Σε πολλές χιλιάδες υπολογίζονται οι Ευρωπαίοι ιδιοκτήτες αυτοκινούμενου τροχόσπιτου που θα μπορούσαν να «ξεχειμωνιάσουν» ζεστά στην Ελλάδα, ανταποκρινόμενοι θετικά στο κάλεσμα του υπουργού Τουρισμού Βασίλη Κικίλια.
Οι προϋποθέσεις για αυτό δεν αφορούν σε ιδιαίτερα μεγάλες επενδύσεις, ενώ ήδη πολλοί Βορειοευρωπαίοι κάθε χειμώνα «μεταναστεύουν» σε αναζήτηση ηπιότερου κλίματος, σε Ισπανία και Πορτογαλία, με πολλαπλά τα οφέλη για τις τοπικές οικονομίες των χωρών που επισκέπτονται για κάποιους μήνες μέσα στο χειμώνα.
Αυτά επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αντώνης Ζαμπέτας από την ομώνυμη εταιρεία στη Θεσσαλονίκη που εισάγει αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και δραστηριοποιείται και στην αγορά του κάμπινγκ, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «200.000 Γερμανοί ιδιοκτήτες αυτοκινούμενου τροχόσπιτου ξεχειμωνιάζουν κάθε χρόνο στην Ισπανία, αφήνοντας κατά μέσο όρο 1.000-1.500 ευρώ μηνιαίως ανά οικογένεια στη χώρα, ενώ είναι και άλλοι, όπως Ολλανδοί και Άγγλοι που "ψηφίζουν" Πορτογαλία».
Σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η Ελλάδα φιλοξενεί ελάχιστα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα «χάνοντας πολύτιμα κεφάλαια από τον περιοδεύοντα τουρισμό», επισήμανε ο ίδιος και πρόσθεσε, ότι με τις ενέργειές της η τρέχουσα κυβέρνηση ναι μεν «ξεκλείδωσε» την αγορά, αλλά ακόμη η χώρα υπολείπεται σε υποδομές και θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση και λειτουργία χώρων στάθμευσης (camper stop), προκειμένου να μπορέσει να φιλοξενήσει «όλους αυτούς που δεν διστάζουν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, τρέχοντας μακριά από τους δριμείς χειμώνες».
Ανάγκη εθνικής στρατηγικής & δημιουργίας camper stop για τα αυτοκινούμενα
«Το αυτοκινούμενο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς μελλοντικούς τρόπους τουρισμού για την Ελλάδα και η ανάπτυξή του μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά και στην πολυπόθητη επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου στην Ελλάδα», επισήμανε ο κ. Ζαμπέτας, υπογραμμίζοντας ότι ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων κάμπινγκ και του εξοπλισμού και των ανταλλακτικών της, ανήλθε το 2021 στην ΕΕ στα 120 δισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το εθνικό ακαθάριστο προϊόν της Ελλάδας.
Ωστόσο, χωρίς τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την προσέλκυση της αγοράς των τουριστών αυτοκινούμενου τροχόσπιτου και την υλοποίηση επενδύσεων σε υποδομές, «η χώρα μας δε θα καταφέρει να επωφεληθεί στο βαθμό που μπορεί, με δεδομένο μάλιστα ότι αποτελεί μια από τις πιο αγαπητές παγκοσμίως, μεταξύ άλλων για τον πολιτισμό, το κλίμα και τη γαστρονομία της», σημείωσε.
Έτσι, χωρίς νομοθετικό πλαίσιο που θα ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των χώρων στάθμευσης (camper stop) για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα-σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας νόμιμος- «πως θα έρθουν στην Ελλάδα οι ξένοι να ξεχειμωνιάσουν;», αναρωτήθηκε ο ίδιος.
Το αυτοκινούμενο ανήκει στην κατηγορία Μ1 Ι.Χ. αυτοκινήτων και έτσι μπορεί να σταθμεύσει όπου κι ένα ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι να προβεί σε ενέργειες κάμπινγκ, δηλαδή να ανοίξει παράθυρα, τέντες, να βγάλει τραπεζοκαθίσματα. «Αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζεται ειδικός χώρος, όπου εκτός της στάθμευσης θα μπορεί να κάνει και σέρβις. Δηλαδή να πάρει νερό και να αδειάσει τις δεξαμενές λυμάτων. Ο χώρος αυτός ονομάζεται διεθνώς camper stop, μπορεί να είναι αποκλειστικά για αυτοκινούμενα αλλά και μικτός με άλλα ΙΧ αυτοκίνητα (πάντα όμως οριοθετημένος για τα αυτοκινούμενα)», σημείωσε.
Ουσιαστικά, «μιλάμε για χώρους, όπου κάποιος μπορεί να σταθμεύσει με μικρό κόστος παραμονής (ακόμη και δωρεάν για π.χ. 24 ώρες παραμονής) και που -μεταξύ άλλων- είναι περιφραγμένοι, με φωτισμό, έλεγχο εισόδου/εξόδου και με μπάρα για πληρωμή», εξήγησε, διευκρινίζοντας πως η επένδυση για την ίδρυση ενός τέτοιου ειδικού χώρου στάθμευσης/camper stop, ξεκινά από τα 500 ευρώ και φτάνει «μέχρι όπου θέλει κάποιος ανάλογα με τις υπηρεσίες που επιθυμεί να προσφέρει». Πρόσθεσε δε ότι έχει ήδη έτοιμο σχετικό business plan, το οποίο έπειτα και από την επίσκεψή του στην Παγκόσμια Έκθεση Τροχόσπιτων στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, προτίθεται να το παρουσιάσει και να το καταθέσει σε στελέχη του υπουργείου Τουρισμού.
Στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 20.000 camper stop, «ενώ στους διεθνείς καταλόγους των camper stop, για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι δεν υπάρχουν επίσημοι τέτοιοι χώροι και οι αναγραφόμενοι είναι με επιφύλαξη».
Αυξημένη ως και 60% η φετινή κίνηση - Πώς «ξεκλείδωσε» η αγορά
Αυξημένη ως και 60% -σε σχέση με πέρυσι- καταγράφεται η φετινή έλευση ξένων αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στη χώρα μας από Βαλκάνια, Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία, Ολλανδία και Γαλλία. Καθ όλη την διάρκεια του καλοκαιριού «περιοδεύουν και ταξιδεύουν σε όλη την Ελλάδα», όπως γνωστοποίησε ο κ. Ζαμπέτας.
Συνολικά στην ΕΕ και με βάση τα επίσημα στοιχεία του European Caravan Federation (ECF), υπάρχουν 2,8 εκατ. αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, ενώ κάθε χρόνο, την τελευταία τριετία, ταξινομούνται στην Ευρώπη περί τα 150.000 νέα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Ζαμπέτα, με τη σημαντική μείωση του φόρου εισαγωγής για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, κατά 75%, από 20.000 ευρώ σε περίπου 2.000-3.500 ευρώ για ένα μεταχειρισμένο και σε περί τα 5.000 ευρώ για ένα καινούριο «από τον Ιανουάριο του 2021 μέχρι και σήμερα εισήλθαν στη χώρα μας 175 νέα και μεταχειρισμένα και θα είχαμε ακόμη περισσότερα, εάν δεν υπήρχε καθυστέρηση στο χρόνο παράδοσης από τις κατασκευάστριες εταιρείες στην ΕΕ».
«Η αγορά του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου στην Ελλάδα "ξεκλείδωσε" με τις ενέργειες της σημερινής κυβέρνησης, που αποτελεί τη μόνη που μετά από έντεκα χρόνια ασχολήθηκε με τον κλάδο», υπογράμμισε ο κ. Ζαμπέτας, σημειώνοντας και ότι επιπλέον προβλέφθηκε απαλλαγή από τη μέτρηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά την εισαγωγή στο τέλος ταξινόμησης ως όχημα ειδικού σκοπού στην ΕΕ.
Στις θετικές ενέργειες που έγιναν και λειτούργησαν ευεργετικά για τον κλάδο του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, συγκαταλέγεται σύμφωνα με τον ίδιο και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα μετά από 40 χρόνια. Βάσει της νέας νομοθεσίας, τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα διαθέτουν πλέον ειδική ξεχωριστή πινακίδα και ανεξάρτητη άδεια κυκλοφορίας και έτσι, όπως σημείωσε, δεν αποκλείεται να ανοίξει και η αγορά ενοικίασης τους. Άλλωστε όπως τόνισε, «στην Ελλάδα ανέκαθεν υπήρχε η ζήτηση για αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, είτε για αγορά, είτε για ενοικίαση, αλλά ήταν η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου και η υπερφορολόγηση εν μέσω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, που πάγωσε τον κλάδο, αλλά ευτυχώς δεν τον αφάνισε».
Έλενα Αλεξιάδου
Αυτά επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αντώνης Ζαμπέτας από την ομώνυμη εταιρεία στη Θεσσαλονίκη που εισάγει αυτοκινούμενα τροχόσπιτα και δραστηριοποιείται και στην αγορά του κάμπινγκ, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «200.000 Γερμανοί ιδιοκτήτες αυτοκινούμενου τροχόσπιτου ξεχειμωνιάζουν κάθε χρόνο στην Ισπανία, αφήνοντας κατά μέσο όρο 1.000-1.500 ευρώ μηνιαίως ανά οικογένεια στη χώρα, ενώ είναι και άλλοι, όπως Ολλανδοί και Άγγλοι που "ψηφίζουν" Πορτογαλία».
Σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η Ελλάδα φιλοξενεί ελάχιστα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα «χάνοντας πολύτιμα κεφάλαια από τον περιοδεύοντα τουρισμό», επισήμανε ο ίδιος και πρόσθεσε, ότι με τις ενέργειές της η τρέχουσα κυβέρνηση ναι μεν «ξεκλείδωσε» την αγορά, αλλά ακόμη η χώρα υπολείπεται σε υποδομές και θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση και λειτουργία χώρων στάθμευσης (camper stop), προκειμένου να μπορέσει να φιλοξενήσει «όλους αυτούς που δεν διστάζουν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, τρέχοντας μακριά από τους δριμείς χειμώνες».
Ανάγκη εθνικής στρατηγικής & δημιουργίας camper stop για τα αυτοκινούμενα
«Το αυτοκινούμενο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς μελλοντικούς τρόπους τουρισμού για την Ελλάδα και η ανάπτυξή του μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά και στην πολυπόθητη επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου στην Ελλάδα», επισήμανε ο κ. Ζαμπέτας, υπογραμμίζοντας ότι ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων κάμπινγκ και του εξοπλισμού και των ανταλλακτικών της, ανήλθε το 2021 στην ΕΕ στα 120 δισ. ευρώ, ποσό που ισοδυναμεί με το εθνικό ακαθάριστο προϊόν της Ελλάδας.
Ωστόσο, χωρίς τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την προσέλκυση της αγοράς των τουριστών αυτοκινούμενου τροχόσπιτου και την υλοποίηση επενδύσεων σε υποδομές, «η χώρα μας δε θα καταφέρει να επωφεληθεί στο βαθμό που μπορεί, με δεδομένο μάλιστα ότι αποτελεί μια από τις πιο αγαπητές παγκοσμίως, μεταξύ άλλων για τον πολιτισμό, το κλίμα και τη γαστρονομία της», σημείωσε.
Έτσι, χωρίς νομοθετικό πλαίσιο που θα ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των χώρων στάθμευσης (camper stop) για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα-σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας νόμιμος- «πως θα έρθουν στην Ελλάδα οι ξένοι να ξεχειμωνιάσουν;», αναρωτήθηκε ο ίδιος.
Το αυτοκινούμενο ανήκει στην κατηγορία Μ1 Ι.Χ. αυτοκινήτων και έτσι μπορεί να σταθμεύσει όπου κι ένα ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να κάνει είναι να προβεί σε ενέργειες κάμπινγκ, δηλαδή να ανοίξει παράθυρα, τέντες, να βγάλει τραπεζοκαθίσματα. «Αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζεται ειδικός χώρος, όπου εκτός της στάθμευσης θα μπορεί να κάνει και σέρβις. Δηλαδή να πάρει νερό και να αδειάσει τις δεξαμενές λυμάτων. Ο χώρος αυτός ονομάζεται διεθνώς camper stop, μπορεί να είναι αποκλειστικά για αυτοκινούμενα αλλά και μικτός με άλλα ΙΧ αυτοκίνητα (πάντα όμως οριοθετημένος για τα αυτοκινούμενα)», σημείωσε.
Ουσιαστικά, «μιλάμε για χώρους, όπου κάποιος μπορεί να σταθμεύσει με μικρό κόστος παραμονής (ακόμη και δωρεάν για π.χ. 24 ώρες παραμονής) και που -μεταξύ άλλων- είναι περιφραγμένοι, με φωτισμό, έλεγχο εισόδου/εξόδου και με μπάρα για πληρωμή», εξήγησε, διευκρινίζοντας πως η επένδυση για την ίδρυση ενός τέτοιου ειδικού χώρου στάθμευσης/camper stop, ξεκινά από τα 500 ευρώ και φτάνει «μέχρι όπου θέλει κάποιος ανάλογα με τις υπηρεσίες που επιθυμεί να προσφέρει». Πρόσθεσε δε ότι έχει ήδη έτοιμο σχετικό business plan, το οποίο έπειτα και από την επίσκεψή του στην Παγκόσμια Έκθεση Τροχόσπιτων στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, προτίθεται να το παρουσιάσει και να το καταθέσει σε στελέχη του υπουργείου Τουρισμού.
Στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 20.000 camper stop, «ενώ στους διεθνείς καταλόγους των camper stop, για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι δεν υπάρχουν επίσημοι τέτοιοι χώροι και οι αναγραφόμενοι είναι με επιφύλαξη».
Αυξημένη ως και 60% η φετινή κίνηση - Πώς «ξεκλείδωσε» η αγορά
Αυξημένη ως και 60% -σε σχέση με πέρυσι- καταγράφεται η φετινή έλευση ξένων αυτοκινούμενων τροχόσπιτων στη χώρα μας από Βαλκάνια, Ιταλία, Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία, Ολλανδία και Γαλλία. Καθ όλη την διάρκεια του καλοκαιριού «περιοδεύουν και ταξιδεύουν σε όλη την Ελλάδα», όπως γνωστοποίησε ο κ. Ζαμπέτας.
Συνολικά στην ΕΕ και με βάση τα επίσημα στοιχεία του European Caravan Federation (ECF), υπάρχουν 2,8 εκατ. αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, ενώ κάθε χρόνο, την τελευταία τριετία, ταξινομούνται στην Ευρώπη περί τα 150.000 νέα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Ζαμπέτα, με τη σημαντική μείωση του φόρου εισαγωγής για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, κατά 75%, από 20.000 ευρώ σε περίπου 2.000-3.500 ευρώ για ένα μεταχειρισμένο και σε περί τα 5.000 ευρώ για ένα καινούριο «από τον Ιανουάριο του 2021 μέχρι και σήμερα εισήλθαν στη χώρα μας 175 νέα και μεταχειρισμένα και θα είχαμε ακόμη περισσότερα, εάν δεν υπήρχε καθυστέρηση στο χρόνο παράδοσης από τις κατασκευάστριες εταιρείες στην ΕΕ».
«Η αγορά του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου στην Ελλάδα "ξεκλείδωσε" με τις ενέργειες της σημερινής κυβέρνησης, που αποτελεί τη μόνη που μετά από έντεκα χρόνια ασχολήθηκε με τον κλάδο», υπογράμμισε ο κ. Ζαμπέτας, σημειώνοντας και ότι επιπλέον προβλέφθηκε απαλλαγή από τη μέτρηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά την εισαγωγή στο τέλος ταξινόμησης ως όχημα ειδικού σκοπού στην ΕΕ.
Στις θετικές ενέργειες που έγιναν και λειτούργησαν ευεργετικά για τον κλάδο του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, συγκαταλέγεται σύμφωνα με τον ίδιο και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα μετά από 40 χρόνια. Βάσει της νέας νομοθεσίας, τα ρυμουλκούμενα τροχόσπιτα διαθέτουν πλέον ειδική ξεχωριστή πινακίδα και ανεξάρτητη άδεια κυκλοφορίας και έτσι, όπως σημείωσε, δεν αποκλείεται να ανοίξει και η αγορά ενοικίασης τους. Άλλωστε όπως τόνισε, «στην Ελλάδα ανέκαθεν υπήρχε η ζήτηση για αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, είτε για αγορά, είτε για ενοικίαση, αλλά ήταν η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου και η υπερφορολόγηση εν μέσω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, που πάγωσε τον κλάδο, αλλά ευτυχώς δεν τον αφάνισε».
Έλενα Αλεξιάδου
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ