Το δεύτερο και σημαντικό κομμάτι της αποστολής χαρτογράφησης και μελέτης του σπηλαιοβαράθρου ξεκίνησε στις 30 Ιουλίου.
Ήδη η διακλάδωση όπου θα γίνει η πρώτη κατάδυση στα - 730 έχει αρματωθει και είναι έτοιμη.
Από χθες συνεχίζεται το αρμάτωμα στο κύριο κλάδο του σπηλαίου για τα - 1200 με τον Γιώργο Αγγελόπουλο και Μάκη Μπενεζη της ΕΣΕ, ενώ σήμερα κατεβαίνουν για να συνεχίσουν οι Κώστας Αδαμόπουλος (ΣΠΟΚ) και Μάρκος Βαξεβανοπουλος (ΧΕΙΡΩΝ).
Οι στόχοι της αποστολής είναι:
1) Κατάδυση στα -730 και στα -1208m
2) Χαρτογράφηση με DistoX
3) Γεωλογική αποτύπωση και μελετη
4) Δειγματοληψία για μελέτη της πανίδας
Την αποστολή διοργανώνουν η ελληνική σπηλαιολογική κοινότητα με την υποστήριξη της Σπηλαιολογικής Ομοσπονδίας Ελλάδας και σπηλαιολογικών συλλόγων ενώ αρωγός της προσπάθειας είναι ο Δήμος Αποκορώνου.
Η είσοδος της σπηλιάς βρίσκεται στα 1.600 μ. ενώ το βάραθρο που θα αποτυπωθεί έχει βάθος 1.208 μ. Πρόκειται για το βαθύτερο γνωστό σπήλαιο αυτού του είδους στην Ελλάδα κι ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Τον Αύγουστο, αναμένεται να πραγματοποιηθούν καταδύσεις από ειδικούς σπηλαιοδύτες, καθώς στο βάθος του σπηλαιοβαράθρου υπάρχει λίμνη.
Το σπηλαιοβάραθρο "Γουργούθακας"
Ο Γουργούθακας βρίσκεται στην περιοχή Ατζινόλακκας των Λευκών Ορέων και είναι μέχρι σήμερα το βαθύτερο γνωστό σπηλαιοβάραθρο της Ελλάδας με συνολικό βάθος 1208 μ.
Η περιοχή παρουσιάζει μεγάλο σπηλαιολογικό ενδιαφέρον καθώς εκτός από τον "Γουργούθακα" υπάρχει πληθώρα άλλων σπηλαίων, όπως το σημαντικό "Μαύρο Σκιάδι", ένα από τα βαθύτερα κατακόρυφα βάραθρα στην χώρα (342 μ.) καθώς και το 2ο βαθύτερο βάραθρο της χώρας, την "Τρύπα του Λιονταριού" (1110μ).
Εξάλλου, στα Λευκά 'Όρη έχουν καταγραφεί περισσότερα από 1400 σπήλαια - εξαιρετικά μεγάλος αριθμός σε αναλογία με την έκταση του βουνού.
Το σπηλαιοβάραθρο "Γουργούθακας" ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά από την Γαλλική αποστολή "Λευκά Όρη 1981" του SSP (Speleological Society of Plantaurel).
Το βάραθρο καταγράφεται στην αναφορά αυτής της αποστολής με κωδικό LO42 αλλά δεν εξερευνήθηκε λόγω της στενής του εισόδου. Στην αναφορά περιγράφεται ως εξής: «φαίνεται να συνεχίζει για 4 μέτρα. Βγάζει βίαιο ρεύμα παγωμένου αέρα».
To 1990 φτάνει στην περιοχή η Γαλλική ομάδα Speleo Group Catamaran. Η ομάδα αυτή κινείται βασιζόμενη στην αναφορά του 1981. Έτσι εντοπίζει το Γουργούθακα, κάνει διάνοιξη στην είσοδο και κατεβαίνει μέχρι τα 80μ.
Με την βεβαιότητα ότι θα είναι το μεγαλύτερο σπήλαιο της αποστολής τους για τα επόμενα χρόνια μαρκάρει την είσοδο με τον κωδικό LOC1 δηλαδή "Λευκά Όρη Catamaran 1".
Η Γαλλική ομάδα αναζήτησε τυχόν τοπική ονομασία για το σπήλαιο μα καθώς η είσοδος ήταν πολύ μικρή δεν υπήρχε κάτι συγκεκριμένο. Οι βοσκοί όταν ρωτήθηκαν είπαν, εκεί «γουργουθιάζει» το νερό ή κάτι τέτοιο και έτσι βγήκε το όνομα «Γουργούθακας».
Η ομάδα Catamaran επέστρεψε το 1991 οπότε και συνέχισε την εξερεύνηση μέχρι τα 275μ και η προσοχή της ομάδας αποσπάστηκε από το παρακείμενο Λιοντάρι (Τρύπα του Λιονταριού,) οπότε το 1992 δεν υπήρξε καμία πρόοδος στο Γουργούθακα.
Το 1997 η εξερεύνηση συνεχίζεται και είναι η πρώτη φορά που εμφανίζονται Έλληνες σπηλαιολόγοι στην αποστολή (Κ. Αδαμόπουλος, Ν. Μητσάκης) ενώ το σπήλαιο φτάνει 860 χαρτογραφημένο, 1000μ εξερεύνηση.
Το 1998 γίνεται και η πιο σημαντική αποστολή η οποία θα αποδώσει και το σημερινό βάθος του σπηλαίου (1208μ) με το οποίο κατατάσσεται ακόμη και σήμερα σαν το βαθύτερο στην χώρα.
Η αποστολή αυτή ήταν η πιο οργανωμένη, είχε στηθεί τηλέφωνο μεταξύ της κατασκήνωσης βάσης και της κατασκήνωσης στα 700μ εντός του «Γουργούθακα», ενώ ένα ζευγάρι Ελβετών οι οποίοι ζούσαν στην Κρήτη και συνδέθηκαν με την ομάδα του Catamaran μέσα από τα χρόνια, διέθεσαν χρήματα για την μίσθωση ενός ελικόπτερου το οποίο χρησιμοποιήθηκε το 1998 για την μεταφορά των υλικών την αποστολή,μεταξύ των οποίο και το τραπέζι που βρίσκεται σήμερα μέσα στο ΛΟ1 και χρησιμοποιείται από όλες τις μεταγενέστερες αποστολές έκτοτε.
Πέρα από την δυσκολία πρόσβασης αξίζει να σημειωθεί ότι στον Ατζινόλακκα ένα από τα προβλήματα διαβίωσης είναι το πόσιμο νερό. Γι' αυτό το λόγο πραγματοποιούνταν συχνές καταβάσεις στο σπηλαιοβάραθρο (με το όνομα Κέραμος ή LO23) απ' όπου σε βάθος 60 μ. αντλούνταν ποσότητες νερού για τις αποστολές όλα αυτά τα χρόνια.
Μετά την εξερεύνηση του 1998 Έλληνες σπηλαιολόγοι (ΣΕΛΑΣ-ΣΠΟΚ) επιχείρησαν να επαναλάβουν την εξερεύνηση το 1999 καταφέρνοντας να φτάσουν μέχρι τα 985μ.
Χρειάστηκε μια ακόμη αποστολή του ΣΕΛΑΣ το 2001 για να γίνει εφικτή η κατάβαση / επανάληψη από Έλληνες για πρώτη φορά.
Από τότε, πέραν μιας μάλλον αποτυχημένης προσπάθειας Τσέχων μέχρι τα 600μ, δεν γνωρίζουμε άλλη αποστολή να έχει επαναλάβει το σπήλαιο μέχρι το 2022, οπότε έχουμε εξελίξεις.
Το εσωτερικό του Γουργούθακα
Χαρακτηριστικό του «Γουργούθακα» είναι τα μεγαλειώδη πηγάδια του και οι άκρως εντυπωσιακοί καταρράκτες του, ειδικά στα χαμηλότερα επίπεδα του.
Η θερμοκρασία του είναι σταθερά στους 6 βαθμούς ενώ το ρεύμα αέρα στην είσοδο είναι πραγματικά εντυπωσιακό.
Το βάραθρο ξεκινά με ένα κατακόρυφο τμήμα 230 μέτρων το οποίο αρχικά εξελίσσεται με μικρά πηγάδια – όχι ιδιαίτερα ευρύχωρα μέχρι τα 60μ ενώ από εκεί και μέχρι τα 230μ οι διαστάσεις μεγαλώνουν (10-15 μέτρα διάμετρο).
Ακολουθεί ο μαίανδρος μεταξύ 230 και 330μ ο οποίος είναι σχετικά στενός.Στο τέρμα του ένα πηγάδι 155μ. εντυπωσιάζει.
Στον πάτο του πηγαδιού αυτού σταμάτησε η εξερεύνηση το 1996 καθώς εκεί σχεδόν ξεκινά το πιο εντυπωσιακό από τα πηγάδια του Γουργούθακα το Ρ.208.
Το πηγάδι αυτό εξελίσσεται με μια διατομή 8 μέτρων περίπου και προς το τέλος του οι διαστάσεις γίνονται 60 Χ 25 μέτρα στα οποία κατεβαίνεις στην ουσία μέσα σε μια τεράστια αίθουσα.
Η κατάβαση αυτή με το σκοινί δίνει μια αίσθηση αιώρησης στο κενό. Αφού πατήσει κανείς εκεί η παρουσία τρεχούμενου νερού είναι πλέον μόνιμη, χειμώνα – καλοκαίρι.
Το ένα παρακλάδι γίνεται μαίανδρος και καταλήγει σε σιφώνι σε βάθος 720μ. Το άλλο παρακλάδι στρίβει δεξιά κατηφορίζοντας και εκεί υπάρχει τόπος για την κατασκήνωση των σπηλαιολόγων.
Από μια μικρή οπή η εξερεύνηση συνεχίζεται με μικρότερες και πάλι διαστάσεις αλλά μόνιμη πλέον ροή νερού το οποίο σχηματίζει μικρούς καταρράκτες τους οποίους οι σπηλαιολόγοι κατεβαίνουν όπως είναι φυσικό με σκοινιά.
Σε βάθος 830μ το νερό πολλαπλασιάζεται Αν κάποιος ανέβει ανάποδα την εισροή συναντά έναν πολύ όμορφο καταρράκτη 10-12 μέτρων (καταρράκτης «Marcel»).
Το βάραθρο συνεχίζει με μικρούς καταρράκτες και μετά τα -1000 μέτρα βάθος το τοπίο αλλάζει: δύο υπέροχα πηγάδια διαδοχικά, ο «Σάμουελ» (55 μέτρων ύψους) και η «Εύα» (64 μέτρων ύψους) είναι πραγματικά εντυπωσιακά.
Ειδικά στο πρώτο το νερό σχηματίζει καταρράκτη και ο σπηλαιολόγος κατεβαίνει με το σκοινί κάτω από το νερό χωρίς να βρέχεται στα πρώτα μέτρα γιατί με την ορμή του το νερό σχηματίζει έναν κρουνό που το οδηγεί σχεδόν στο κέντρο του πηγαδιού.
Ακολουθεί ένα σχετικά οριζόντιο τμήμα με μικρή κλίση και ροή νερού, σαν ένα μικρό ποτάμι το οποίο φτάνει στο τελικό πηγάδι 9 μέτρων και το μεγαλειώδες σιφόνι (μικρή υπόγεια λίμνη) σε βάθος 1208μ