Ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας υπήρξε Α’ Κυβερνήτης της Ελλάδας, Υπουργός Εξωτερικών της Αυτοκρατορικής Ρωσίας και ένα πρόσωπο με ξεχωριστή βαρύτητα για την ευρωπαϊκή ιστορία των αρχών του 19ου αιώνα.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα, όπου και ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στην Επτάνησο Πολιτεία. Εισήλθε στη ρωσική διπλωματία, συνέβαλε προσωπικά στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελβετίας και διετέλεσε δεύτερος υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας, μαζί με τον Κ. Β. Νέσσελροντ. Ορκίστηκε Α’ Κυβερνήτης της Ελλάδας το 1828 και αφιερώθηκε στην θεμελίωση ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους. Οι αντιδράσεις που συνάντησε στο κυβερνητικό του έργο ήταν πολλές, οι οποίες τελικά οδήγησαν στην δολοφονία του, ενόσω ήταν εν ενεργεία Κυβερνήτης, στο Ναύπλιο το 1831. Ο τάφος του βρίσκεται στην ιδιαίτερή του πατρίδα, την Κέρκυρα, στην Ι.Μ. Πλατυτέρας.
O Κερκυραίος Αριστοκράτης
Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε το 1776 στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα. Μεγάλωσε, μαζί με τα οχτώ του αδέλφια, σε μια αυστηρά πατριαρχική και θρησκευόμενη οικογένεια. Η οικογένεια Καποδίστρια είναι μια από τις παλαιότερες οικογένειες του νησιού. Λέγεται πως έφτασε στην Κέρκυρα στα τέλη του 14ου αιώνα από την πόλη Κάπο ντ’ Ίστρια, στη σημερινή Σλοβενία. Αν και το οικογενειακό τους όνομα ήταν Βιττόρι, σύντομα επικράτησε το επίθετο που προσδιόριζε την καταγωγή τους: Καποδίστρια. Στη μακρά περίοδο της Βενετοκρατίας, κατά την οποία η Κέρκυρα παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με άλλες δυτικοευρωπαϊκές πόλεις, οι Καποδίστρια έχουν σημαντική παρουσία στα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα του νησιού.
Ο Ιωάννης, όπως έκαναν και άλλοι νεαροί ευγενείς της εποχής, σπούδασε Ιατρική στην Πάδοβα της Ιταλίας (1794-1797) και μετά το τέλος των σπουδών του επέστρεψε στη γενέτειρά του όπου εξάσκησε το ιατρικό λειτούργημα. Η επιστροφή του συνέπεσε με την κατάλυση της Βενετοκρατίας και την έλευση των Δημοκρατικών Γάλλων στο νησί, οι οποίοι επεδίωξαν ριζική αλλαγή των κοινωνικών δομών. Στα 1799, μετά από τετράμηνη πολιορκία της Κέρκυρας από ισχυρές ρωσσοτουρκικές δυνάμεις, οι Γάλλοι Δημοκρατικοί αποχώρησαν.
Το 1800 ιδρύθηκε η Επτάνησος Πολιτεία, το πρώτο νεοελληνικό κρατικό μόρφωμα, υπό τον έλεγχο κυρίως των Ρώσων. Τότε ξεκινά η εμπλοκή του Ι.Καποδίστρια με την ενεργό πολιτική. Ως Γραμματέας της Επικρατείας επί των Εξωτερικών, των Ναυτικών και του Εμπορίου της Επτανήσου Πολιτείας, θα εργαστεί συστηματικά για την εφαρμογή του Συντάγματος, για την επιμόρφωση των διοικητικών υπαλλήλων, για την ίδρυση νέων σχολείων, για την άμυνα. Όμως σύντομα (1807) η Επτάνησος Πολιτεία, καταργείται τα Επτάνησα παραχωρούνται στους Αυτοκρατορικούς Γάλλους με τη Συνθήκη του Τιλσίτ.
O Ευρωπαίος Πολιτικός
Το 1808 ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ προσκαλεί τον Ιωάννη Καποδίστρια στην Ρωσία για να υπηρετήσει στο ρωσικό υπουργείο εξωτερικών. Αυτό ήταν κάτι συνηθισμένο εκείνη την εποχή. Η Ρωσική Αυτοκρατορία ήταν δεκτική σε ικανούς ανθρώπους με αριστοκρατική καταγωγή ανεξαρτήτως εθνικότητας, που θα ήταν αφοσιωμένοι στον ανώτατο άρχοντα και θα υπηρετούσαν πιστά το κράτος. Στο διάστημα της πολιτικής σταδιοδρομίας του στη Ρωσία, ο Καποδίστριας θα γίνει πρόσωπο κλειδί όχι μόνο της ρωσικής διπλωματίας αλλά και της ευρωπαϊκής. Το 1813 ορίζεται επικεφαλής της πρώτης ρωσικής διπλωματικής αποστολής στην Ελβετία όπου θα συμβάλλει στη διαμόρφωση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και θα συντάξει το νέο ελβετικό σύνταγμα. Αμέσως μετά, το 1814, θα γίνει στενός συνεργάτης του Αλέξανδρου Α’ στο Συνέδριο της Βιέννης που είχε συγκληθεί για να διευθετήσει την μεταναπολεόντεια τάξη στην Ευρώπη. Εκεί θα κερδίσει τη φήμη του ισότιμου συνομιλητή με μεγάλες προσωπικότητες της διπλωματίας όπως ο Μέτερνιχ, ο Ταϋλεράνδος και ο Κάσλρι. Το 1815 θα αναλάβει εκ μέρους της Ρωσίας τις τελικές διαπραγματεύσεις ειρήνης με τη Γαλλία και θα υπογράψει τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων. Την ίδια χρονιά, ο Καποδίστριας θα ενισχύσει τον Αλέξανδρο Α΄ στην απόφασή του να παράσχει Σύνταγμα στο Βασίλειο τις Πολωνίας. Ο Καποδίστριας ως στενός συνεργάτης του Αλέξανδρου Α΄ είχε ήδη οριστεί δεύτερος υπουργός εξωτερικών μαζί με τον Κ. Β. Νέσσελροντ από το 1816. Θα διατηρήσει αυτή τη θέση ουσιαστικά έως το 1822, όταν θα αποσυρθεί στην Ελβετία εξ αιτίας της διαφωνίας του με τον Αλέξανδρο Α΄ για το ελληνικό ζήτημα. Το 1827 αποχωρεί και τυπικά από τη ρωσική υπηρεσία.
O Κυβερνήτης της Ελλάδας
Ο Καποδίστριας φθάνει στη ρημαγμένη Ελλάδα αποφασισμένος να την αναμορφώσει με βάση ένα συγκεκριμένο σχέδιο, το οποίο για την εφαρμογή του προϋπέθετε συγκέντρωση των εξουσιών. Κατάφερε, στην αρχή, να εξασφαλίσει τη συνεργασία εκπροσώπων από όλες τις ηγετικές ομάδες. Έτσι πέτυχε να επικρατήσει εσωτερική ειρήνη, να οργανωθεί στοιχειωδώς η διοίκηση, να λειτουργήσει με κάποια επάρκεια ο κυβερνητικός μηχανισμός, να ληφθεί μέριμνα για τα ορφανά και γενικά για όσους ήταν τελείως απροστάτευτοι. Η χώρα απέκτησε ασφάλεια και τέθηκαν οι βάσεις μιας ομαλής πορείας. Για τον Κυβερνήτη προτεραιότητα είχε η εκδίωξη των Τούρκων και των Αιγυπτίων από την Πελοπόννησο και τη Στερεά και η εξασφάλιση όσο το δυνατόν ευρύτερων συνόρων για το υπό σχηματισμό κράτος.
Κατά τον Καποδίστρια, η Ελλάδα του 1828 δεν ήταν ώριμη για συνταγματικό πολίτευμα. Προείχε η απελευθέρωση της χώρας, η διεθνής αναγνώρισή της και ο καθορισμός ασφαλών συνόρων και η διανομή γαιών στους ακτήμονες. Στις προτεραιότητες της καποδιστριακής πολιτικής ήταν η επέκταση της στοιχειώδους μόρφωσης μέσω των αλληλοδιδακτικών σχολείων και η δημιουργία Κεντρικού Σχολείου για τη μόρφωση των μελλοντικών δασκάλων.
Στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα ευρωπαϊκό κράτος, ο Καποδίστριας απέκτησε με τον καιρό αρκετούς πολιτικούς αντιπάλους. Σε αυτό συνέβαλαν πολλοί παράγοντες: η νέα πραγματικότητα έφερε στο προσκήνιο νέες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις με αντικρουόμενα συμφέροντα. Πολλές από τις ελπίδες των επαναστατημένων Ελλήνων, διαψεύσθηκαν από τη σκληρή πραγματικότητα μιας μικρής, φτωχής χώρας που αναγκάστηκε να κάνει τα πρώτα της βήματα δεμένη στη βοήθεια των Ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ο ίδιος ο Καποδίστριας, υιοθέτησε ένα συγκεντρωτικό σύστημα διακυβέρνησης που ενόχλησε όσους πίστευαν στη δύναμη των δημοκρατικών διαδικασιών.
Η αντίδραση στο πρόσωπο του Καποδίστρια, παίρνει μορφή στα πρόσωπα της οικογένειας Μαυρομιχάλη. Το πρωί της Κυριακής της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο, ο Κυβερνήτης, δολοφονείται στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, από τον γιο και τον αδερφό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ένα κεφάλαιο κλείνει για το νέο ελληνικό κράτος. Η σορός του Κυβερνήτη θα μεταφερθεί τον Απρίλιο του 1832 στην Κέρκυρα, από τον αδελφό του Αυγουστίνο, για να ταφεί στην Ι.Μ. Πλατυτέρας δίπλα από τον τάφο του πατέρα του, Αντωνίου Μαρία Καποδίστρια.