Για να δικαιολογήσει τη νέα φοροεπίθεση ύψους 6,2 δισ. ευρώ σε μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους, η κυβέρνηση επιδεικνύει ως πειστήριο «φορολογικής δικαιοσύνης» τις χιλιάδες φοροαπαλλαγές που λέει ότι ισχύουν, διαρρέοντας επιλεκτικά στον Τύπο νούμερα και αριθμούς.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, η άλλη όψη των φόρων που «σφυρίζουν» πάνω από τα κεφάλια των εργαζομένων και των βιοπαλαιστών ΕΒΕ είναι οι 1.064 φοροαπαλλαγές που καταγράφηκαν το 2023 και «στοιχίζουν» κατ' έτος στον προϋπολογισμό 15,55 δισ. ευρώ. Τις εμφανίζει μάλιστα αυξημένες σε σχέση με το 2022 και «φουσκωμένες» κατά 2,67 δισ. ευρώ.
Η λαθροχειρία βέβαια φαίνεται με την πρώτη ματιά, αφού στις φοροαπαλλαγές, η κυβέρνηση και τα επιτελεία της ανακατεύουν μήλα με πορτοκάλια.
Βάζουν, για παράδειγμα, στο ίδιο τσουβάλι το αφορολόγητο όριο που ισχύει για όσους μισθωτούς και συνταξιούχους παλεύουν να επιβιώσουν με εισόδημα κάτω από τα στατιστικά όρια της φτώχειας, με τις φοροαπαλλαγές που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές, οι μεγαλοβιομήχανοι και οι κάθε είδους επενδυτές!
Την απάτη και το ψέμα της κυβέρνησης αποκαλύπτουν ορισμένα ενδεικτικά στοιχεία που δημοσιεύτηκαν χτες. Σύμφωνα με αυτά, 239 απαλλαγές και εκπτώσεις, που αφορούν φυσικά πρόσωπα και χρησιμοποιήθηκαν πέρυσι σε 10,2 εκατ. περιπτώσεις, «στέρησαν» από τον προϋπολογισμό έσοδα 5,4 δισ. ευρώ.
Μόνο που σ' αυτά περιλαμβάνονται το αφορολόγητο για τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα (3,9 δισ. ευρώ), τα οποία έτσι κι αλλιώς δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν ούτε ένα ευρώ φόρο!
Περιλαμβάνονται επίσης ορισμένες στοιχειώδεις απαλλαγές που δεν έχει ακόμα καταργήσει οριστικά το κράτος για τις λεγόμενες «ευπαθείς ομάδες» και άλλα παρόμοια μέτρα, που σε καμιά περίπτωση δεν αλλάζουν την εικόνα της φοροαφαίμαξης την οποία υφίσταται ο λαός, πληρώνοντας το 95% των φόρων κάθε χρόνο, με οποιαδήποτε κυβέρνηση!
Υπάρχουν όμως κι άλλες 87 απαλλαγές στην κατηγορία «φορολογία κεφαλαίου», που ενεργοποιήθηκαν την περασμένη χρονιά σε 4,9 εκατ. περιπτώσεις, γλιτώνοντας σε μεγάλες επιχειρήσεις φόρους 5,5 δισ. ευρώ. Είναι αυτές οι φοροαπαλλαγές και οι εκπτώσεις που οι κυβερνήσεις φυλάσσουν ως κόρη οφθαλμού και τις εμπλουτίζουν κάθε χρόνο, μέσα από τους «επενδυτικούς νόμους» και τα άλλα κανάλια στήριξης των επενδύσεων.
Τα μεγέθη δεν αντέχουν σε καμιά σύγκριση. Πόσο μάλλον αν υπολογίσει κανείς ότι στις φοροαπαλλαγές για το κεφάλαιο δεν συνυπολογίζονται οι 50 και πλέον που απολαμβάνουν οι εφοπλιστές, άλλες φορολογίες και «γενικές απαλλαγές» που ισχύουν για τους επιχειρηματικούς ομίλους και δεν καταγράφονται ούτε ως ...«διαφυγόντα έσοδα», καθώς αφορούν περιπτώσεις πλήρους φοροασυλίας και δεν υπάρχουν σε κανένα τεφτέρι του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Μαζί με τη «νόμιμη» φοροαπαλλαγή του κεφαλαίου, όλες οι κυβερνήσεις ποτίζουν και το δέντρο της συγκαλυμμένης, θεωρώντας «περασμένα - ξεχασμένα» τα χρέη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στην εφορία και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς.
Ιδού το μέγεθος της ξεδιαντροπιάς τους: Παρά τις φοροαπαλλαγές, τις διευκολύνσεις και τις επιδοτήσεις που απολαμβάνουν, μια χούφτα μεγαλοοφειλέτες καπιταλιστές χρωστούν στην εφορία περισσότερα από 90 δισ. ευρώ, από τα 105 δισ. ευρώ που είναι οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές!
Αυτή είναι λοιπόν η περίφημη ...«φορολογική δικαιοσύνη», όχι μόνο της κυβέρνησης, αλλά και των άλλων αστικών κομμάτων, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, τα οποία ανταγωνίζονται από ποια τσέπη του λαού θα πάρουν ακόμα περισσότερα για να τα μοιράσουν ως φοροαπαλλαγές, προνόμια και επιδοτήσεις στους μεγάλους ομίλους.
Αυτήν την ταξική, αντιλαϊκή πολιτική σηματοδοτεί το «μαξιλαράκι» του ΣΥΡΙΖΑ παλιότερα και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης σήμερα, που έχει βγάλει στον δρόμο επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες.
Ολοι αυτοί που πλήρωσαν πολλά, μαζί τους και οι εργαζόμενοι που δέχονται την ίδια επίθεση, δίκαια απαιτούν να αποσυρθεί το νομοσχέδιο - έκτρωμα, 12.000 ευρώ αφορολόγητο όριο και άλλα μέτρα στήριξης του εισοδήματός τους. Να πληρώσουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι και όχι η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, που βρίσκεται στο στόχαστρο της ακρίβειας και της φορομπηχτικής πολιτικής όλων διαχρονικά των κυβερνήσεων.
Τ. Ε. ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ του ΚΚΕ