν ήταν και παραμένει ποια πολιτική δύναμη έχει τη βούληση και την ικανότητα να βελτιώσει αυτή την κατάσταση.
Κι εδώ, το αποτέλεσμα της σύγκρισης είναι ξεκάθαρο. Αρκεί κανείς να συγκρίνει την στάση της ειλικρίνειας του σημερινού Πρωθυπουργού με τα διάφορα επικοινωνιακού τύπου τεχνάσματα που επιχείρησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ο τότε Πρωθυπουργός στην τραγωδία στο Μάτι.
Αρκεί κανείς να συγκρίνει τις συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει η σημερινή κυβέρνηση – με πρώτη και καλύτερη την αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας – με την πλήρη αδράνεια της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Αρκεί κανείς να δει την αποφασιστικότητα της σημερινής κυβέρνησης να καταγραφούν άμεσα οι ζημιές για παράδειγμα στο φυτικό κεφάλαιο και την παραγωγή από τον πρόσφατο παγετό και αναφέρομαι και στην Αργολίδα γιατί οι ζημιές είναι μεγάλες στα εσπεριδοειδή και σε άλλες καλλιέργειες. Κι εδώ θέλω να επισημάνω ότι άμεσα ο ΕΛΓΑ και ο Πρόεδρός του έρχεται στις πληγείσες περιοχές και μάλιστα μεθαύριο, την Τρίτη, θα είναι στην Αργολίδα για να δει από κοντά και να προχωρήσει γρήγορα τις διαδικασίες προκειμένου να υπάρξει μια δίκαιη αποζημίωση των πληγέντων.
Και βεβαίως, αρκεί να συγκρίνει κανείς τα ευρύτερα αποτελέσματα που παράγει η σημερινή κυβέρνηση σε όλα τα κρίσιμα πεδία της δημόσιας πολιτικής, με τις αντίστοιχες επιδόσεις της προηγούμενης περιόδου.
Χαρακτηριστικότερο βεβαίως παράδειγμα είναι η πορεία της εθνικής μας οικονομίας.
Η χώρα μας, μετά τη σκληρή περιπέτεια της οικονομικής κρίσης γνώρισε σχεδόν αμέσως μετά τη νέα περιπέτεια της πανδημίας.
Μέσα σ’ αυτό το εξαιρετικά δύσκολο όμως περιβάλλον, των απαγορευτικών και της μεγάλης διατάραξης των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων, μια παγκόσμια συνθήκη που έγινε ακόμη πιο δύσκολη και από την ταυτόχρονη ενεργειακή κρίση, η ελληνική οικονομία και όρθια παραμένει, και οι προοπτικές της για μια δυναμική και βιώσιμη ανάπτυξη την επόμενη περίοδο αναγνωρίζονται από όλους τους έγκυρους αναλυτές και τους διεθνείς οργανισμούς.
Με στοχευμένες δράσεις περιορίσαμε δραστικά τις επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία και τα νοικοκυριά, ενισχύουμε τις επενδύσεις και τη δημιουργία πραγματικών θέσεων εργασίας, μειώνουμε αποτελεσματικά το φορολογικό και ασφαλιστικό βάρος που επωμίζονται οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, αντιμετωπίζουμε τις επιπτώσεις της εξωγενούς αύξησης των τιμών της ενέργειας και των πληθωριστικών πιέσεων.
Και ταυτόχρονα, διασφαλίσαμε κονδύλια συνολικού ύψους 80 δις ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το νέο ΕΣΠΑ για την ενίσχυση της οικονομίας και τη μετάβαση σε ένα νέο και δυναμικό παραγωγικό υπόδειγμα για την πατρίδα μας.
Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, όπως και ολόκληρος ο πλανήτης, ζουν αυτά τα χρόνια τη μεγάλη ταλαιπωρία της πανδημίας.
Αναγκαστήκαμε να κλειστούμε για μεγάλο διάστημα στα σπίτια μας. Είδαμε επιχειρήσεις να κλείνουν προσωρινά στο πλαίσιο των αναγκαστικών μέτρων για τον περιορισμό των μολύνσεων.
Αλλά κανείς και καμία δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα διαχειριζόταν αποτελεσματικότερα αυτή την συνθήκη. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν η αξιωματική αντιπολίτευση επιμένει στη στείρα πρακτική του μηδενισμού και της δημαγωγίας, τη μια μέρα να κλείνουν προβεβλημένα στελέχη της στους αντιεμβολιαστές, και την άλλη μέρα να ζητούν ακόμη πιο αυστηρά μέτρα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ανεξαρτήτως ιδεολογικών καταβολών είναι σήμερα απολύτως βέβαιοι ότι σε όλα τα κρίσιμα πεδία -στη διαχείριση της πανδημίας και της εξωγενούς ενεργειακής κρίσης, στην οικονομία και την ανάπτυξη, στην εξωτερική πολιτική, στην παιδεία και την υγεία παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προβλήματα και κενά καθώς όπως είπε και η Υπουργός, η κυρία Γκάγκα, υπάρχουν ελλείψεις σε ειδικότητες γιατρών, στη ψηφιακή μεταρρύθμιση και την αναβάθμιση του κράτους – δεν τίθεται καν ζήτημα σύγκρισης της Νέας Δημοκρατίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε στο επίπεδο των αρχών και των προτάσεων, ούτε πολύ περισσότερο στο επίπεδο του παραγόμενου αποτελέσματος των εφαρμοσμένων πολιτικών.
Η σύγκριση λοιπόν που επιχείρησε ο ΣΥΡΙΖΑ με αυτή την πρόταση δυσπιστίας μόνο ως κίνηση απόγνωσης μπορεί να ερμηνευτεί.
Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη, θα συνεχίσει να προχωρά με υπευθυνότητα για να κάνει πράξη το σύνολο των δεσμεύσεων που αναλάβαμε προεκλογικά έναντι των πολιτών και για τα οποία θα κριθούμε στο τέλος της τετραετίας.
Για μια κοινωνία ευημερίας, προκοπής και δικαιοσύνης. Για ένα κράτος σύγχρονο, αποτελεσματικό, αρωγό στον πολίτη. Για μια Ελλάδα ισχυρή και περήφανη».