Οι παρελάσεις και τα θούρια κάτω από τα κάστρα έδιναν και έπαιρναν και ο χουντικός γυμνασιάρχης μας έβγαζε πύρινους λόγους υπέρ της εθνοσωτηρίου επαναστάσεως και ήταν ο φόβος και ο τρόμος όλων μας.
Το τι ακριβώς συνέβαινε στην Αθήνα ήταν πολύ δύσκολο να το πληροφορηθεί κάποιος στην επαρχία εκείνης της εποχής, στον Τύπο και το ραδιόφωνο βασίλευε η λογοκρισία, και ο χαφιές με τον ρουφιάνο, δηλαδή ο επιστάτης του σχολείου και ο υπάλληλος των ΚΤΕΛ που είχε την ευθύνη να ανακοινώνει τα δρομολόγια, είχαν τα μάτια και τα αφτιά τους ορθάνοιχτα ειδικά εκείνες τις ημέρες.
Μαζί με δυο συμμαθητές μου την περίοδο εκείνη προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε στην Αθήνα παρακολουθώντας κάπως κρυφά και διακριτικά κάποιους ανθρώπους, που από τα μισόλογα των δικών μας γνωρίζαμε πως είναι δημοκράτες, ήταν κάποιοι μικρομαγαζάτορες απέναντι από την πλατεία του δικαστικού μεγάρου, όπου καθημερινά εκεί γύρω στις δέκα το πρωί έπαιρναν άδεια από τον εαυτό τους για κανένα μισάωρο και συναντιόντουσαν σε ένα μικρό καφενεδάκι να πιουν τη μπίρα Φιξ σε μικρά ποτηράκια και αντάλλασσαν με τον δικό τους τρόπο και πολύ προσεκτικά και διακριτικά πληροφορίες και νέα για την πολιτική κατάσταση, εμείς περνώντας και δήθεν χαζεύοντας τα ποδήλατα και τις μηχανές που ήταν ακριβώς δίπλα από το εν λόγω καφενείο προσπαθούσαμε να αποκρυπτογραφήσουμε τα μισόλογα και τις εκφράσεις και μέσα από εκεί να καταλάβουμε το τι συνέβαινε στην Αθήνα και στις καταλήψεις και είναι η αλήθεια εκεί από αυτούς τους ανθρώπους ακούσαμε την άλλη ημέρα για το Πολυτεχνείο και το τι συνέβη. Μέσες άκρες δηλαδή. Πολύ αργότερα καταλάβαμε τη φρίκη.
Το τι ακριβώς συνέβαινε στην Αθήνα ήταν πολύ δύσκολο να το πληροφορηθεί κάποιος στην επαρχία εκείνης της εποχής, στον Τύπο και το ραδιόφωνο βασίλευε η λογοκρισία, και ο χαφιές με τον ρουφιάνο, δηλαδή ο επιστάτης του σχολείου και ο υπάλληλος των ΚΤΕΛ που είχε την ευθύνη να ανακοινώνει τα δρομολόγια, είχαν τα μάτια και τα αφτιά τους ορθάνοιχτα ειδικά εκείνες τις ημέρες.
Μαζί με δυο συμμαθητές μου την περίοδο εκείνη προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε στην Αθήνα παρακολουθώντας κάπως κρυφά και διακριτικά κάποιους ανθρώπους, που από τα μισόλογα των δικών μας γνωρίζαμε πως είναι δημοκράτες, ήταν κάποιοι μικρομαγαζάτορες απέναντι από την πλατεία του δικαστικού μεγάρου, όπου καθημερινά εκεί γύρω στις δέκα το πρωί έπαιρναν άδεια από τον εαυτό τους για κανένα μισάωρο και συναντιόντουσαν σε ένα μικρό καφενεδάκι να πιουν τη μπίρα Φιξ σε μικρά ποτηράκια και αντάλλασσαν με τον δικό τους τρόπο και πολύ προσεκτικά και διακριτικά πληροφορίες και νέα για την πολιτική κατάσταση, εμείς περνώντας και δήθεν χαζεύοντας τα ποδήλατα και τις μηχανές που ήταν ακριβώς δίπλα από το εν λόγω καφενείο προσπαθούσαμε να αποκρυπτογραφήσουμε τα μισόλογα και τις εκφράσεις και μέσα από εκεί να καταλάβουμε το τι συνέβαινε στην Αθήνα και στις καταλήψεις και είναι η αλήθεια εκεί από αυτούς τους ανθρώπους ακούσαμε την άλλη ημέρα για το Πολυτεχνείο και το τι συνέβη. Μέσες άκρες δηλαδή. Πολύ αργότερα καταλάβαμε τη φρίκη.