Η συγκεκριμένη έκταση φέρεται να επικοινωνείται από μεσιτικά γραφεία σε δυνητικούς αγοραστές ως ιδιωτική περιουσία προς πώληση έναντι ποσού της τάξης των 100 εκατ. ευρώ, αναφέρουν πηγές της αγοράς. Ποσό που ξεκάθαρα υπονοεί πως ενυπάρχουν υπεραξίες στην ανάπτυξή του ως επενδυτικό ακίνητο.
Ωστόσο η περιοχή αποτελεί ξεκάθαρα δάσος (περιλαμβάνεται τόσο στους δασικούς χάρτες όσο και σε αποφάσεις της δικαιοσύνης, ενώ το αναγνωρίζει και ο πωλητής) και μάλιστα δημόσιο, αναφέρουν οι ίδιες πηγές, μεγάλο μέρος του οποίου, μάλιστα, προ εξαετίας παραδόθηκε στις φλόγες και επομένως είναι αναδασωτέο.
Η έκταση εμφανίζεται να βρίσκεται στο χαρτοφυλάκιο οικοδομικού συνεταιρισμού από το 1970 («Οικοδομικός Συνεταιρισμός Μονίμων Αξιωματικών Πολεμικού Ναυτικού-ΟΣΜΑΝ, Συν. Π.Ε.»), οπότε και του παραχωρήθηκε για την ανάπτυξη παραθεριστικών κατοικιών. Αλλά βεβαίως αυτό δεν κατέστη ποτέ δυνατό, ακριβώς λόγω του δασικού χαρακτήρα της έκτασης και της αντισυνταγματικότητας μιας τέτοιας εξέλιξης, όπως επιβεβαιώθηκε και με το Σύνταγμα του 1975. Ετσι, λοιπόν, παρέμεινε ως δάσος και από το 1979 και μετά το σχετικό πρόγραμμα του Συνεταιρισμού «πάγωσε».
Είναι επομένως σαφές πως η έκταση είναι αδύνατον να πολεοδομηθεί νομίμως και επειδή είναι σε μεγάλο μέρος της καμένη αυτό δεν γίνεται, αναφέρουν νομικές πηγές, ούτε και μέσω ενδεχόμενης ένταξής της στις προβλέψεις του πλαισίου των στρατηγικών επενδύσεων. Ενα πλαίσιο του οποίου η κατάχρηση έχει προκαλέσει και εξακολουθεί να προκαλεί σωρεία αντιδράσεων τα τελευταία χρόνια μιας και χρησιμοποιείται ως «παράθυρο» από κάθε λογής συμφέροντα που εμφανίζουν πλάνα οικοδόμησης και πώλησης ιδιωτικών βιλών ως σχέδια ανάπτυξης ολοκληρωμένων τουριστικών συγκροτημάτων εθνικής σημασίας.
Στην πραγματικότητα, η έκταση δεν μπορεί καν να πουληθεί αφού για να μεταβιβαστεί μια έκταση με αυτά τα χαρακτηριστικά χρειάζεται «πιστοποιητικό ακαΐας», που για ευνόητους λόγους δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί μετά τις πυρκαγιές του 2016.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν εγείρει ανησυχίες στην ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας, αλλά και στα απέναντι νησιά, όπως οι Σπέτσες, ότι «κάποια συμφέροντα επιχειρούν, παρά το ότι η περιοχή είναι αδιαμφισβήτητα δάσος και σε μεγάλο μέρος της αναδασωτέα, να πουλήσουν την έκταση, υποσχόμενα ενδεχομένως πολεοδομική της ωρίμανση διά επενδυτικού σχεδίου που θα ενταχθεί στις στρατηγικές επενδύσεις», αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές από το Κρανίδι.
Στόχος «στρατηγικών επενδύσεων»
Η ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας έχει περιέλθει οψίμως στο επίκεντρο αγοραστικού ενδιαφέροντος, αλλά, καθώς οι προσφερόμενες εντός σχεδίου εκτάσεις και οικόπεδα είναι εξαιρετικά περιορισμένες, εκδηλώνονται τέτοια φαινόμενα. Η δυσκολία ανάπτυξης οιουδήποτε έργου στις δασικές εκτάσεις είναι εμφανής, άλλωστε, και στις προσπάθειες του ΤΑΙΠΕΔ να αξιοποιήσει περιοχή έκτασης 624 στρεμμάτων στη θέση Βερβέροντα.
Ο σχετικός διαγωνισμός έχει «παγώσει» δύο φορές κατά τα τελευταία 10 χρόνια, καθώς ελάχιστα στρέμματα από αυτά μπορούν να χτιστούν. Αλλη περίπτωση στην περιοχή που έχει προκαλέσει σειρά ερωτημάτων είναι αυτή του Κτήματος Αλεξίου, 300 περίπου στρεμμάτων, τα οποία πέρασαν στον έλεγχο αλλοδαπού επιχειρηματία στις αρχές του 2022 έναντι ποσού της τάξης των 50 εκατομμυρίων. Ωστόσο, αν και με βάση τον νόμο στη συγκεκριμένη έκταση, δασική στη συντριπτική πλειονότητά της, δεν μπορεί να χτίσει παρά 200 έως -υπό προϋποθέσεις- 300 τετραγωνικά, ο εν λόγω επιχειρηματίας, σύμφωνα με πληροφορίες, αξιολογεί σχέδια για την ανάπτυξη πολυτελών παραθεριστικών κατοικιών που θα φέρουν αναγνωρίσιμο διεθνές εμπορικό σήμα.
Το ιστορικό του δάσους στην Κορακιά
Το δάσος που βγαίνει τώρα προς πώληση παραμένει με αυτόν τον χαρακτηρισμό εδώ και 70 χρόνια, και είναι αδύνατον να χτιστεί. Ο πρώτος που το γνωρίζει αυτό είναι ο συνεταιρισμός στον οποίο είχε παραχωρηθεί επί δικτατορίας και ο οποίος τώρα εμφανίζεται ως πωλητής.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην επίσημη ιστοσελίδα του «Οικοδομικού Συνεταιρισμού Μονίμων Αξιωματικών Πολεμικού Ναυτικού (ΟΣΜΑΝ): «Το πρώτο πρόγραμμα ήταν αυτό της περιοχής Κορακιά Κρανιδίου, το οποίο προέκυψε από παραχώρηση του Δημοσίου προς τον ΟΣΜΑΝ το 1970. Η συνολικώς παραχωρηθείσα έκταση αφορούσε 4.346 στρέμματα δασικών και καλλιεργήσιμων επίπεδων εκτάσεων, μικρών εκτάσεων, που με το ισχύον τότε νομικό καθεστώς θα μπορούσαν να οικοδομηθούν σε ποσοστό 20% της όλης έκτασης, πριν από την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975 (αρθ. 24), πλην όμως δεν δύναται πλέον να εξυπηρετήσει τον σκοπό του, σύμφωνα με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1975 και σύμφωνα με τον Ν. 998/1979 «Περί προστασίας των δασών». Επομένως, ο ίδιος ο συνεταιρισμός αναφέρει ξεκάθαρα πως στη συγκεκριμένη έκταση δεν μπορεί να χτιστεί κάτι. Προς επιβεβαίωση αυτού, το συγκεκριμένο πρόγραμμα, στο οποίο είχαν σταδιακά εγγραφεί 1.054 μέλη, έχει μπει σε «διαδικασία εκκαθάρισης μητρώου μελών καθόσον το πρόγραμμα δεν είναι πλέον ενεργό».
Μάλιστα, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνεταιρισμού (Δ.Σ. 25/2.2.2021) αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία ότι πλέον δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρόγραμμα καθόσον είναι ανενεργό από το 1979.
Αυτή είναι η έκταση που προωθείται τώρα σε επιλεγμένους δυνητικούς αγοραστές από κτηματομεσιτικά γραφεία ως ιδιωτικό δάσος προς πώληση. Ομως δεν πρόκειται ούτε για ιδιωτικό δάσος, αφού, όπως προαναφέρθηκε, παραχωρήθηκε το 1970 και η σχετική νομοθεσία για τον χαρακτηρισμό ενός δάσους ως ιδιωτικό είναι σαφής και προβλέπει την αναγνώρισή του ως τέτοιο τουλάχιστον 30 χρόνια πριν από σχετική διάταξη του Αστικού Κώδικα του 1910. Θα έπρεπε, δηλαδή, να αποδείξει κάποιος ότι το δάσος είναι ιδιωτικό ήδη τουλάχιστον από το 1880…