Η ψωρίαση είναι μια από τις πιο συχνές δερματικές παθήσεις. Είναι αποτέλεσμα μη φυσιολογικής ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος, συνεπώς ανήκει στα αυτοάνοσα μη μεταδοτικά νοσήματα. Είναι φλεγμονώδες δερματικό νόσημα με διαφορετικές προεκτάσεις και αρνητικό αντίκτυπο στη ποιότητα ζωής των ασθενών. Η ακριβής αιτία της ψωρίασης είναι άγνωστη, η αιτιολογία είναι πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Επιδημιολογικά η ψωρίαση αφορά στο 2-3% του πληθυσμού. Έχει ίση κατανομή μεταξύ των φύλλων, ενώ μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Στη βιβλιογραφία παρόλα αυτά συναντάμε την ψωρίαση τύπου I που εμφανίζεται πριν τα 40 έτη, κυρίως μεταξύ 16- 22 ετών και τη ψωρίαση τύπου II όπου εμφανίζεται μετά την ηλικία των 40 ετών. Οι δυο τύποι δεν διακρίνονται κλινικά. Στην Ελλάδα οι πάσχοντες ανέρχονται στις 200.000.
Τα κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου είναι καθορισμένες, ανυψωμένες, φλεγμονώδεις δερματικές βλάβες (πλάκες), που συνήθως καλύπτονται με λέπια. Η ψωρίαση μπορεί να προσβάλει οποιοδήποτε τμήμα του δέρματος και εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Ο συνηθέστερος τύπος είναι η κατά πλάκας ψωρίαση: >80% των ασθενών. Εκλεκτικές εντοπίσεις επίσης αποτελούν τα τριχωτό της κεφαλής, οι παλάμες και τα πέλματα και τα νύχια σε χέρια και πόδια 15-50%. Στις διάφορες μορφές ανήκουν η ψωρίαση γενετικών οργάνων όπως επίσης ανάστροφη ψωρίαση στις πτυχές, σταγονοειδής μορφή, φλυκταινώδης ψωρίαση και ερυθροδερμική μορφή.
Η έναρξη εκδήλωσης της νόσου οφείλεται σε εκλυτικούς παράγοντες, στρες, τραυματισμοί, κάπνισμα, φάρμακα, λοιμώξεις αλλά και σε γενετικούς ή ψυχολογικούς παράγοντες. Στη συνέχεια ξεκινάει η ανοσολογική απάντηση. Ο χρόνος ζωής των κυττάρων της επιδερμίδας μειώνεται τόσο ώστε τα κύτταρα πολλαπλασιάζονται και διαφοροποιούνται ταχύρρυθμα. Από τις 28-30 ημέρες ο χρόνος ζωής τους μειώνεται στις τέσσερις, έτσι η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπει στα κύτταρα να ωριμάζουν φυσιολογικά και δημιουργούνται οι ψωριασικές βλάβες από τις στοιβάδες που έχει δημιουργήσει η συσσώρευση τους.
Η ψωρίαση είναι πολλά παραπάνω από το δέρμα. Επηρεάζεται η ποιότητα ζωής των ασθενών με συναισθηματικές, κοινωνικές, οικογενειακές αλλά και επαγγελματικές επιπτώσεις. Οι ασθενείς ανέφεραν ότι η ψωρίαση επηρέασε αρνητικά:
· Συναισθηματική ζωή 98 %
· Κοινωνική ζωή 94 %
· Οικογενειακή ζωή 70 %
· Καριέρα 68 %
· Φυσική λειτουργία 38%
· Σεξουαλική οικειότητα 17%
· Εκπαιδευτική απόδοση 21%
H διάγνωση της ψωρίασης γίνεται αποκλειστικά από τον Δερματολόγο ο οποίος εξετάζει τις βλάβες, την έκταση, τη μορφολογία, το στάδιο εξέλιξης, την ηλικία ώστε να προσδιοριστεί ο φαινότυπος της νόσου. Σε πολλές περιπτώσεις, η διάγνωση επιβεβαιώνεται με βιοψία του δέρματος.
Από τη στιγμή της διάγνωσης το φορτίο της νόσου αθροίζεται μέσα στον χρόνο από πολλαπλούς παράγοντες συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής υγείας, της συναισθηματικής σταθερότητας, της αυτοεκτίμησης, των διαπροσωπικών και εργασιακών σχέσεων. Μπορεί, επίσης, να συνοδεύεται από συστηματικές συννοσηρότητες, όπως το καρδιομεταβολικό σύνδρομο και φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου ακόμα και σε ένα 30% από κατάθλιψη. Έως και 30% των ασθενών με ψωρίαση μπορεί να αναπτύξουν ψωριασική αρθρίτιδα.
Η επιλογή της θεραπείας για τη ψωρίαση είναι εξατομικευμένη, μακροχρόνια με παράλληλη συνεχή παρακολούθηση από τον Δερματολόγο. Εξαρτάται από τη βαρύτητα της νόσου και τις εντοπίσεις της. Η νόσος κατατάσσεται σε ήπια-μέτρια και σοβαρή ψωρίαση. Αντίστοιχα, οι θεραπείες χωρίζονται σε τοπικές θεραπείες, φωτοθεραπείες, συμβατικές συστηματικές θεραπείες και βιολογικές συστηματικές θεραπείες. Οι ασθενείς με ήπια ψωρίαση ξεκινούν με τοπικές αγωγές και στη συνέχεια με φωτοθεραπεία. Οι ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή ψωρίαση έχουν ένδειξη για συστηματική αγωγή με βιολογικό παράγοντα. Πλέον, με τις νεότερες βιολογικές θεραπείες η πλήρης δερματική κάθαρση είναι εφικτή για τους ασθενείς.
Δρ. Γεώργιος Μητράκος
Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος
Άργος