Με αφορμή τα τελευταία αυξανόμενα περιστατικά γυναικοκτονιών αλλά και άσκησης βίας σε βάρος γυναικών ,ένιωσα την ανάγκη να παρέμβω και ως φόρο μνήμης στις γυναίκες που έχασαν τη ζωή τους ή παλεύουν για αυτή, μετά από τραυματισμό, να πω δύο λόγια.
Δυστυχώς στους πρώτους εφτά μήνες του 2022 μετράμε δώδεκα νεκρές γυναίκες ενώ την περσινή χρονιά χάθηκαν δεκαεφτά γυναίκες. Σημασία έχει πως αυτές οι γυναίκες θα μπορούσαν να ζουν και να είναι κοντά στα πρόσωπα που τις έχασαν, αλλά δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει , γιατί κάποιος πρώην ή νυν σύντροφος, σύζυγος επέλεξε να τους αφαιρέσει το δικαίωμα αυτό, θεωρώντας πως είναι κτήμα τους και πως έχουν το δικαίωμα να αφαιρέσουν τη ζωή ενός ανθρώπου που τους εμπιστευόταν και που μαζί είχαν κάνει όνειρα ή οικογένεια.
Είναι πολύ δύσκολο να δεχθεί κανείς ότι ένας άνθρωπος που αγαπούσε το θύτη μέχρι εκείνη τη στιγμή ή που το είχε αγαπήσει λίγο καιρό πριν, που μοιράστηκε στιγμές, ώρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια, μία ζωή μαζί του, αφαιρεί τη ζωή αυτού του ανθρώπου γιατί τον αρνήθηκε, γιατί επέλεξε να μη συνεχίσει να ζει μαζί του, ή γιατί του είπε μία κουβέντα, που ο άλλος «όντας άντρας» δεν την ανέχθηκε.
Η Ελληνική κοινωνία θα πρέπει σίγουρα να προβληματιστεί περισσότερο και να αλλάξουν πολλά. Πρώτα από όλα θα πρέπει να αλλάξει η ίδια η οικογένεια και η ανατροφή των παιδιών να αποτελεί πλήρη εργασία. Δεν κάνουμε παιδιά για να κάνουμε παιδιά. Κάνουμε παιδιά για να φέρουμε στην κοινωνία σωστούς πολίτες, ανθρώπους που θα σέβονται κάθε άλλο άνθρωπο, που θα τον θεωρούν ισότιμο και ισάξιο είτε είναι άντρας, είτε είναι γυναίκα.
Δυστυχώς οι παλιές νοοτροπίες έχουν ριζώσει για τα καλά και δεν λένε να αλλάξουν. Για να γίνει αυτό πρέπει οι γονείς να συμβάλλουν τα μέγιστα, αφού η οικογένεια είναι το πρώτο περιβάλλον του παιδιού. Κατόπιν το σχολείο θα πρέπει να φροντίσει να περάσει στα παιδιά την ισότητα των δύο φύλων, όχι μόνο σε τυπικά θέματα, αλλά σε ουσιαστικά. Ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής είναι μείζον μάθημα, που θα πρέπει να διδάσκεται από τον παιδικό σταθμό.
Και βέβαια οφείλει η ίδια η κοινωνία να αλλάξει. Οι νόμοι πρέπει να γίνουν πιο αυστηροί και οι ποινές παραδειγματικές για τους γυναικοκτόνους, για τους ανθρώπους που ασκούν βία στις γυναίκες τους, στις συντρόφους τους, στις φίλες τους. Δεν μπορεί να θρηνούμε καθημερινά και από μία γυναίκα, τον άνθρωπο που φέρνει στον κόσμο τη ζωή, που θα έπρεπε να την σεβόμαστε και να μην την αγγίζουμε παρά μόνο για να της προσφέρουμε αγάπη, τρυφερότητα, κατανόηση και στήριξη.
Άλλωστε η γυναίκα μας, η σχέση μας, η σύντροφός μας είναι ο άνθρωπος που έχουμε επιλέξει. Αν για κάποιον λόγο δεν μπορούμε να είμαστε μαζί του, δεν μπορούμε να συνυπάρξουμε, θα πρέπει να επιλέξουμε άλλο δρόμο και όχι να του αφαιρέσουμε τη ζωή ή να του ασκήσουμε βία. Φυσικά το ίδιο το σύστημα πάσχει σε αυτό το θέμα και οι γυναίκες που έχουν υποστεί βία, δεν έχουν εκείνο το υποστηρικτικό περιβάλλον πάντα, ώστε να φύγουν από τον σύντροφο, σύζυγο που τις κακοποιεί και έτσι της γυναικοκτονίας έχει προηγηθεί στις περισσότερες των περιπτώσεων τουλάχιστον ένα περιστατικό άσκησης βίας.
Αλλά και όταν φεύγει η γυναίκα πάλι, όπως δείχνουν τα περιστατικά που καταγράφονται, δεν είναι εύκολο να γλιτώσει. Και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το δει η Πολιτεία και να βρει τρόπους προστασίας των γυναικών, θυμάτων βίας ώστε να μην φθάσουμε στη γυναικοκτονία.
Αν δεν αυστηροποιηθούν, όμως, οι ποινές και αν δεν υπάρξει παραδειγματική τιμωρία των γυναικοκτόνων, δεν θα υπάρξει τέλος στον μακρύ κατάλογο των γυναικών που χάνουν τη ζωή τους από «αγάπη», που δυστυχώς δεν είναι αγάπη, αλλά ζήλια, εγωισμός, ανάγκη για άσκηση εξουσίας σε αυτόν που θεωρούν κατώτερο τους. Και αυτό αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας να το πράξει.