Ο Γιώργος μου το
παλληκάρι μου, έφυγε, χάθηκα, χαθήκαμε και εμείς…
Τελικά
μέχρι εδώ ήταν…
Σε αυτές τις στιγμές του μεγάλου
πόνου, του ύστατου αποχαιρετισμού, λίγα μπορούν να ειπωθούν. Είναι οι στιγμές
όπου οι λέξεις δίνουν τη θέση τους στα μάτια, αφού αυτά λένε περισσότερα και
εκφράζουν καλύτερα, όλα όσα σκέφτεται κανείς. Τα μάτια λοιπόν λένε ότι, θα μα
λείψεις…
Έτσι,
σε αυτή την τελευταία σύναξη για το ύστατο
κατευόδιο, λίγα μπορούν να
ειπωθούν, αφού οι λέξεις σέρνονται και
δε λένε να βγουν στον αέρα, ο κόμπος
ανεβαίνει στο λαιμό και δε λέει να φύγει, ενώ οι σκέψεις κυριαρχούν και
προσπαθούν να ταξινομήσουν όλα όσα πέρασαν με τη δική σου παρουσία και
γνωριμία.
Όμως, είναι εντυπωσιακό πόσο γρήγορα
ταξιδεύουν οι άσχημες ειδήσεις στις μέρες μας,
από στόμα σε στόμα, αφού γίνονται ανεμοστρόβιλος σωστός, περνάνε βουνά
και θάλασσες και φτάνουν μέχρι και τη Κρήτη, την άλλη σου πατρίδα, που ήρθε και
είναι σήμερα εδώ στο Ναύπλιο, την πατρίδα σου, για να σε αποχαιρετήσει…
Φίλε Γιώργο
Θα μας λείψεις, αυτό είναι σίγουρο και άλλος λίγο, άλλος πολύ νοιώθουμε
ενοχές που δεν μπορέσαμε να κάνουμε κάτι
να προλάβουμε το κακό που προέκυψε έτσι απρόσμενα και ξαφνικά.
Λοιπόν σε αυτές λοιπόν τις στιγμές, οι σκέψεις γίνονται καταιγίδα γεγονότων που πέρασαν, εικόνων που έχουν να κάνουν με σένα, με τα μάτια να
βουρκώνουν, πάλι τα μάτια λέω,
έχουν τον κύριο ρόλο..
Τελικά μέχρι εδώ ήταν…
Είναι οι στιγμές που καταλαβαίνει κανείς
πως ο προγραμματισμός, και τα σχέδια
τινάζονται στον αέρα και τότε
νοιώθουμε ότι άλλος μας κουμαντάρει, ότι άλλος διαφεντεύει τις ζωές μας, όπως
και να τον λένε, πέρα από χώρες, χρώματα, θρησκείες και ιδεολογίες.
Τελικά είμαστε μικροί, πολύ μικροί, μόνο
που αρνούμαστε να το καταλάβουμε ή καλύτερα δε θέλουμε να το καταλάβουμε.
Είναι πικρός ο αποχωρισμός και στυφή η
γεύση που αφήνει η απέραντη θλίψη της
αναχώρησης. Είναι όμως παρηγοριά και
μεγάλη τύχη που βρέθηκες στο δρόμο μας,
που γνωριστήκαμε….
Πάντως να ξέρεις ότι νοιώθουμε κοντά την οικογένειά σου τη μάνα
Βίκυ, τον πατέρα Γιάννη, τον αδελφό Δημήτρη, την όμορφη Λάουρα που μας ήρθε από
άλλη χώρα και πια έγινε δική μας, τη Φοίβη, αφού χρόνια τώρα τόσο το σπίτι σας όσο και το χώρο δουλειά σου, το φαρμακείο,
το νοιώθαμε και το νοιώθουμε ως αποκούμπι. Ας είναι μια παρηγοριά η παρουσία μας, σήμερα σε
αυτή τη μέρα του ύστατου αποχαιρετισμού.
Φίλε Γιώργο
Περνώντας από το λιβάδι με τους
ανθισμένους ασφόδελους, αυτά τα ταπεινά και όμορφα αγριολούλουδα που
περιτριγυρίζουν την πηγή με το νερό της λησμοσύνης, που αναφέρει ο μέγιστος
ποιητής, ο Όμηρος, από τα πανάρχαια
χρόνια, ρίξε μια ματιά μήπως καμιά ψυχή από τις συγκεντρωμένες που είναι εκεί, για να
περάσουν απέναντι, κοίταξε μήπως είναι
ακόμη πονεμένη και βοήθησέ την, γιάτρεψέ την όπως εσύ καλά ξέρεις, αλλά και
όπως βοηθούσες και όλους εμάς που ζητάγαμε να απαλύνεις τους πόνους μας όταν
ερχόμασταν στον τόπο δουλειά σου.
Λοιπόν σε αυτές τις στιγμές του
ανείπωτου και αβάστακτου πόνου, με το «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν» να μην
αντέχεται, σε αυτές τις στιγμές που τα
δάκρυα γίνονται ποτάμια ολόκληρα για να σε συνοδέψουν μέχρι τον Αχέροντα, σε αυτές τις στιγμές που δε βρίσκει κανείς λέξεις να πει αυτό που
νοιώθει, να περιγράψει, να αναφέρει, να διηγηθεί, μόνη καταφυγή είναι ο ποιητικός λόγος. Αυτός μόνο με μια λέξη, με ένα στίχο, με μια
στροφή, μπορεί να πει όσα διαφορετικά χρειάζονται σελίδες και σελίδες και κεφάλαια ολόκληρα.
Έτσι
τα λόγια του νομπελίστα ποιητή μας ακούγονται ως βάλσαμο ψυχής:
Tρι και τρι/ τρι και τρι/ τι γλυκιά πουν’
η ζωή
τι γλυκειά και τι πικρή / τρι και τρι /τρι και τρι
Τελικά
μέχρι εδώ ήταν…
Καλό σου ταξίδι, αγαπημένε, θα σε θυμόμαστε
Ναύπλιο, 20
Ιουλίου 2024
Δημήτρης Δήμου