«Έαρ μικρό, έαρ βαθύ, έαρ συντετριμμένο» (Άσμα μικρό Ν. Καρούζος)
Το Πάσχα είναι η πιο μεγάλη, η πιο λαμπρή γιορτή της Χριστιανοσύνης και η πιο πλούσια σε έθιμα. Η Ανάσταση συμπίπτει με το αποκορύφωμα της άνοιξης. Οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία ν’ αναβιώσουν τα έθιμά τους και να τιμήσουν τις παραδόσεις τους.
Η μέρα της Ανάστασης είναι μέρα χαρμόσυνη και μεταφέρει το μήνυμα της χαράς και της ελπίδας. Η περίοδος της Σαρακοστής και του Πάσχα εκτός από τη θρησκευτική σημασιολογία περικλείει και την έναρξη της άνοιξης, την αναγέννηση της φύσης, καθώς η αναβίωση του ανθρώπου εξαρτάται από την αναγέννηση της φύσης και η Ανάσταση αποτελεί ένα κεφάλαιο μεγάλο για τη Χριστιανοσύνη.
Οι ημέρες συνοδεύονται από μελωδικούς ύμνους και τους πένθιμους ήχους της καμπάνας και συνοδεύονται από μυρωδιές. Οι ανθισμένες πασχαλιές, γέρνουν πάνω στις ασβεστωμένες μάντρες, οι βιολέτες, οι ανθισμένες νεραντζιές, πορτοκαλιές, λεμονιές μοσχοβολάνε στους κήπους. Η γη καταπράσινη στο απόγειό της στολισμένη με τα μωβ της χαρουπιάς, με παπαρούνες, μαργαρίτες, χαμομήλια, ζουμπούλια και ανθισμένες καφκαλίδες.
Η γιορτή της Λαμπρής είναι η γιορτή της νίκης, της ζωής πάνω στο θάνατο. Η ψυχή του Έλληνα απολαμβάνει, ο άνθρωπος τις μέρες εκείνες αναζητά ν’ ακουμπήσει σε υπερβατικές δυνάμεις που αναδύονται. Τις εποχές τις ορίζει το μέσα μας, ενώ το έξω μας απλά το επιβεβαιώνει, γιατί την άνοιξη καθείς μας την κουβαλά μέσα του.
Άνοιξη να έχει κι η καρδιά!
Τα πρωινά μας γίνονται ολόφωτα και τα βράδια μας γεμίζουν άστρα. Ανασύρουμε παλιές παιδικές αναμνήσεις. Στο κάθε σπίτι χόχλαζε στον τενεκέ με το ξύλινο χερούλι ο σβησμένος ασβέστης.
Το Σάββατο του Λαζάρου και η μέρα της πρώτης Ανάστασης οι γυναίκες έφτιαχναν ψωμάκια με μορφή μικρού σώματος τα «λαζαράκια», ενώ τα μικρά παιδιά με το ομοίωμα του Λάζαρου τραγουδούσαν τα λαζαρίσματα και οι νοικοκυρές τους έδιναν αυγά για βάψιμο.
Ακολουθούσε η Κυριακή των Βαΐων. Όλες οι οικογένειες με τα γιορτινά τους εκκλησιάζονταν και έπαιρναν από το χέρι του παπά τα βάγια, που η καπετάνισσα στη συνέχεια τα τοποθετούσε στο μπαουλάκι του καπετάνιου, δίπλα στην εικόνα του Αγίου και προστάτη των θαλασσινών.
Μεγάλη Πέμπτη, το αποκορύφωμα του Θείου δράματος κι ο θρηνώδης ψαλμός «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου …»
Μυσταγωγία ο στολισμός του Επιταφίου και των δύο εκκλησιών μας. Η παράδοση ήθελε τα άνθη να κόβονται από τους ολάνθιστους κήπους. «Αι γενεαί πάσαι ύμνον την ταφή Σου προσφέρουσι Χριστέ μου….». Η υμνογραφία γέννημα υψηλού συναισθήματος δημιουργεί τέρψη ψυχής, προσευχητική διάθεση, συναισθηματική διέγερση. Ο συνδυασμός λόγου και μέλους πόνημα φωτισμένων ανθρώπων, με τους κατανυκτικούς ψαλμούς μέσα από τα χείλη των δικών μας Ερμιονιτών ψαλτάδων.
Ζωντανές θρησκευτικές γιορτές!
Την Μεγάλη Παρασκευή, ημέρα της αποκορύφωσης των Παθών οι καμπάνες των εκκλησιών μας χτυπούσαν πένθιμα. Το μεσημέρι μαζεύονταν οι νέοι, αγόρια και κορίτσια σε διαφορετικό αναλόγιο και έψαλαν τα εγκώμια. Το βράδυ ακολουθούσε η περιφορά των Επιταφίων με τα εξαπτέρυγα, τις υπέροχες ψαλμωδίες των εγκωμίων και τις τρεμάμενες φλόγες των κεριών. Συνηθιζόταν να κλέβουν τα κεριά, γι' αυτό και τοποθετούσαν καρφίτσες σταυρωτά. Τα αγόρια όλη τη μεγάλη εβδομάδα κατασκευάζουν με μπαρούτι, φυτίλι και εφημερίδες τρίγωνα.
Το πρωινό του Σαββάτου ο παπάς σκορπούσε λεμονανθούς , ανακοινώνοντας το πρώτο μήνυμα της Ανάστασης, ενώ το βράδυ λίγο πριν τα μεσάνυχτα οι πιστοί συγκεντρώνονταν με τις αναστάσιμες λαμπάδες γύρω από την εξέδρα για να πάρουν το άγιο φως.
«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα..». Φωτεινό κύμα οι πλουμιστές αναστάσιμες λαμπάδες άναβαν, το φως από την Ακοίμητη κανδήλα μεταλαμπαδευόταν με προθυμία και χαμόγελα, με τον ψαλμό «Δεύτε λάβετε φως..».
Πλημύριζε με Άγιο φως ο περίβολος της εκκλησίας, το εσωτερικό του ναού και ολόγυρα η εξέδρα. Να και η αναγγελία της Ανάστασης «Φως ιλαρόν..» μέσα από τα χείλη του ιερέα, ανάμεσα στο χτύπημα της αναστάσιμης κωδωνοκρουσίας. Ακολουθούσε η ανάγνωση του κατά Μάρκον Ευαγγελίου: «Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβ και Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα, ίνα εισέλθουσαι..» για να ακολουθήσει το «Χριστός Ανέστη..» από το στόμα του ιερέως και του εκκλησιάσματος, ανάμεσα σε κροτίδες, βεγγαλικά, πυροτεχνήματα∙ ανταλλάσσονταν ευχές πασχαλινές απλές, γεμάτες αλήθεια κι αγάπη.
Στη συνέχεια οι πιστοί κατηφόριζαν με τις λαμπάδες με την τρεμάμενη φλόγα να αντιστέκεται στο εαρινό νυχτερινό αεράκι για το αναστάσιμο δείπνο.
Μετά τη νηστεία, την αποτοξίνωση, περιμένει η μαγειρίτσα και ανήμερα το μεσημέρι άχνιζε στο γιορτινό αναστάσιμο τραπέζι το σουβλιστό αρνί, μοσχοβολούσε η μαρουλοσαλάτα, λαμποκοπούσαν τα κόκκινα αυγά μες τη σουπιέρα κι οι κούπες γεμάτες κρασί αδημονούσαν για το τσούγκρισμα. Σε κάθε γωνιά κυριαρχούσε η γιορτινή ατμόσφαιρα.
Το βράδυ της Κυριακής καιγόταν ο Ιούδας και μαζί του η μιζέρια, η μικροκαρδία, η προδοσία, η υποκρισία, η εχθρότητα, συμβολισμοί που καθορίζουν τον καθένα μας. Ένα έθιμο που συνηθιζόταν παλαιότερα, το απόγευμα ανήμερα της Λαμπρής να καίνε έξω από την εκκλησία το αχυρένιο ομοίωμα του Ιούδα, κάτι σαν σκιάχτρο, που περιείχε χειροποίητα δυναμιτάκια για να κάνουν κρότο και φλόγα. Ολοκληρωνόταν με τη λειτουργία της Αγάπης ανήμερα το απόγευμα του Πάσχα ήταν μοναδική. Με τα πασχαλινά μας γιορτινά ρούχα και τις αναστάσιμες λαμπάδες στο χέρι, οι μανάδες μάς πήγαιναν στην εκκλησία.
Ο παπα-Λιάς έψαλε το ευαγγέλιο και στα αρβανίτικα.
«Ε σι σκόϊ άο ντίτα, νι και τε στουνάτε, τσε κέιν ντίερτ τε μπίφτουρα, τσε ίσνε μαθητήτε τε μλιέδουρε, κα τε τρίμπουριτ τε τσε φούτβετε, έρδ Ιησούιζ ε μπετ ντε σε μες ε ου θα άτιρβετ: «Πάκιε ντε γιούβε». Ε σι ου θα κετε ου ντρεφτόϊ ντούαρε εδε μπρίνιετ τιγ.
Ου σκουλικιένε μαθητήτε τσε πάνε ζώνε.
Ου θα πράπα Ιησούιγ: «Πάκε ντε γιούβε»
Ε σί ον θα κέτε, ου φρίτι ε ου θότε άτιρβετ. «μέρε σπίρτ σέγκι, ντε σα τε ντιμένι αμαρτήτε ντο γιένε τε ντε λιέρα ντε σα ντέ μος ντιλιένι τε γιέν τε πα ντελιέρα». Θωμάιγ νιε κα τε ντιμπιδιέτε τσε θουχέϊ μπινιάρ νεκε ις μπασκε με άτα κούρ έρδ Ιησούιγ.
Ε ιθόνε άπιτ τε τιέριτε μαθητήτε. Παμ ζώνε. Αν ου θα άτιρβετ. Ντε μος σόχε ου ντούαρτ τε τίιγ βέρενε έγκοζντερντε έ βε γκλίσν τεμ ντε βέρε τε γκοζντεβετ ε βε ντόρενε τιμ ντε μπρινιε τε τίγε νέκε μπεσόνιε».
(Καθώς πέρασε η μέρα αυτή η μία από τα Σάββατα και είχαμε τις πόρτες, εκεί που ήταν οι μαθητές μαζεμένοι από το φόβο των Ιουδαίων κλειστές, ήρθε ο Ιησούς και στάθηκε στο μέσο και είπε σ’ αυτούς: «Ειρήνη σε σας» και καθώς τους είπε αυτό τους έδειξε τα χέρια και τα πλευρά του. Ευχαριστήθηκαν οι μαθητές που είδανε τον Κύριο. Τους είπε πάλι ο Ιησούς: «Ειρήνη σε σας και όπως με έστειλε ο πατέρας εμένα, έτσι σας στέλνω κι εγώ εσάς, και καθώς τους είπε αυτό, τους φύσηξε και είπε σ’ αυτούς: «Πάρτε πνεύμα άγιο σε όσους θα συγχωρήσετε τις αμαρτίες θα είναι συγχωρημένες, σε όσους δε θα συγχωρήσετε να είναι όχι συγχωρημένες. Ο Θωμάς ένας από τους Δώδεκα που λεγόταν δίδυμος δεν ήταν μαζί με αυτούς όταν ήλθε ο Ιησούς και του λένε οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο». Αυτός είπε σ’ αυτούς: «Αν δε δω εγώ στα χέρια τα δικά του την τρύπα των καρφιών και βάλω το δάχτυλό μου στην τρύπα των καρφιών και βάλω το χέρι το δικό μου στην πλευρά τη δική του δεν θα πιστέψω).
Από τότε πολλά έχουν αλλάξει...
Προς το καλύτερο; Προς το χειρότερο;
Ποιος ξέρει;