Μεγάλες είναι οι ανατιμήσεις σε είδη διατροφής, με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπο το μέσο ελληνικό νοικοκυριό, όχι μόνο στα ράφια των σούπερ μάρκετ όσον αφορά στα τυποποιημένα τρόφιμα, αλλά και στο μέτωπο των φρέσκων οπωρολαχανικών.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μεσούντος του θέρους ο «βασιλιάς» των καλοκαιρινών φρούτων, το καρπούζι, σύμφωνα με τα δελτία τιμών της Κεντρικής Λαχαναγοράς της Θεσσαλονίκης (ΚΑΘ Α.Ε.) πωλείται (σ.σ. στη χονδρική) προς 0,50 ευρώ το κιλό έναντι 0,25 πέρυσι την ίδια εποχή, ενώ επίσης στο 100%, δηλαδή διπλάσια είναι η φετινή τιμή για ένα ζεύγος αγγουριών που τιμώνται στα 0,90 ευρώ έναντι 0,45 ευρώ πέρυσι την ίδια εποχή και έναντι 0,60 ευρώ προ περίπου δεκαημέρου.
Ακόμη ακριβότερα σε σύγκριση με πέρυσι πωλούνται τα επίσης δημοφιλή το καλοκαίρι κολοκυθάκια με 1,20 ευρώ (χθεσινή τιμή) έναντι 0,70 την προηγούμενη εβδομάδα, 0,55 λίγες ημέρες πιο πριν και 0,45 ευρώ στην αντίστοιχη περσινή περίοδο, ήτοι μέσα σε περίπου δύο εβδομάδες αυξήθηκαν κατά 118% και σε σύγκριση με πέρυσι κατά 167%. Αντίστοιχα, στο 89% ανέρχεται η αύξηση της τιμής της μακρύκαρπης πιπεριάς σε σύγκριση με πέρυσι, στο 67% της μακρύκαρπης μελιτζάνας, στο 54% των μαρουλιών.
Δύο είναι σύμφωνα με τους εμπόρους της λαχαναγοράς της Θεσσαλονίκης οι κύριες αιτίες των αυξήσεων: η μείωση της παραγωγής φρέσκων οπωρολαχανικών στη χώρα μας εξαιτίας της μεγάλης αύξησης του κόστους της ενέργειας, των πρώτων υλών και των αγροτο-εφοδίων μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία και φυσικά η κλιματική αλλαγή που επιφέρει καταστροφές σε μεγάλο μέρος των καλλιεργειών. Όπως επισημαίνει μάλιστα σχετικά ο στη «Ν» ο πρόεδρος του Συλλόγου των Εμπόρων της ΚΑΘ (ΣΕΚΑΘ), Γιάννης Χαραλαμπίδης, οι έντονες βροχοπτώσεις της περιόδου Μαΐου-Ιουνίου κατέστρεψαν λ.χ. πολλές καλλιέργειες κρεμμυδιών και όχι μόνο.
Το κύμα της ακρίβειας, στο μεταξύ, που πλήττει από πέρυσι εισοδήματα και νοικοκυριά έχει επιφέρει μειώσεις στις αγορές νωπών προϊόντων από τους καταναλωτές, οι οποίες φυσικά επιφέρουν μεγάλες μειώσεις πωλήσεων και στη χονδρική, όπως στην ΚΑΘ. Φέτος από την αρχή της χρονιάς μέχρι σήμερα τα καταστήματα της λαχαναγοράς στη Θεσσαλονίκη καταγράφουν – σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΚΑΘ – μεγάλες μειώσεις πωλήσεων. Ο ίδιος επισημαίνει ότι σημασία έχουν οι διακινούμενες ποσότητες και όχι ο τζίρος, ο οποίος λόγω του πληθωρισμού μπορεί κατά περίπτωση να αυξάνεται αλλά οι ποσότητες αυτές είναι σημαντικά μικρότερες, όπως επίσης και ότι δυστυχώς έχει μειωθεί πολύ η ελληνική παραγωγή.
Στο περιβάλλον αυτό ο ΣΕΚΑΘ τονίζει ότι κάθε κρίκος της αλυσίδας από το χωράφι μέχρι το ράφι πρέπει να εξηγεί τα αυξημένα κόστη που αντιμετωπίζει και όχι ο ένας «κρίκος» να επιρρίπτει ευθύνες στον άλλον, ενώ παράλληλα επικρίνει την πολιτεία ότι όχι μόνο δεν στηρίζει τις χονδρικές επιχειρήσεις του κλάδου με την ζητούμενη κατάργηση των τελών εισόδου στην ΚΑΘ (25 ευρώ) αλλά προ μερικών ημερών ήρθε εκ νέου στο προσκήνιο αίτημα από το Υπερταμείο (σ.σ. μέτοχος της ΚΑΘ Α.Ε.) για αύξηση των ενοικίων.
Στον «χορό» και τα σπορέλαια μετά τα ελαιόλαδα
Όπως αποκάλυψε προ μερικών ημερών, εξάλλου, η «Ν» με ρεπορτάζ της, έχουν ήδη αρχίσει να λαμβάνουν χώρα μεγάλες ανατιμήσεις – μέχρι και πάνω από 40% – στα παρθένα και εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα στα ράφια των σούπερ-μάρκετ και έπονται ανατιμήσεις, μικρότερες μεν αλλά αισθητές και σε άλλα τρόφιμα όπως γαλακτοκομικά προϊόντα κυρίως από κατσικίσιο γάλα – και όχι μόνο. Σύμφωνα, δε, με νεότερες πληροφορίες από στελέχη του λιανεμπορίου έχουν αρχίσει και οι «κουβέντες» για ανατιμήσεις και στα σπορέλαια, μετά την πρόσφατη αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για την ελεύθερη διακίνηση των ουκρανικών σιτηρών. Οι φετινοί καύσωνες, εξάλλου, έχουν πλήξει τα μέγιστα τη φετινή παραγωγή ελιάς-λαδιού που αναμένεται να είναι σημαντικά μειωμένη τόσο στην Ισπανία, όσο και στην Ιταλία αλλά και στη χώρα μας, κατά συνέπεια οι τιμές των ελαιολάδων εισέρχονται εφεξής σε αχαρτογράφητα νερά.
Το παραπάνω «σκηνικό» προμηνύει εύλογα έκρηξη τιμών σε όλη την παραγωγική αλυσίδα, με τελικό μεγάλο θύμα βέβαια την τσέπη του καταναλωτή αλλά και αναμενόμενες αρνητικές επιπτώσεις σε ολόκληρους κλάδους παραγωγής.