Της Μάρως Βασιλειάδου
Η κεντρική υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ) συμμετείχε και στις 18 επίσημες ομάδες δράσεων που διεξήγαγαν τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Τα συγκεντρωτικά στοιχεία που αφορούν τη λειτουργία τους το 2021 είναι εντυπωσιακά. Η κεντρική υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ) συμμετείχε και στις 18 επίσημες ομάδες δράσεων που διεξήγαγαν τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και παρείχε υποστηρικτικό αρχειακό υλικό για ανάλογες δράσεις άλλων 68 φορέων. Οι υπηρεσίες του Αναγνωστηρίου, υπό συνθήκες πανδημίας και με την τήρηση των περιοριστικών μέτρων, εξυπηρέτησαν 601 ερευνητές και 544 πολίτες, διακίνησαν 3.600 φακέλους αρχειακού υλικού και εξυπηρέτησαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου 1.285 αιτήματα ερευνητών παρέχοντας πάνω από 10.000 ψηφιακά αντίγραφα.
«Το 2021 ήταν πολύ απαιτητικό για τα Γενικά Αρχεία του Κράτους λόγω της ιστορικής επετείου. Για αυτό τον λόγο έγινε μια ειδική έκθεση πεπραγμένων από την κεντρική υπηρεσία –τα συγκεντρωτικά στοιχεία των περιφερειακών υπηρεσιών θα βρίσκονται κι αυτά σύντομα στη διάθεσή μας–, που αποδεικνύει ότι, παρά τα προβλήματα και σε συνθήκες πανδημίας, είχαμε μια πολύ παραγωγική χρονιά», λέει στην «Κ» η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ), Αμαλία Παππά.
«Την άμεση εξεύρεση μιας νομοθετικά πρόσφορης λύσης η οποία θα διασφαλίζει τη διοικητική αυτοτέλεια των ΓΑΚ» θεωρεί αναγκαία η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια Αμαλία Παππά.
Ωστόσο από το 2019, με την τροποποίηση του νομικού πλαισίου λειτουργίας τους, τα ΓΑΚ αναδιοργανώθηκαν μεν, αλλά λόγω κενών στις διοικητικού περιεχομένου διατάξεις που αφορούν τη διενέργεια των προμηθειών τους διανύουν εδώ και τρία χρόνια μια από τις δύσκολες περιόδους τους. «Το πρόβλημα είναι υπαρκτό», εξηγεί η κ. Παππά. «Τα ΓΑΚ εκτείνονται σε όλο το εύρος της ελληνικής επικρατείας με 58 υπηρεσίες. Αυτή η γεωγραφική διασπορά εξυπηρετεί ιστορικά την αποστολή τους, όμως οι ανάγκες του φορέα είναι εξειδικευμένες. Για να συνεχίσει το έργο του ο φορέας και να μην ανασταλεί η λειτουργία του πρέπει να λειτουργήσει σε θεσμικό πλαίσιο χωρίς νομικά κενά ή διοικητικές ελλείψεις. Αναγκαία και ικανή συνθήκη για την επαναφορά της εύρυθμης και ασφαλούς λειτουργίας της υπηρεσίας είναι η άμεση εξεύρεση μιας νομοθετικά πρόσφορης λύσης η οποία θα διασφαλίζει τη διοικητική αυτοτέλεια των ΓΑΚ, ώστε να είναι σε θέση να απορροφούν τους προϋπολογισμούς που διαθέτουν».
Ολοι όσοι έχουμε έρθει σε επαφή με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, ερευνητές, ιστορικοί και το ευρύ κοινό, έχουμε διαπιστώσει τη σημασία αυτού του εθνικού ιστορικού αρχειακού φορέα. Η υπηρεσία διαφυλάσσει σε όλη τη χώρα 121 χιλιόμετρα αρχειακού υλικού από τον 10ο αιώνα για περισσότερα από 100 χρόνια. Διασώζει τα αρχεία της δημόσιας διοίκησης, φυλάσσει τα αρχεία των πρωθυπουργών, θεμελιώνει τα δικαιώματα των πολιτών και του ίδιου του κράτους. «Εχουμε μια εθνική αποστολή την οποία υπηρετούμε και θα πρέπει να προσεχθούμε από την πολιτεία ως μια υπηρεσία που διαφυλάσσει μοναδικά τεκμήρια. Το πρόβλημα της ασφάλειας και της συντήρησης των υποδομών μας διαιωνίζεται και εάν συνεχιστεί θα καταλήξει σε αναστολή της λειτουργίας μας», τονίζει η κ. Παππά.
«Το υλικό κινδυνεύει και οι συνθήκες εργασίας σε κάποια ΓΑΚ της περιφέρειας είναι αφόρητες», λέει στην «Κ» ο καθηγητής Χρήστος Λούκος.
Λατρεία της Ιστορίας, αδιαφορία για τα τεκμήρια
«Το πρόβλημα πλέον έχει φτάσει σε αδιέξοδο», λέει στην «Κ» ο καθηγητής Ιστορίας Νεοτέρων Χρόνων στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Χρήστος Λούκος, πρώην μέλος της εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ). «Προσωπικά, έχω μια εικόνα των περιφερειακών δομών, που ουσιαστικά λειτουργούν με τη φιλοτιμία των εργαζομένων. Ο ίδιοι ασχολούνται με την καθαριότητα, έχουν ελλείψεις στην πυρασφάλεια, ενώ δεν υπάρχει η δυνατότητα να γίνει απεντόμωση, βασική προϋπόθεση για την προστασία των αρχείων», προσθέτει.
Ο ίδιος επισκέπτεται συχνά τις περιφερειακές υπηρεσίες των ΓΑΚ, ως ερευνητής ιστορικός, αλλά και με την ομάδα των φοιτητών του. «Φέτος το καλοκαίρι το πρόβλημα συσσωρεύτηκε και το διαπίστωσα προσωπικά», τονίζει. «Το υλικό κινδυνεύει και οι συνθήκες εργασίας σε κάποια ΓΑΚ της περιφέρειας είναι αφόρητες. Δεν μπορούμε να μιλάμε για το παρελθόν, να κάνουμε εκδηλώσεις για την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, και να υπάρχει τέτοια αδιαφορία εκ μέρους της πολιτείας. Ποιος έχει την ευθύνη εάν καταστρέφονται έγγραφα του 19ου αι.; Είμαι υπέρμαχος του να δώσουμε μάχη για τα έργα της ελληνικής αρχαιότητας και τη συντήρηση κειμηλίων του Βυζαντίου. Αλλά γιατί αγνοούμε τα τεκμήρια της νεότερης ιστορίας; Επί 30 χρόνια αγωνιστήκαμε ώστε να οργανωθούν τα ΓΑΚ, να λειτουργούν και να εξυπηρετούν σωστά. Εχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε, εάν πληροφορηθούμε ότι καταστράφηκε έστω και ένα αρχείο, θα υποβάλουμε μήνυση, ζητώντας αποζημίωση ενός ευρώ. Μόνο και μόνο για να αντιληφθεί η ελληνική κοινωνία τη σημασία ενός αρχείου».
Σε αυτό το πλαίσιο, και με ανάλογη ανησυχία μιλάει στην «Κ» ο Δημήτρης Δημητρόπουλος, διευθυντής Ερευνών του Τοµέα Νεοελληνικών Ερευνών στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών. Ο ίδιος είναι ένας από τους πολλούς χρήστες της ψηφιακής πλατφόρμας «Αρχειομνήμων», η οποία περιέχει εκατοντάδες χιλιάδες ψηφιοποιημένα αρχεία από όλη την Ελλάδα. Πρόκειται για μια υπηρεσία των ΓΑΚ, που ιδίως στη διάρκεια της καραντίνας είχε μέγιστη σημασία για τους ιστορικούς, ενώ παράλληλα συμβάλλει ώστε να διατηρείται καλύτερα το πρωτότυπο χαρτώο υλικό περιορίζοντας την επαφή με τα ανθρώπινα χέρια.
«Η πλατφόρμα, πλούσια και σημαντική ούτως ή άλλως, υπήρξε η μοναδική επιλογή για έρευνα όσων ασχολούμαστε με το 1821, στο διάστημα της υποχρεωτικής εργασίας εξ αποστάσεως», εξηγεί ο κ. Δημητρόπουλος. «Ωστόσο, πολλές φορές το πρόγραμμα δεν μας επέτρεπε την πρόσβαση. Αιτία, όπως πληροφορηθήκαμε, η κακή τεχνική συντήρησή του, που μάλιστα δεν οφειλόταν στην έλλειψη χρημάτων αλλά σε διαδικαστικά ζητήματα. Αυτό συνδέεται με το γενικότερο πρόβλημα του πώς αντιμετωπίζουμε τα κατάλοιπα της Ιστορίας μας. Στην Ελλάδα υπάρχει ένα δίπολο: από τη μια πλευρά λατρεύουμε την Ιστορία και, από την άλλη, αδιαφορούμε για τα τεκμήρια που τη στοιχειοθετούν».