«Είναι βεβαίως κατανοητή η επιλογή της κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας από τον ΣΥΡΙΖΑ σ’ αυτήν ακριβώς την προεκλογική συγκυρία.
Καθώς η δημοσκοπική διαφορά με τη Νέα Δημοκρατία παραμένει μεγάλη, η επιλογή της όξυνσης και της πόλωσης του κλίματος είναι απολύτως αναμενόμενη από την αξιωματική αντιπολίτευση, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο έχει επιλέξει να πολιτεύεται.
Ελλείψει συγκεκριμένων προτάσεων για το παρόν και το μέλλον της χώρας, και δεδομένου του ότι η σύγκριση των έργων και των ημερών της προηγούμενης Κυβέρνησης με τη σημερινή είναι ακόμη πολύ νωπή, δεν απομένουν πολλά άλλα αντιπολιτευτικά όπλα.
Σε ό,τι αφορά βεβαίως τη συγκεκριμένη πρόταση μομφής, το πρώτο πράγμα που έρχεται αβίαστα στο μυαλό των πολιτών είναι η ειρωνεία της υπόθεσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ως κυβέρνηση προσπάθησε αποδεδειγμένα να αλώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, που ακόμη μιλά για έλεγχο των αρμών της εξουσίας, εγκαλεί για θεσμικά ζητήματα τη σημερινή κυβέρνηση.
Και εδώ υπάρχει μια μεγάλη ποιοτική διαφορά. Η σημερινή κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά δεν κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους. Αναγνωρίστηκε το ζήτημα στις πραγματικές του διαστάσεις, αποδόθηκαν πολιτικές ευθύνες, επικαιροποιήθηκε το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Ό,τι δηλαδή ακριβώς επιτάσσει η δέσμευσή μας για υπευθυνότητα, για ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες, για λογοδοσία και αποτελεσματικότητα.
Σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία για τα εθνικά ζητήματα, για την ασφάλεια της χώρας, η δική μας επιλογή ήταν να ενισχύσουμε τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα των μυστικών υπηρεσιών.
Η Κυβέρνηση λοιπόν, όπως όφειλε ενίσχυσε το θεσμικό πλαίσιο, και η δικαιοσύνη κάνει απερίσπαστη και ανεξάρτητη τη δική της δουλειά.
Οποιαδήποτε περαιτέρω προσπάθεια μικροκομματικής εκμετάλλευσης στην καλύτερη περίπτωση αποσκοπεί απλώς και μόνο σε εύκολο εντυπωσιασμό, στην πόλωση και την εκλογική συσπείρωση.
Οι πολίτες είδαν τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε και συνεχίζει να πολιτεύεται στο θέμα αυτό τόσο η Κυβέρνηση και η Νέα Δημοκρατία, όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση.
Και είναι σε θέση να κρίνουν, να συγκρίνουν, και να αποφασίσουν την άνοιξη στις κάλπες ποια πολιτική στάση τους εκφράζει περισσότερο.
Γι’ αυτό και με κάθε ευκαιρία, αυτό που αναδεικνύεται είναι το αίτημα των πολιτών να συνεχιστεί το έργο της Κυβέρνησης που παράγει απτά, χειροπιαστά αποτελέσματα για την κοινωνία και την οικονομία, για τους πολίτες και τα νοικοκυριά, για τα δίκαια και τα συμφέροντα της πατρίδας.
Οι πολίτες γνωρίζουν και αναγνωρίζουν ότι μέσα σε ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον, με αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις – την πανδημία, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και την κλιμακούμενη όξυνση από την Τουρκία, τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις τιμές της ενέργειας και των αγαθών – η κυβέρνηση όχι μόνο κράτησε τη χώρα, την κοινωνία και την οικονομία όρθια, αλλά και πετυχαίνει επιδόσεις για τις οποίες δέχεται διεθνώς τα εύσημα.
Μέσα σ΄ αυτό το εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον, η Κυβέρνηση στηρίζει τους συνταξιούχους καθώς σήμερα και αύριο καταβάλλονται οι αυξήσεις στις συντάξεις, 7,75%, στηρίζει τα νοικοκυριά, στηρίζει τις επιχειρήσεις εξαντλώντας τις δημοσιονομικές δυνατότητες, κρατά την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης κατά πολύ υψηλότερης από τον μέσο όρο της ΕΕ, δημιουργεί θέσεις εργασίας, και ταυτόχρονα μειώνει το φορολογικό βάρος, μειώνει το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, επαναφέρει τη χώρα δυναμικά στην ομάδα των κανονικών ανεπτυγμένων οικονομιών.
Οι πολίτες λοιπόν στη μεγάλη τους πλειονότητα θέλουν αυτή η πορεία να συνεχιστεί και να μην ανακοπεί από εκείνους που πολύ πρόσφατα δοκιμάστηκαν και απέτυχαν παταγωδώς, ενώ και σήμερα αποδεικνύουν ότι ούτε ξέρουν, ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να διασφαλίσουν μια θετική προοπτική για τη χώρα και την κοινωνία.
Και ακόμη περισσότερο, μπροστά στην ολοένα και εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα, οι πολίτες αναγνωρίζουν ξεκάθαρα ότι η αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η δυναμική απάντηση που εγγυάται την σταθερή αναβάθμιση της διεθνούς θέσης και του ρόλου της Ελλάδας, την ουσιαστική ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης των ενόπλων μας δυνάμεων, και την ενδυνάμωση των διεθνών μας συμμαχιών που θωρακίζουν τα δίκαια και τα συμφέροντα της πατρίδας.
Το μόνο λοιπόν που πετυχαίνει αυτή η πρόταση δυσπιστίας είναι να καταστήσει ακόμη πιο σαφή, ακόμη πιο ξεκάθαρη τη σύγκριση ανάμεσα στις δύο πολιτικές δυνάμεις που σε λίγους μήνες θα διεκδικήσουν στις κάλπες το τιμόνι της χώρας.
Το μόνο που πετυχαίνει είναι να καταδείξει την αρραγή ενότητα και την αποφασιστικότητα, όχι μόνο της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, όχι μόνο της παράταξής μας, αλλά πιστεύω και του ευρύτερου μετώπου των Ελληνίδων και των Ελλήνων που ανεξάρτητα από ιδεολογικές καταβολές δεν είναι διατεθειμένοι να επιστρέψουμε στο 2015, στην ιδεοληψία, στον πειραματισμό στις πλάτες των πολιτών, στη διεθνή ανυποληψία και την αδιαφάνεια.
Το μόνο που πετυχαίνει αυτή η πρόταση δυσπιστίας είναι να εδραιώσει ακόμη περισσότερο την πεποίθηση ότι το έργο της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη θα συνεχιστεί για ακόμη τέσσερα χρόνια με την ισχυρή αυτοδύναμη εντολή των πολιτών στις φετινές εκλογικές αναμετρήσεις».