Μια Δρεπανοσκαλίδρα εντόπισε ο φωτογραφικός φακός στον Υδροβιότοπο της Νέας Κίου στην Αργολίδα την Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022.
Η Δρεπανοσκαλίδρα είναι αυστηρά μεταναστευτικό είδος του Παλαιού Κόσμου και της Ωκεανίας, με το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού να αναπαράγεται τα καλοκαίρια στις βόρειες περιοχές της Σιβηρίας και στα παρακείμενα νησιά του Αρκτικού ωκεανού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν απαντά σε οποιανδήποτε ευρωπαϊκή χώρα κατά τη διάρκεια του θέρους, παρά μόνον κατά τις δύο μεταναστεύσεις, ιδιαίτερα κατά τη φθινοπωρινή όταν τα πουλιά οδεύουν προς νότον για τη διαχείμασή τους. Μπορεί να παρατηρηθεί -και πάλι ως διαβατικό- κατά την εαρινή επιστροφή στα εδάφη αναπαραγωγής
Η αναπαραγωγική επικράτεια εκτείνεται σε πολύ μεγάλα γεωγραφικά πλάτη, σε μια σχετικά στενή ζώνη της Β. Σιβηρίας, κοντά στον Αρκτικό αλλά και στα εκεί νησιά (Σεβέρναγια Ζέμλια, κ.α.). Το γεωγραφικό μήκος αυτής της ζώνης αρχίζει ανατολικά από τη νήσο Νόβαγια Ζέμλια, στη Χερσόνησο Γιαμάλ, για να φθάσει προς ανατολάς μέχρι τη Θάλασσα και τη Χερσόνησο Τσούκτσι, περίπου, ενώ σπανιότερα εκτείνεται μέχρι την Δ. Αλάσκα.
Οι κύριες περιοχές διαχείμασης βρίσκονται στα νότια των περιοχών αναπαραγωγής, ανάλογα με το εκάστοτε γεωγραφικό μήκος, αλλά σε πολύ μακρινή κλίμακα, διότι οι πληθυσμοί της ανατολικής Σιβηρίας, μεταναστεύουν προς την Ωκεανία. Οι πληθυσμοί που περνάνε πάνω από την Ευρώπη, διαχειμάζουν είτε στη ΒΔ. και παραμεσόγεια Αφρική -πολύ μικρό ποσοστό-, είτε σε όλη την Α. και Ν. Αφρική.
Όπως προαναφέρθηκε, η Δρεπανοσκαλίδρα είναι αυστηρά μεταναστευτικό πτηνό μεγάλων αποστάσεων, δηλαδή αναπαράγεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του Β. ημισφαιρίου και διαχειμάζει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του Ν. ημισφαιρίου στις προτιμώμενες ακραίες περιοχές (μέχρι 15.000 χιλιόμετρα μακριά), ενώ τις ενδιάμεσες περιοχές τις χρησιμοποιεί μόνον ως μεταναστευτικούς σταθμούς διατροφής και ξεκούρασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από όλα τα καλοβατικά, η Δρεπανοσκαλίδρα έχει το μικρότερο εύρος αναπαραγωγικής επικράτειας σε σχέση με εκείνο των περιοχών μη-αναπαραγωγής του.
Οι μεταναστευτικές οδοί που ακολουθεί το φθινόπωρο (αναχώρηση) και την άνοιξη (επιστροφή), εξαρτώνται από το γεωγραφικό μήκος των περιοχών αναπαραγωγής. Οι πληθυσμοί της δυτικής Παλαιαρκτικής ακολουθούν τρεις μεταναστευτικές οδούς, όπως φαίνεται από δεδομένα δακτυλίωσης: η πρώτη οδός ακολουθεί τις ακτές της Νορβηγίας και της Βαλτικής για να καταλήξει μετά από μεγάλο ταξίδι στην Δ. Αφρική. Μικρό ποσοστό των πτηνών που ακολουθούν αυτή την οδό, πηγαίνουν ακόμη δυτικότερα, φθάνοντας μέχρι τα Νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου.
Η δεύτερη οδός περνάει πάνω από την Α. Ευρώπη, τη Μεσόγειο και, είτε μέσω των ακτών, είτε από τα ηπειρωτικά φθάνει πάλι στη Δ. Αφρική και στον Κόλπο της Γουινέας. Η τρίτη οδός, τέλος, περνάει πάνω από τη Ρωσία και την Κασπία Θάλασσα για να φθάσει στη Μέση Ανατολή, τις ακτές της Αραβικής Θάλασσας και του Περσικού Κόλπου και, από εκεί, στις χώρες της Α. και Ν. Αφρικής.
Οι αναπαραγόμενοι πληθυσμοί των απώτατων ανατολικών περιοχών, τέλος, είτε ακολουθούν την προαναφερθείσα τρίτη οδό προς την Αφρική, είτε μετά από πολύ μεγάλο ταξίδι φθάνουν μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό (Ινδία, Σρι Λάνκα, Ινδονησία), την Αυστραλία, την Τασμανία, τη Νέα Ζηλανδία, αλλά και σε νησιά της Ωκεανίας στον Ειρηνικό. Κατά τη διάρκεια της φθινοπωρινής μετανάστευσης οι ενήλικες προηγούνται των νεαρών, με τα αρσενικά να αναχωρούν 3-4 εβδομάδες πριν από τα θηλυκά στις αρχές Ιουλίου, και τα νεαρά άτομα να ακολουθούν 4-6 εβδομάδες αργότερα.
Η άφιξη στην Αφρική πραγματοποιείται από τα μέσα Ιουλίου έως τον Σεπτέμβριο. Η επιστροφή στα εδάφη αναπαραγωγής αρχίζει αργά τον Απρίλιο με Μάιο, με τις πρώτες αφίξεις στην αρκτική περιοχή στις αρχές του Ιουνίου, και την αναπαραγωγή να εκτείνεται έως τον Ιούλιο. Πολλά νεαρά άτομα του 1ου έτους παραμένουν στις περιοχές διαχείμασης, ενώ οι μη-αναπαραγόμενοι ενήλικες παραμένουν λίγο νοτιότερα από τα εδάφη αναπαραγωγής στην Κ. Σιβηρία κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί μεταξύ άλλων από την Ισλανδία, τα νησιά Μάρσαλ, αλλά και την Καραϊβική και το Μεξικό
Στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ευρώπη, η Δρεπανοσκαλίδρα απαντά αποκλειστικά κατά τις δύο μεταναστεύσεις (κυρίως το φθινόπωρο) ως διαβατικό πτηνό, που χρησιμοποιεί τους υδροβιότοπους της χώρας ως σταθμούς ανεφοδιασμού και ανάπαυλας.
Στα εδάφη αναπαραγωγής η διατροφή του είδους αποτελείται κυρίως από έντομα, κυρίως ενήλικες, νύμφες και προνύμφες Διπτέρων, καθώς και σκαθάρια και βδέλλες. Η χειμερινή διατροφή αποτελείται από πολύχαιτους δακτυλιοσκώληκες, μαλάκια, καρκινοειδή (αμφίποδα, γαρίδες υφάλμυρου νερού και κωπήποδα) και, μερικές φορές, έντομα και σπέρματα φυτών.