Της Γκέλης Ντηλιά
Ο Δρ Νεότερης Ιστορίας Τάσος Χατζηαναστασίου είναι Κύπριος, μένει στο Ναύπλιο, αλλά είναι και επίτιμος δημότης Δράμας για την επιστημονική προσφορά του ως ιστορικός.
Από τα πανεπιστημιακά έδρανα, φέτος υπηρετεί ως Λυκειάρχης στο Λύκειο Αγίας Τριάδας και ήδη έχει δώσει τα πρώτα δείγματα του οράματος του να κάνει την διαφορά στην εκπαίδευση.
Μια συζήτηση στο Ναύπλιο, ένα γκρίζο πρωινό του Σαββάτου που φωτίζεται από τις απαντήσεις του.
Πόσο θεραπευτική δύναμη έχει η Ιστορία;
Η Ιστορία λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά όταν από αυτήν αντλούμε πρότυπα αυτοθυσίας, προσφοράς στο κοινό καλό, στην πατρίδα και στον άνθρωπο. Παίρνουμε κουράγιο και δύναμη για να σταθούμε με θάρρος απέναντι σε όσα αντιμετωπίζουμε είτε ατομικά είτε συλλογικά, ως έθνος. Το ίδιο θεραπευτικά όμως, ως κάθαρση με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, μπορεί να λειτουργήσει και ο μνησιπήμων πόνος όπως χαρακτηρίζει ο Αισχύλος στον «Αγαμέμνονα» τον ψυχικό πόνο που προκαλεί η μνήμη συμφορών. Πέρσι, για παράδειγμα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη μεγαλύτερη καταστροφή που υπέστη ο ελληνισμός, μάς δόθηκε η ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω στη Μικρασιατική Καταστροφή και να δούμε πού βρισκόμαστε και πώς ν’ αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας. Το ίδιο και φέτος που κλείνουμε τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Είναι ο ιστορικός χρονοταξιδιώτης;
Αναπόδραστα⸳ ο ιστορικός είναι υποχρεωμένος μέσω της ενσυναίσθησης να βυθιστεί στο παρελθόν, να ανασκάψει και να ανασύρει από το βάθος του χρόνου και της λήθης την ιστορική α-λήθεια. Το σημαντικό είναι να καταλάβει την εποχή και να μην επιχειρεί να την ερμηνεύσει με βάση τις σύγχρονες αξίες, αντιλήψεις και προκαταλήψεις. Να μην είναι δηλαδή ένας «τουρίστας» που απαιτεί να συναντήσει τον 4ο αι. μ.Χ. σύγχρονες απόψεις και μάλιστα του δυτικού κόσμου, αλλά που είναι σε θέση να αναγνωρίσει ως επαναστατικές για την εποχή τους τις απόψεις των σοφότερων της εποχής, όπως ήταν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ταξιδεύει λοιπόν γνωρίζοντας, σεβόμενος και αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες κάθε εποχής όπως ο πραγματικός ταξιδευτής που επιθυμεί να γνωρίσει, να γευτεί, να κατανοήσει με απόλυτο σεβασμό στην κουλτούρα και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων τον τόπο που επισκέπτεται.
Πόσο λανθασμένη πολιτική ταυτότητα μπορεί να δημιουργήσει η Σύγχρονη Ιστορία;
Ας διακρίνουμε την ίδια την Ιστορία, το παρελθόν και την ανθρώπινη δράση από την ιστοριογραφία, το πώς ερμηνεύουν το παρελθόν οι Ιστορικοί. Στην Ιστορία υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και ερμηνευτικές σχολές που ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία (αλλά και τις παλιότερες εποχές) επηρεάζονται από τις πολιτικές θέσεις και αντιλήψεις των ιστορικών. Θα έλεγα λοιπόν ότι η Σύγχρονη Ιστορία είναι που συχνά ταλαιπωρείται από τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις των ιστορικών εξαιτίας της πολιτικής τους ταυτότητας και όχι το αντίστροφο. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα με το οποίο πιστεύω ότι θα συμφωνούσαν οι περισσότεροι: το Ολοκαύτωμα είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός και εάν αυτό δημιουργεί κάποια ταυτότητα ή όχι, αυτή αφορά το σύγχρονο εβραϊκό έθνος. Δεν τίθεται θέμα εάν αυτή η ταυτότητα είναι ορθή ή εσφαλμένη εφόσον αφορά τη συνείδηση ενός λαού. Ωστόσο, το πώς ένας μη Εβραίος προσεγγίζει το Ολοκαύτωμα επηρεάζεται από τη δική του πολιτική ταυτότητα. Μπορεί ακόμη και να αμφισβητεί ότι πράγματι συνέβη. Αντίστοιχα στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη ορισμένοι που δε δέχονται ότι στο Πολυτεχνείο το 1973 σκοτώθηκαν άνθρωποι ή καταφεύγουν σε λογικά τεχνάσματα επειδή πράγματι εντός του περιβόλου και του κτιρίου του ιδρύματος δεν υπήρξαν νεκροί. Αλλά το Πολυτεχνείο ως εξέγερση και η καταστολή της είναι μια πραγματικότητα. Το εάν εμείς θα το ερμηνεύσουμε ή ακόμη χειρότερα, θα το εκμεταλλευτούμε για τις δικές μας πολιτικές ή ατομικές επιδιώξεις είναι άλλη ιστορία. Πάντως δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι πράγματι συνέβη και είχε τη συγκεκριμένη αρχή και τέλος.
Πιστεύεις ότι η πληρέστερη κατανόηση του παρελθόντος απαντά στα ερωτήματα του παρόντος;
Ναι, το πιστεύω ακράδαντα. Και παρότι δε θα έπρεπε, εντούτοις θυμώνω, όταν ακούω ή διαβάζω ανιστόρητες απόψεις.
Υπάρχει αντικειμενικότητα για ένα μελετητή Ιστορίας ή είναι άπιαστη;
Επειδή η Ιστορία αφορά την ανθρώπινη δράση μιας άλλης εποχής είναι πρακτικά αδύνατο να την αποκαταστήσουμε πλήρως. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πλησιάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο στην αλήθεια στηριζόμενοι στη σωστή ιστορική μέθοδο και στην εντιμότητά μας. Ο έντιμος ιστορικός, αυτός δηλαδή που δεν αποκρύπτει, δεν παραποιεί, δεν αγνοεί εσκεμμένα πηγές και δεν ερμηνεύει όπως του καπνίσει τα γεγονότα είναι ο έγκυρος ιστορικός, τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν ως πηγή οι επόμενοι ερευνητές που θα συνεχίσουν την έρευνα στο ίδιο πεδίο. Άρα αναγνωρίζοντας τα ανθρώπινα όρια της αντικειμενικότητας στην Ιστορία, αναζητούμε την εγκυρότητα.
Μια συζήτηση στο Ναύπλιο, ένα γκρίζο πρωινό του Σαββάτου που φωτίζεται από τις απαντήσεις του.
Πόσο θεραπευτική δύναμη έχει η Ιστορία;
Η Ιστορία λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά όταν από αυτήν αντλούμε πρότυπα αυτοθυσίας, προσφοράς στο κοινό καλό, στην πατρίδα και στον άνθρωπο. Παίρνουμε κουράγιο και δύναμη για να σταθούμε με θάρρος απέναντι σε όσα αντιμετωπίζουμε είτε ατομικά είτε συλλογικά, ως έθνος. Το ίδιο θεραπευτικά όμως, ως κάθαρση με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, μπορεί να λειτουργήσει και ο μνησιπήμων πόνος όπως χαρακτηρίζει ο Αισχύλος στον «Αγαμέμνονα» τον ψυχικό πόνο που προκαλεί η μνήμη συμφορών. Πέρσι, για παράδειγμα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη μεγαλύτερη καταστροφή που υπέστη ο ελληνισμός, μάς δόθηκε η ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω στη Μικρασιατική Καταστροφή και να δούμε πού βρισκόμαστε και πώς ν’ αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας. Το ίδιο και φέτος που κλείνουμε τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Είναι ο ιστορικός χρονοταξιδιώτης;
Αναπόδραστα⸳ ο ιστορικός είναι υποχρεωμένος μέσω της ενσυναίσθησης να βυθιστεί στο παρελθόν, να ανασκάψει και να ανασύρει από το βάθος του χρόνου και της λήθης την ιστορική α-λήθεια. Το σημαντικό είναι να καταλάβει την εποχή και να μην επιχειρεί να την ερμηνεύσει με βάση τις σύγχρονες αξίες, αντιλήψεις και προκαταλήψεις. Να μην είναι δηλαδή ένας «τουρίστας» που απαιτεί να συναντήσει τον 4ο αι. μ.Χ. σύγχρονες απόψεις και μάλιστα του δυτικού κόσμου, αλλά που είναι σε θέση να αναγνωρίσει ως επαναστατικές για την εποχή τους τις απόψεις των σοφότερων της εποχής, όπως ήταν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ταξιδεύει λοιπόν γνωρίζοντας, σεβόμενος και αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες κάθε εποχής όπως ο πραγματικός ταξιδευτής που επιθυμεί να γνωρίσει, να γευτεί, να κατανοήσει με απόλυτο σεβασμό στην κουλτούρα και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων τον τόπο που επισκέπτεται.
Πόσο λανθασμένη πολιτική ταυτότητα μπορεί να δημιουργήσει η Σύγχρονη Ιστορία;
Ας διακρίνουμε την ίδια την Ιστορία, το παρελθόν και την ανθρώπινη δράση από την ιστοριογραφία, το πώς ερμηνεύουν το παρελθόν οι Ιστορικοί. Στην Ιστορία υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και ερμηνευτικές σχολές που ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία (αλλά και τις παλιότερες εποχές) επηρεάζονται από τις πολιτικές θέσεις και αντιλήψεις των ιστορικών. Θα έλεγα λοιπόν ότι η Σύγχρονη Ιστορία είναι που συχνά ταλαιπωρείται από τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις των ιστορικών εξαιτίας της πολιτικής τους ταυτότητας και όχι το αντίστροφο. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα με το οποίο πιστεύω ότι θα συμφωνούσαν οι περισσότεροι: το Ολοκαύτωμα είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός και εάν αυτό δημιουργεί κάποια ταυτότητα ή όχι, αυτή αφορά το σύγχρονο εβραϊκό έθνος. Δεν τίθεται θέμα εάν αυτή η ταυτότητα είναι ορθή ή εσφαλμένη εφόσον αφορά τη συνείδηση ενός λαού. Ωστόσο, το πώς ένας μη Εβραίος προσεγγίζει το Ολοκαύτωμα επηρεάζεται από τη δική του πολιτική ταυτότητα. Μπορεί ακόμη και να αμφισβητεί ότι πράγματι συνέβη. Αντίστοιχα στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη ορισμένοι που δε δέχονται ότι στο Πολυτεχνείο το 1973 σκοτώθηκαν άνθρωποι ή καταφεύγουν σε λογικά τεχνάσματα επειδή πράγματι εντός του περιβόλου και του κτιρίου του ιδρύματος δεν υπήρξαν νεκροί. Αλλά το Πολυτεχνείο ως εξέγερση και η καταστολή της είναι μια πραγματικότητα. Το εάν εμείς θα το ερμηνεύσουμε ή ακόμη χειρότερα, θα το εκμεταλλευτούμε για τις δικές μας πολιτικές ή ατομικές επιδιώξεις είναι άλλη ιστορία. Πάντως δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι πράγματι συνέβη και είχε τη συγκεκριμένη αρχή και τέλος.
Πιστεύεις ότι η πληρέστερη κατανόηση του παρελθόντος απαντά στα ερωτήματα του παρόντος;
Ναι, το πιστεύω ακράδαντα. Και παρότι δε θα έπρεπε, εντούτοις θυμώνω, όταν ακούω ή διαβάζω ανιστόρητες απόψεις.
Υπάρχει αντικειμενικότητα για ένα μελετητή Ιστορίας ή είναι άπιαστη;
Επειδή η Ιστορία αφορά την ανθρώπινη δράση μιας άλλης εποχής είναι πρακτικά αδύνατο να την αποκαταστήσουμε πλήρως. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πλησιάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο στην αλήθεια στηριζόμενοι στη σωστή ιστορική μέθοδο και στην εντιμότητά μας. Ο έντιμος ιστορικός, αυτός δηλαδή που δεν αποκρύπτει, δεν παραποιεί, δεν αγνοεί εσκεμμένα πηγές και δεν ερμηνεύει όπως του καπνίσει τα γεγονότα είναι ο έγκυρος ιστορικός, τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν ως πηγή οι επόμενοι ερευνητές που θα συνεχίσουν την έρευνα στο ίδιο πεδίο. Άρα αναγνωρίζοντας τα ανθρώπινα όρια της αντικειμενικότητας στην Ιστορία, αναζητούμε την εγκυρότητα.
Πόσο διδάσκουν τα ιστορικά λάθη;
Όσο εμείς το επιτρέπουμε αξιοποιώντας τα μαθήματα του παρελθόντος. Η συμφωνία του Μονάχου του 1938 μεταξύ της ναζιστικής Γερμανίας, της Ιταλίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας έμεινε στην Ιστορία ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της αποτυχίας του κατευνασμού μιας φασιστικής επεκτατικής δύναμης. Το εξοργιστικό είναι ότι ο πρωθυπουργός της Βρετανίας επέστρεψε στη χώρα του και δήλωσε ότι εξασφάλισε την ειρήνη! Πόσο έχουμε αφομοιώσει αυτό το τραγικό ιστορικό λάθος με τις τόσο καταστρεπτικές συνέπειες για την ανθρωπότητα;
Ποιο ιστορικό πρόσωπο θαυμάζεις;
Όταν ήμουν μικρός θαύμαζα τους ήρωες-προμάχους που αγωνίζονταν υπερασπιζόμενοι τους αδύναμους και την κοινότητά τους είτε ήταν ο Ρομπέν των Δασών είτε ήταν ο Γρηγόρης Αυξεντίου. Και τώρα εξακολουθώ να θαυμάζω τα πρόσωπα εκείνα που στάθηκαν με ανιδιοτέλεια κι αξιοπρέπεια επιμένοντας να υπερασπίζονται την αλήθεια, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη ακόμη κι όταν όλα φαίνονταν, και συχνά ήταν, μάταια. Μεγαλώνοντας έμαθα να θαυμάζω και τους αθόρυβους ήρωες της καθημερινότητας, τους δημιουργικούς ανθρώπους που εργάστηκαν ακάματα με μεράκι και με αγάπη στον άνθρωπο. Για να μην μακρηγορώ, θα έλεγα ότι πιο πολύ θαυμάζω την πράξη παρά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο: την ανιδιοτελή δημιουργικότητα, τα «έργα της θάλασσας και της αγάπης» εκείνη τη δύναμη που όπως έγραψε ο συμπολίτης μας ο Άγγελος Τερζάκης εντοπίζεται στο κελί του Αγίου, στη φυλακή του Επαναστάτη, στο εργαστήρι του Σοφού και που συμπυκνώνει τα μεγάλα διαχρονικά πρότυπα της ελληνικής παράδοσης.
Είναι η Ιστορία μια αιματηρή εικόνα αντιθέσεων ή ένας αγώνας για επιβίωση;
Η Ιστορία είναι η ίδια η ζωή και σ’ αυτήν χωράει τόσο η ανθρώπινη δημιουργικότητα όσο και η τάση του ανθρώπου για βία και καταστροφή. Επειδή δε μου αρέσει ο όρος «επιβίωση», μου θυμίζει και το ανόητο τηλεοπτικό παιχνίδι «survivor», θα έλεγα ότι η Ιστορία είναι ο αγώνας του ανθρώπου για ζωή!.
Γιατί κάποια γεγονότα διδάσκονται διαστρεβλωμένα στα σχολεία;
Δε θα έλεγα ότι σήμερα στα σχολεία παρατηρείται το φαινόμενο της διαστρέβλωσης των γεγονότων. Σε γενικές γραμμές, από τη Μεταπολίτευση και μετά, τα σχολικά βιβλία Ιστορίας δεν εμφανίζουν τη μονομέρεια ή τις σκόπιμες παραποιήσεις που ίσχυαν σε προηγούμενες εποχές, και πάλι όχι απόλυτα. Αυτό για το οποίο μπορεί κανείς να έχει αντιρρήσεις είναι η ερμηνεία ή η επιλογή των γεγονότων που περιλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη. Ας πούμε, στην Ιστορία που εξετάζεται στις πανελλήνιες εξετάσεις, το κεφάλαιο της Ιστορίας του παρευξείνιου ελληνισμού, των Ελλήνων του Πόντου δηλαδή, μια είναι εκτός και μια είναι εντός ύλης!
Γιατί οι μαθητές αναρωτιούνται για το νόημα του να αποστηθίσουν παπαγαλία τα σχολικά βιβλία, μην καταφέρνοντας να συνδεθούν με το παρελθόν;
Οι μαθητές έχουν δίκιο ως προς το ότι καλούνται συχνά να αποστηθίσουν κείμενα από κακογραμμένα σχολικά βιβλία ή ακόμη κι όταν αυτά είναι καλογραμμένα δεν τους έχει εξηγηθεί επαρκώς στην αφήγηση του διδάσκοντα το νόημα όσων πρέπει να αποστηθίσουν. Τι να καταλάβει π.χ. ο μαθητής από την έκφραση: «οι πραγματικότητες της Πελοποννήσου το 1821»; Σε άλλες περιπτώσεις καλούνται να αποστηθίσουν περιττές λεπτομέρειες, π.χ. πόσα σχολεία ή μοναστήρια είχε ο Πόντος τον 19ο αιώνα. Πρέπει να αποφασίσουμε ποιες ιστορικές γνώσεις θέλουμε να έχουν τα παιδιά. Δεν είναι δυνατόν να απαιτούμε να γνωρίζουν πράγματα που ούτε οι Ιστορικοί δεν θυμούνται απέξω, αλλά όσα είναι απαραίτητα για να κατανοούν το παρελθόν, τις ιστορικές περιόδους και τα όρια τους, σημαντικά γεγονότα και κατακτήσεις που αφορούν και το σήμερα προκειμένου να θεωρούνται μορφωμένοι και να κατανοούν τις σύγχρονες εξελίξεις, όπως είναι η μάχη του Μαραθώνα, το σλαβικό αλφάβητο, η εμφάνιση των Οθωμανών, το Σχίσμα των Εκκλησιών, η Μεταρρύθμιση, η Γαλλική Επανάσταση, η βιομηχανική επανάσταση κτλ.
Πώς μπορεί η Ιστορία να γίνει πιο ελκυστικό μάθημα;
Αυτό αποτελεί ένα καίριο ερώτημα και ταυτόχρονα μια πολύ πονεμένη ιστορία. Πρώτα πρώτα, να πω ότι αυτό το ερώτημα τίθεται κατεξοχήν για την Ιστορία⸳ δεν τίθεται, για παράδειγμα, το ίδιο ερώτημα για τα μαθηματικά, τη χημεία ή τα αγγλικά. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η πραγματική ιστορική γνώση προϋποθέτει την αποστήθιση γεγονότων, προσώπων, χρονολογιών κτλ, κάτι εξαιρετικά επίπονο και απωθητικό. Πώς για παράδειγμα να κατανοήσεις μία πηγή, ένα ιστορικό ανέκδοτο, μία ταινία βασισμένη σε ιστορικά γεγονότα, όλ’ αυτά που θα έκαναν πιο ευχάριστο το μάθημα, όταν αγνοείς τα γεγονότα; Είναι σαν να επιχειρείς να διαβάσεις για απόλαυση Αισχύλο στο πρωτότυπο χωρίς να έχεις αφιερώσει άπειρες ώρες για να μάθεις το συντακτικό, τη γραμματική και το λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής που επίσης όλοι βαριούνται! Νομίζω όμως ότι υπάρχουν απαντήσεις: πρώτα πρώτα θεωρώ ότι χρειάζεται μία καλή, εμπνευσμένη, πειστική και ζωντανή αφήγηση.
Όσο εμείς το επιτρέπουμε αξιοποιώντας τα μαθήματα του παρελθόντος. Η συμφωνία του Μονάχου του 1938 μεταξύ της ναζιστικής Γερμανίας, της Ιταλίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας έμεινε στην Ιστορία ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της αποτυχίας του κατευνασμού μιας φασιστικής επεκτατικής δύναμης. Το εξοργιστικό είναι ότι ο πρωθυπουργός της Βρετανίας επέστρεψε στη χώρα του και δήλωσε ότι εξασφάλισε την ειρήνη! Πόσο έχουμε αφομοιώσει αυτό το τραγικό ιστορικό λάθος με τις τόσο καταστρεπτικές συνέπειες για την ανθρωπότητα;
Ποιο ιστορικό πρόσωπο θαυμάζεις;
Όταν ήμουν μικρός θαύμαζα τους ήρωες-προμάχους που αγωνίζονταν υπερασπιζόμενοι τους αδύναμους και την κοινότητά τους είτε ήταν ο Ρομπέν των Δασών είτε ήταν ο Γρηγόρης Αυξεντίου. Και τώρα εξακολουθώ να θαυμάζω τα πρόσωπα εκείνα που στάθηκαν με ανιδιοτέλεια κι αξιοπρέπεια επιμένοντας να υπερασπίζονται την αλήθεια, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη ακόμη κι όταν όλα φαίνονταν, και συχνά ήταν, μάταια. Μεγαλώνοντας έμαθα να θαυμάζω και τους αθόρυβους ήρωες της καθημερινότητας, τους δημιουργικούς ανθρώπους που εργάστηκαν ακάματα με μεράκι και με αγάπη στον άνθρωπο. Για να μην μακρηγορώ, θα έλεγα ότι πιο πολύ θαυμάζω την πράξη παρά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο: την ανιδιοτελή δημιουργικότητα, τα «έργα της θάλασσας και της αγάπης» εκείνη τη δύναμη που όπως έγραψε ο συμπολίτης μας ο Άγγελος Τερζάκης εντοπίζεται στο κελί του Αγίου, στη φυλακή του Επαναστάτη, στο εργαστήρι του Σοφού και που συμπυκνώνει τα μεγάλα διαχρονικά πρότυπα της ελληνικής παράδοσης.
Είναι η Ιστορία μια αιματηρή εικόνα αντιθέσεων ή ένας αγώνας για επιβίωση;
Η Ιστορία είναι η ίδια η ζωή και σ’ αυτήν χωράει τόσο η ανθρώπινη δημιουργικότητα όσο και η τάση του ανθρώπου για βία και καταστροφή. Επειδή δε μου αρέσει ο όρος «επιβίωση», μου θυμίζει και το ανόητο τηλεοπτικό παιχνίδι «survivor», θα έλεγα ότι η Ιστορία είναι ο αγώνας του ανθρώπου για ζωή!.
Γιατί κάποια γεγονότα διδάσκονται διαστρεβλωμένα στα σχολεία;
Δε θα έλεγα ότι σήμερα στα σχολεία παρατηρείται το φαινόμενο της διαστρέβλωσης των γεγονότων. Σε γενικές γραμμές, από τη Μεταπολίτευση και μετά, τα σχολικά βιβλία Ιστορίας δεν εμφανίζουν τη μονομέρεια ή τις σκόπιμες παραποιήσεις που ίσχυαν σε προηγούμενες εποχές, και πάλι όχι απόλυτα. Αυτό για το οποίο μπορεί κανείς να έχει αντιρρήσεις είναι η ερμηνεία ή η επιλογή των γεγονότων που περιλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη. Ας πούμε, στην Ιστορία που εξετάζεται στις πανελλήνιες εξετάσεις, το κεφάλαιο της Ιστορίας του παρευξείνιου ελληνισμού, των Ελλήνων του Πόντου δηλαδή, μια είναι εκτός και μια είναι εντός ύλης!
Γιατί οι μαθητές αναρωτιούνται για το νόημα του να αποστηθίσουν παπαγαλία τα σχολικά βιβλία, μην καταφέρνοντας να συνδεθούν με το παρελθόν;
Οι μαθητές έχουν δίκιο ως προς το ότι καλούνται συχνά να αποστηθίσουν κείμενα από κακογραμμένα σχολικά βιβλία ή ακόμη κι όταν αυτά είναι καλογραμμένα δεν τους έχει εξηγηθεί επαρκώς στην αφήγηση του διδάσκοντα το νόημα όσων πρέπει να αποστηθίσουν. Τι να καταλάβει π.χ. ο μαθητής από την έκφραση: «οι πραγματικότητες της Πελοποννήσου το 1821»; Σε άλλες περιπτώσεις καλούνται να αποστηθίσουν περιττές λεπτομέρειες, π.χ. πόσα σχολεία ή μοναστήρια είχε ο Πόντος τον 19ο αιώνα. Πρέπει να αποφασίσουμε ποιες ιστορικές γνώσεις θέλουμε να έχουν τα παιδιά. Δεν είναι δυνατόν να απαιτούμε να γνωρίζουν πράγματα που ούτε οι Ιστορικοί δεν θυμούνται απέξω, αλλά όσα είναι απαραίτητα για να κατανοούν το παρελθόν, τις ιστορικές περιόδους και τα όρια τους, σημαντικά γεγονότα και κατακτήσεις που αφορούν και το σήμερα προκειμένου να θεωρούνται μορφωμένοι και να κατανοούν τις σύγχρονες εξελίξεις, όπως είναι η μάχη του Μαραθώνα, το σλαβικό αλφάβητο, η εμφάνιση των Οθωμανών, το Σχίσμα των Εκκλησιών, η Μεταρρύθμιση, η Γαλλική Επανάσταση, η βιομηχανική επανάσταση κτλ.
Πώς μπορεί η Ιστορία να γίνει πιο ελκυστικό μάθημα;
Αυτό αποτελεί ένα καίριο ερώτημα και ταυτόχρονα μια πολύ πονεμένη ιστορία. Πρώτα πρώτα, να πω ότι αυτό το ερώτημα τίθεται κατεξοχήν για την Ιστορία⸳ δεν τίθεται, για παράδειγμα, το ίδιο ερώτημα για τα μαθηματικά, τη χημεία ή τα αγγλικά. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η πραγματική ιστορική γνώση προϋποθέτει την αποστήθιση γεγονότων, προσώπων, χρονολογιών κτλ, κάτι εξαιρετικά επίπονο και απωθητικό. Πώς για παράδειγμα να κατανοήσεις μία πηγή, ένα ιστορικό ανέκδοτο, μία ταινία βασισμένη σε ιστορικά γεγονότα, όλ’ αυτά που θα έκαναν πιο ευχάριστο το μάθημα, όταν αγνοείς τα γεγονότα; Είναι σαν να επιχειρείς να διαβάσεις για απόλαυση Αισχύλο στο πρωτότυπο χωρίς να έχεις αφιερώσει άπειρες ώρες για να μάθεις το συντακτικό, τη γραμματική και το λεξιλόγιο της αρχαίας ελληνικής που επίσης όλοι βαριούνται! Νομίζω όμως ότι υπάρχουν απαντήσεις: πρώτα πρώτα θεωρώ ότι χρειάζεται μία καλή, εμπνευσμένη, πειστική και ζωντανή αφήγηση.
Σε όλους αρέσει να ακούνε ιστορίες! Εμείς, σε μία προσπάθεια να εκσυγχρονίσουμε δήθεν το μάθημα, σχεδόν έχουμε καταργήσει την αφήγηση ενώ επειδή συχνά το μάθημα στα σχολεία δεν ανατίθεται σε ιστορικούς ούτε καν σε φιλολόγους, η αφήγηση δεν είναι η κατάλληλη, είναι άνευρη, βαρετή, απλή επανάληψη του κειμένου του βιβλίου που συνήθως είναι κακογραμμένο (άλλη πονεμένη ιστορία!). Έπειτα, κάποιοι διδάσκουν Ιστορία χωρίς τη χρήση χάρτη! Αν είναι δυνατόν! Χρειαζόμαστε λοιπόν καλούς αφηγητές, καλογραμμένα βιβλία, σαφή, κατανοητά και δευτερευόντως όλα τα υπόλοιπα που προσφέρουν ποικιλία και καλύτερη κατανόηση της αφήγησης: εικόνες, βίντεο, κάποιο άλλο εποπτικό υλικό. Χρειαζόμαστε επίσης και περισσότερο συμμετοχικές διδακτικές μεθόδους, πέρα από την αφήγηση και την αποστήθιση.
Τέτοιες μέθοδοι είναι η διερευνητική μέθοδος ή μέθοδος επίλυσης προβλήματος κατά την οποία οι μαθητές αναζητούν απαντήσεις σ’ ένα ιστορικό ερώτημα, είτε απλό όπως γιατί νίκησαν οι Αθηναίοι στον Μαραθώνα, είτε πιο σύνθετο όπως γιατί τις Ανακαλύψεις τις έκαναν οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι και όχι οι Κινέζοι που την ίδια περίοδο είχαν κατασκευάσει μεγαλύτερα πλοία και είχαν αναπτύξει εξίσου τη ναυτική τεχνολογία. Άλλες μέθοδοι είναι η δραματοποίηση, να «παίξουν» τα παιδιά την απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου το 1940, η ανεστραμμένη τάξη, δηλαδή να παρουσιάσουν μία νέα ενότητα, ο αγώνας επιχειρηματολογίας στην τάξη όπου μία ομάδα υποστηρίζει, π.χ. τις θέσεις των Εικονομάχων και η άλλη τις θέσεις των Εικονόφιλων την περίοδο της Εικονομαχίας.
Εννοείται ότι το μάθημα της Ιστορίας θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης επισκέψεις σε μουσεία, αρχαιολογικούς και άλλους ιστορικούς χώρους, όχι για να γίνεται πιο εύπεπτο και «ελκυστικό» αλλά γιατί έτσι συμπληρώνεται σωστά η διδασκαλία στην τάξη. Πώς να καταλάβουν τα παιδιά τι είναι ένας δωρικός ναός, μία πινακίδα γραμμικής Β΄, μία βυζαντινή εκκλησία ή ένα ενετικό κάστρο χωρίς να τα δουν; Δόξα τω Θεώ, η χώρα μας είναι παντού γεμάτοι μνημεία, αρχαιολογικούς και ιστορικούς χώρους, μουσεία, όπως και ηρώα. Σε όλα αυτά μπορεί να γίνεται μάθημα. Μάθημα Ιστορίας, επίσης βιωματικό, αποτελούν και οι σχολικοί εορτασμοί των εθνικών επετείων, κάτι που όμως κάποιοι δεν το αντιλαμβάνονται ως τέτοιο και συχνά ακούγονται πράγματα ανιστόρητα και εντελώς εκτός του νοήματος της επετείου.
Γιατί το μεγαλύτερο μέρος της ύλης, ειδικά στο λύκειο, είναι για το πολύ μακρινό παρελθόν και όχι για το εγγύτερο παρελθόν;
Αυτό πράγματι ίσχυε και εξακολουθεί να ισχύει σε έναν βαθμό και σήμερα καθώς με την Τράπεζα Θεμάτων επιχειρείται να καλυφθούν όλες οι ιστορικές περίοδοι έως τις πιο πρόσφατες. Ωστόσο, το Κυπριακό Ζήτημα, για παράδειγμα, που είναι συνήθως το τελευταίο κεφάλαιο στις τελευταίες τάξεις Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου, παραμένει εκτός ύλης ενώ είναι απαραίτητο για την κατανόηση ενός ακόμη ανοιχτού ζητήματος, πάντα επίκαιρου. Θα διακινδυνεύσω να πω ότι ο βασικός λόγος έχει να κάνει με την ανασφάλεια των αρμοδίων για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής αλλά και πολλών διδασκόντων να μιλήσουν με γνώση και ευσυνειδησία για τα πιο πρόσφατα γεγονότα όπως είναι ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος, το Κυπριακό, το Μεσανατολικό κ.ά. Η αλήθεια είναι ότι επειδή ακόμη και σήμερα συχνά προκαλούνται με αφορμή τα πρόσφατα ιστορικά γεγονότα οξύτατες αντιπαραθέσεις, έχει επιλεγεί ν’ αποφεύγεται να μεταφέρονται αυτές στη σχολική αίθουσα. Όμως ειδικά για το Κυπριακό ισχύει επίσης και η απώθηση με την οποία αντιμετωπίζεται ως ζήτημα στην Ελλάδα: δεν το θίγουμε, δεν θέλουμε να ξέρουμε γι’ αυτό γιατί θέτει διαρκώς το ζήτημα της αντιπαράθεσης και μιας πιθανής πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία.
Γιατί το μεγαλύτερο μέρος της ύλης, ειδικά στο λύκειο, είναι για το πολύ μακρινό παρελθόν και όχι για το εγγύτερο παρελθόν;
Αυτό πράγματι ίσχυε και εξακολουθεί να ισχύει σε έναν βαθμό και σήμερα καθώς με την Τράπεζα Θεμάτων επιχειρείται να καλυφθούν όλες οι ιστορικές περίοδοι έως τις πιο πρόσφατες. Ωστόσο, το Κυπριακό Ζήτημα, για παράδειγμα, που είναι συνήθως το τελευταίο κεφάλαιο στις τελευταίες τάξεις Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου, παραμένει εκτός ύλης ενώ είναι απαραίτητο για την κατανόηση ενός ακόμη ανοιχτού ζητήματος, πάντα επίκαιρου. Θα διακινδυνεύσω να πω ότι ο βασικός λόγος έχει να κάνει με την ανασφάλεια των αρμοδίων για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής αλλά και πολλών διδασκόντων να μιλήσουν με γνώση και ευσυνειδησία για τα πιο πρόσφατα γεγονότα όπως είναι ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος, το Κυπριακό, το Μεσανατολικό κ.ά. Η αλήθεια είναι ότι επειδή ακόμη και σήμερα συχνά προκαλούνται με αφορμή τα πρόσφατα ιστορικά γεγονότα οξύτατες αντιπαραθέσεις, έχει επιλεγεί ν’ αποφεύγεται να μεταφέρονται αυτές στη σχολική αίθουσα. Όμως ειδικά για το Κυπριακό ισχύει επίσης και η απώθηση με την οποία αντιμετωπίζεται ως ζήτημα στην Ελλάδα: δεν το θίγουμε, δεν θέλουμε να ξέρουμε γι’ αυτό γιατί θέτει διαρκώς το ζήτημα της αντιπαράθεσης και μιας πιθανής πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία.
Από την εμπειρία σου, θεωρείς ότι οι πηγές παραπληροφορούν;
Δεν είναι θέμα δικής μου εμπειρίας, όσο γνώσης της φύσης των πηγών γι’ αυτό και ο ευσυνείδητος, αυτός που χαρακτηρίσαμε έντιμο και ο καταρτισμένος επιστημονικά ιστορικός αξιολογεί και διασταυρώνει τις πηγές του. Για τη δολοφονία του Καποδίστρια θα πρέπει να δει κανείς και τα βρετανικά και τα γαλλικά και τα ρωσικά αρχεία, όπως και τις ελληνικές πηγές. Αν λάβει υπόψη του μόνο τον αντικαποδιστριακό τύπο, για παράδειγμα, οπωσδήποτε θα παραπληροφορηθεί. Το ίδιο εάν εμπιστευτεί αποκλειστικά την έκθεση που συνέταξε ο Γάλλος πρόξενος στο Ναύπλιο προς τους ανωτέρους του κ.ο.κ.
Πόσοι «καλοί» και πόσοι «κακοί» χωράνε στην Ιστορία;
Η Ιστορία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως δικαστήριο για την ανθρώπινη δράση του παρελθόντος. Δεν είναι έργο της να προβαίνει στην καταδίκη ή την αθώωση προσώπων. Οι χαρακτηρισμοί προσώπων και καταστάσεων πρέπει να χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη φειδώ, εγώ θα έλεγα ακόμη και σε περιπτώσεις κοινά αποδεκτές π.χ. ότι η Γενοκτονία των Αρμενίων αποτελεί έγκλημα. Το ότι είναι έγκλημα το αντιλαμβάνεται ο καθένας από την εξιστόρηση των γεγονότων και την έκθεση των αντικειμενικών δεδομένων. Δε χρειάζεται να το πει ο ιστορικός. Δεν είναι έργο της Ιστορίας να πει ότι ο Χίτλερ ήταν «κακός», όχι φυσικά γιατί «κατά βάθος ήταν καλός» (εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι), αλλά γιατί αυτό θα αποτελούσε μία τραγική απλούστευση. Ο ιστορικός έχει χρέος να μελετήσει τη δράση του, να την κατανοήσει, να την ερμηνεύσει στο συγκεκριμένο ιστορικό, πολιτισμικό και ιδεολογικό πλαίσιο και να την αφηγηθεί έτσι ώστε ο αναγνώστης να κρίνει ο ίδιος. Εξάλλου, συνήθως είναι αδύνατον να υπάρξει μία οριστική και κατηγορηματική κρίση για κάποιο ιστορικό πρόσωπο. Πώς να χαρακτηρίσουμε ας πούμε με ένα ή δύο επίθετα τον Βενιζέλο που τόσο αγαπήθηκε αλλά και μισήθηκε στην εποχή του, τον Γεώργιο Γρίβα, τον Ανδρέα Παπανδρέου ή τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη;
Είμαστε προϊόντα της Ιστορίας;
Προφανώς! Είμαστε η ιστορία μας, η προσωπική και η συλλογική.
Είναι η Ιστορία πράξη αυτογνωσίας;
Ακριβώς! Μόνο με την Ιστορία μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Το ποιοι είμαστε δεν το οφείλουμε μόνο στα όσα έχουμε καταφέρει μόνοι μας όσο ζούμε, αλλά και στο πού μεγαλώσαμε, από ποιους γονείς και προγόνους, σε ποια εποχή. Άρα, για να καταλάβω ποιος πραγματικά είμαι, πώς διαμορφώθηκαν οι πεποιθήσεις με βάση τις οποίες καθορίζονται οι επιλογές και η συμπεριφορά μου θα πρέπει να γνωρίζω το παρελθόν τόσο το δικό μου, το ατομικό όσο και της κοινότητας, της κοινωνίας, του έθνους στο οποίο ανήκω. Αντίστοιχα για να γνωρίσω κάποιον καλύτερα, πρέπει να ξέρω το παρελθόν αλλά και το περιβάλλον στο οποίο έχει γαλουχηθεί και το πολιτισμικό φορτίο που κουβαλάει. Υπάρχει όμως πάντοτε και το στοιχείο της ελευθερίας στον άνθρωπο που του επιτρέπει να αλλάζει τη μοίρα του. Διαμορφωνόμαστε δηλαδή από τους παλιότερους και το περιβάλλον μας, αλλά το διαμορφώνουμε κι εμείς με τη σειρά μας, με τη δική μας δράση.
Πόσο σε βοήθησε η Ιστορία να κατανοήσεις τον εαυτό σου;
Αυτό δεν μπορώ να το πω ο ίδιος. Όμως επειδή όλοι είμαστε παιδιά της εποχής μας, γνωρίζοντας το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκα και ανατράφηκα, έχοντας τις συγκεκριμένες εμπειρίες μπορώ να πω ότι κατανοώ καλύτερα, αν και όχι απολύτως, τον εαυτό μου. Και λέω «όχι απολύτως» διότι υπάρχει σε όλους μας και μία «σκοτεινή», ανεξιχνίαστη πλευρά!
Δεν είναι θέμα δικής μου εμπειρίας, όσο γνώσης της φύσης των πηγών γι’ αυτό και ο ευσυνείδητος, αυτός που χαρακτηρίσαμε έντιμο και ο καταρτισμένος επιστημονικά ιστορικός αξιολογεί και διασταυρώνει τις πηγές του. Για τη δολοφονία του Καποδίστρια θα πρέπει να δει κανείς και τα βρετανικά και τα γαλλικά και τα ρωσικά αρχεία, όπως και τις ελληνικές πηγές. Αν λάβει υπόψη του μόνο τον αντικαποδιστριακό τύπο, για παράδειγμα, οπωσδήποτε θα παραπληροφορηθεί. Το ίδιο εάν εμπιστευτεί αποκλειστικά την έκθεση που συνέταξε ο Γάλλος πρόξενος στο Ναύπλιο προς τους ανωτέρους του κ.ο.κ.
Πόσοι «καλοί» και πόσοι «κακοί» χωράνε στην Ιστορία;
Η Ιστορία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως δικαστήριο για την ανθρώπινη δράση του παρελθόντος. Δεν είναι έργο της να προβαίνει στην καταδίκη ή την αθώωση προσώπων. Οι χαρακτηρισμοί προσώπων και καταστάσεων πρέπει να χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη φειδώ, εγώ θα έλεγα ακόμη και σε περιπτώσεις κοινά αποδεκτές π.χ. ότι η Γενοκτονία των Αρμενίων αποτελεί έγκλημα. Το ότι είναι έγκλημα το αντιλαμβάνεται ο καθένας από την εξιστόρηση των γεγονότων και την έκθεση των αντικειμενικών δεδομένων. Δε χρειάζεται να το πει ο ιστορικός. Δεν είναι έργο της Ιστορίας να πει ότι ο Χίτλερ ήταν «κακός», όχι φυσικά γιατί «κατά βάθος ήταν καλός» (εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι), αλλά γιατί αυτό θα αποτελούσε μία τραγική απλούστευση. Ο ιστορικός έχει χρέος να μελετήσει τη δράση του, να την κατανοήσει, να την ερμηνεύσει στο συγκεκριμένο ιστορικό, πολιτισμικό και ιδεολογικό πλαίσιο και να την αφηγηθεί έτσι ώστε ο αναγνώστης να κρίνει ο ίδιος. Εξάλλου, συνήθως είναι αδύνατον να υπάρξει μία οριστική και κατηγορηματική κρίση για κάποιο ιστορικό πρόσωπο. Πώς να χαρακτηρίσουμε ας πούμε με ένα ή δύο επίθετα τον Βενιζέλο που τόσο αγαπήθηκε αλλά και μισήθηκε στην εποχή του, τον Γεώργιο Γρίβα, τον Ανδρέα Παπανδρέου ή τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη;
Είμαστε προϊόντα της Ιστορίας;
Προφανώς! Είμαστε η ιστορία μας, η προσωπική και η συλλογική.
Είναι η Ιστορία πράξη αυτογνωσίας;
Ακριβώς! Μόνο με την Ιστορία μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Το ποιοι είμαστε δεν το οφείλουμε μόνο στα όσα έχουμε καταφέρει μόνοι μας όσο ζούμε, αλλά και στο πού μεγαλώσαμε, από ποιους γονείς και προγόνους, σε ποια εποχή. Άρα, για να καταλάβω ποιος πραγματικά είμαι, πώς διαμορφώθηκαν οι πεποιθήσεις με βάση τις οποίες καθορίζονται οι επιλογές και η συμπεριφορά μου θα πρέπει να γνωρίζω το παρελθόν τόσο το δικό μου, το ατομικό όσο και της κοινότητας, της κοινωνίας, του έθνους στο οποίο ανήκω. Αντίστοιχα για να γνωρίσω κάποιον καλύτερα, πρέπει να ξέρω το παρελθόν αλλά και το περιβάλλον στο οποίο έχει γαλουχηθεί και το πολιτισμικό φορτίο που κουβαλάει. Υπάρχει όμως πάντοτε και το στοιχείο της ελευθερίας στον άνθρωπο που του επιτρέπει να αλλάζει τη μοίρα του. Διαμορφωνόμαστε δηλαδή από τους παλιότερους και το περιβάλλον μας, αλλά το διαμορφώνουμε κι εμείς με τη σειρά μας, με τη δική μας δράση.
Πόσο σε βοήθησε η Ιστορία να κατανοήσεις τον εαυτό σου;
Αυτό δεν μπορώ να το πω ο ίδιος. Όμως επειδή όλοι είμαστε παιδιά της εποχής μας, γνωρίζοντας το ευρύτερο περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκα και ανατράφηκα, έχοντας τις συγκεκριμένες εμπειρίες μπορώ να πω ότι κατανοώ καλύτερα, αν και όχι απολύτως, τον εαυτό μου. Και λέω «όχι απολύτως» διότι υπάρχει σε όλους μας και μία «σκοτεινή», ανεξιχνίαστη πλευρά!
Η μονογραφία που έχεις συγγράψει από κοινού με τον Δημήτρη Πασχαλίδη, «Τα γεγονότα της Δράμας, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1941, εξέγερση ή προβοκάτσια:», τιμήθηκε το 2004 με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Τι σε έκανε να επιλέξεις την κατοχή ως θεματική;
Η επιλογή ενός θέματος γίνεται συνήθως με το αντικειμενικό κριτήριο του βιβλιογραφικού κενού που η δική σου έρευνα φιλοδοξεί να καλύψει και με το υποκειμενικό κριτήριο του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Επειδή αντιλαμβάνομαι ότι η ερώτηση αφορά το δεύτερο κριτήριο, θα έλεγα ότι όπως ανέφερα και πιο πάνω με συγκινούσαν ανέκαθεν οι άνθρωποι που παλεύουν για ελευθερία και δικαιοσύνη. Η εξέγερση της Δράμας, εκτός των άλλων παραμέτρων, αποτελεί άλλη μια «ηρωική ήττα» του ελληνικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, αφού κατέληξε σε συντριβή με τραγικές συνέπειες για τον πληθυσμό εξαιτίας των αντιποίνων από τις αρχές κατοχής. Παρόλα αυτά κατέδειξε ότι η Ανατολική Μακεδονία παρέμεινε ανυπόταχτη και απέφυγε τελικά τον εκβουλγαρισμό της όπως επεδίωκαν οι ελέω Γερμανών κατακτητές. Και επειδή αφορά ένα μάλλον άγνωστο θέμα στο ευρύτερο κοινό, νιώθω περήφανος που το ανέδειξα, που έχει καθιερωθεί πλέον στη βιβλιογραφία και η επιστημονική του εγκυρότητα δεν αμφισβητείται. Το βραβείο υπήρξε μια ιδιαίτερα τιμητική εξέλιξη και ταυτόχρονα και μία μεγάλη έκπληξη αφού έως τότε η Ακαδημία απέφευγε να βραβεύσει έργα τόσο σύγχρονης ιστορίας. Άλλη μία ένδειξη ότι η δουλειά που έγινε υπήρξε πειστική. Μάλιστα, η έρευνα συνεχίστηκε από τότε και εντός του έτους, όπως ελπίζω, θα κυκλοφορήσει ένας συλλογικός τόμος για τις ανθρώπινες απώλειες και τις καταστροφές της Ελλάδας την περίοδο της κατοχής στον οποίο συμμετέχω με το κεφάλαιο που αφορά τις βουλγαροκρατούμενες περιοχές.
Η Γκέλη Ντηλιά είναι ποιήτρια και συγγραφέας.
Η επιλογή ενός θέματος γίνεται συνήθως με το αντικειμενικό κριτήριο του βιβλιογραφικού κενού που η δική σου έρευνα φιλοδοξεί να καλύψει και με το υποκειμενικό κριτήριο του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Επειδή αντιλαμβάνομαι ότι η ερώτηση αφορά το δεύτερο κριτήριο, θα έλεγα ότι όπως ανέφερα και πιο πάνω με συγκινούσαν ανέκαθεν οι άνθρωποι που παλεύουν για ελευθερία και δικαιοσύνη. Η εξέγερση της Δράμας, εκτός των άλλων παραμέτρων, αποτελεί άλλη μια «ηρωική ήττα» του ελληνικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, αφού κατέληξε σε συντριβή με τραγικές συνέπειες για τον πληθυσμό εξαιτίας των αντιποίνων από τις αρχές κατοχής. Παρόλα αυτά κατέδειξε ότι η Ανατολική Μακεδονία παρέμεινε ανυπόταχτη και απέφυγε τελικά τον εκβουλγαρισμό της όπως επεδίωκαν οι ελέω Γερμανών κατακτητές. Και επειδή αφορά ένα μάλλον άγνωστο θέμα στο ευρύτερο κοινό, νιώθω περήφανος που το ανέδειξα, που έχει καθιερωθεί πλέον στη βιβλιογραφία και η επιστημονική του εγκυρότητα δεν αμφισβητείται. Το βραβείο υπήρξε μια ιδιαίτερα τιμητική εξέλιξη και ταυτόχρονα και μία μεγάλη έκπληξη αφού έως τότε η Ακαδημία απέφευγε να βραβεύσει έργα τόσο σύγχρονης ιστορίας. Άλλη μία ένδειξη ότι η δουλειά που έγινε υπήρξε πειστική. Μάλιστα, η έρευνα συνεχίστηκε από τότε και εντός του έτους, όπως ελπίζω, θα κυκλοφορήσει ένας συλλογικός τόμος για τις ανθρώπινες απώλειες και τις καταστροφές της Ελλάδας την περίοδο της κατοχής στον οποίο συμμετέχω με το κεφάλαιο που αφορά τις βουλγαροκρατούμενες περιοχές.
Η Γκέλη Ντηλιά είναι ποιήτρια και συγγραφέας.