Μια θλιβερή διαπίστωση γίνεται και φέτος στο αργολικό μπάσκετ, αναφορικά με τους παίκτες που απαρτίζουν το ρόστερ σχεδόν κάθε ομάδας, στις τοπικές κατηγορίες των πρωταθλημάτων που διοργανώνει η ΕΣΚΑΚ.
Δεν αναφέρομαι ουδόλως στο ταλέντο και την αξία των παικτών. Δεν με βρίσκει καθόλου αντίθετο να βλέπω ανθρώπους 40άρηδες (εξ ’ου και ο τίτλος του άρθρου) να μπαίνουν στο γήπεδο με την ίδια φλόγα στα μάτια, που τους θυμάμαι από τα παιδικά μας χρόνια, να κουβαλούν ολόκληρη την ομάδα στην πλάτη τους και να διαπρέπουν.
Η κουβέντα δεν γίνεται για αυτούς που παίζουν, αλλά για αυτούς που δεν παίζουν.
Παρατηρώντας τις ηλικίες των παικτών που απαρτίζουν τις ομάδες μας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θα διαπιστώσουμε πως ο πιτσιρικάς είναι ο 30άρης.
Αναφορικά με την ομάδα μου δε, οι παίκτες του εφηβικού που περιμέναμε να την στελεχώσουν δεν φάνηκαν ποτέ και εξ ’όσων γνωρίζω δεν αποτελεί κάτι τέτοιο εξαίρεση του κανόνα, αλλά το ίδιο τον κανόνα.
Δεν ξέρω εάν το πρόβλημα βρίσκεται στην αλλαγή τρόπου ζωής και διασκέδασης των νέων, που μονοπωλείται από tablet, smartphones και την εικονική πραγματικότητα των social media, ή εάν όλοι εμείς, που ασχολούμαστε με το άθλημα, δεν έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα να κάνουμε αυτά τα παιδιά να αγαπήσουν αυτό που κάνουν.
Δεν γνωρίζω σε ποιόν βαθμό ασχολείται η μέση Ελληνική οικογένεια και εάν δίνει πραγματική βαρύτητα σε αυτό που σημαίνει αθλητισμός (με την ευρύτερη έννοια του όρου και την σημασία της δια βίου άσκησης για τον άνθρωπο) για τα παιδιά της και κατά πόσο ισχύει σε γενικότερο κανόνα, αυτό που κατά καιρούς έχω ακούσει «αφού δεν θα γίνει και Σπανούλης τι το θέλουμε το μπάσκετ; Άστον να βρει καμιά δουλειά να φέρει κάνα φράγκο». Οπότε ο αθλητισμός θα ξεκινήσει στην ηλικία των 6-7 ετών για το παιδί και θα σταματήσει, ελέω πανελλαδικών εξετάσεων, περίπου στα 16-17.
Σε συνάντηση που είχαμε όλα τα σωματεία με τον σημερινό πρόεδρο της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης την περίοδο του προεκλογικού του αγώνα, παρέθεσα την γνώμη μου (όταν ρωτήθηκα αντιστοίχως) για το ποιο είναι το πρόβλημα. Είχα απαντήσει τότε λοιπόν πως τα προβλήματα είναι δυο.
Αυτό που μπορεί να διορθωθεί: μεγάλη έλλειψη προπονητικών χώρων και γηπέδων. Αδιανόητο να στριμώξουμε μπάσκετ, βόλεϊ, χάντμπολ κλπ. σε τμήματα αγοριών και κοριτσιών κάθε ηλικίας, σε ένα μόνο κλειστό γήπεδο, που διαθέτει αντιστοίχως το κάθε ένα από τα μεγάλα αστικά κέντρα της Αργοναυπλίας τα τελευταία 50!!! περίπου χρόνια. (Ευτυχώς για τα παιδιά του Αργειακού Εσπέρου υπάρχει το ανοιχτό τσιμεντένιο προπονητικό του 2ου δημοτικού Άργους, που με την δροσούλα των ημερών είναι ό,τι πρέπει για προπόνηση).
Και αυτό που δεν μπορεί να διορθωθεί: η ύπαρξη πανεπιστημίων που θα επέτρεπε ή να κρατήσουμε εδώ τα νέα παιδιά ή να υποδεχτούμε άλλα (π.χ. Πάτρα).
Η προεκλογική δέσμευση του προέδρου ισχύει και ευχής έργον θα ήταν να γίνει πράξη, καθώς και να κινητοποιηθούν επιτέλους οι τοπικοί άρχοντες προς επίτευξή της.
Οψόμεθα.
Όπως και να έχει όμως και στραβός είναι ο γιαλός και στραβά αρμενίζουμε.
Τα δοκάρια στο γρασίδι περιμένουν τα παιδιά έλεγαν το μακρινό 2001 οι Πυξ Λαξ και σήμερα αυτή η φράση είναι πολύ πιο επίκαιρη από τότε.
Στο χέρι όλων μας είναι.
Είναι όμως;
Ή μήπως… dear basketball καλά σαράντα;