ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΤΙΑΣΗΣ
ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

Γιώργος Σαράτσης: Υπήρξα και παραμένω με το μέρος της ήττας

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 8:44:00 μ.μ. | | |

Γιώργος Σαράτσης
Της Γκέλης Ντηλιά

Ανακάλυψα την ύπαρξή του από post στο διαδίκτυο που αφορούσε συνέντευξη με γνωστή ποιήτρια από τη συμπρωτεύουσα. Από τότε, δεν έχω χάσει την εβδομαδιαία εκπομπή του στο ραδιόφωνο.

Διαβάζοντας την πρόσφατη ποιητική του συλλογή «Πρόσφορο χώμα» από τις εκδόσεις στίξις, είναι σαν να διαβάζω την αυτοβιογραφία του καθώς επιχειρεί μία αυτοψία της εποχής μας, που πρέπει επειγόντως να επαναπροσδιοριστεί.

Ναύπλιο-Θεσσαλονίκη, δυο Θεσσαλοί συνομιλούν εν μέσω καύσωνα.

Από το «Προσωπικά iii», «ώρα οκτώ / θα πω το λίγο της ιστορίας μου / και θα πηγαίνω / μη γίνω βάρος / και μου φορτώσουν / περισσότερα φτερά / από όσα μπορώ / να κουμαντάρω», ποια είναι η μεγαλύτερη ανησυχία σου;

Να μην φέρω στον κόσμο ένα παιδί. Τίποτε άλλο.

Οι στίχοι, «ένα να γίνω / με το τέλος», περικλείουν και όσα έχουν μεσολαβήσει εν τω μεταξύ.

Μάλλον περιλαμβάνει το καθετί. Μικρό ή μεγάλο. Ευχάριστο ή δυσάρεστο. Ηδονικό ή οδυνηρό. Όλα, αναπόφευκτα, οδηγούν στο τέλος.

Πότε κάνεις την υπέρβαση;

Κάθε που επιχειρώ να μιλήσω για Θεό.

Πιστεύεις ότι όντως έχουμε «χείλη τσακισμένα / από τις καταχρήσεις / των λέξεων», σε μια εποχή που επικοινωνούμε με emoji και κατακρεουργημένες λέξεις;

Εθιστήκαμε στη χρήση πολυφορεμένων λέξεων. Κουρασμένες λέξεις που από την υπέρχρηση έχασαν το ειδικό τους βάρος. Η ηλεκτρονική επικοινωνία είναι κατʼ επίφασιν επικοινωνία. Η κατοχή και χρήση της γλώσσας ίσως να αντικατοπτρίζει τον βαθμό της ατομικής και συλλογικής μας καλλιέργειας.

Η «αγάπη / που δεν έγινε έρωτας», μήπως τελικά ήταν προτιμότερο;

Αν η αγάπη στερηθεί το άλογο στοιχείο του έρωτα, δεν είναι αγάπη. Ο έρωτας είναι τρόπος προσέγγισης της ύπαρξης. Όχι σεξουαλισμός.

Στο «LePenduii» γράφεις: «να έρθει επιτέλους / το άγνωστο- / εδώ είμαι ένα πει / είμαι εδώ να πω / να γίνει το απόγευμα / κάτι βροχερό / στην πλάτη μου». Μήπως η αναμέτρησή μας με το άγνωστο είναι αυτή που θα βάλει τα πράγματα στη θέση τους;

Πράγματι, το άγνωστο βάζει συχνά τα πράγματα στη θέση τους. Αν και αδυνατώ να προσδιορίσω ακριβώς την έννοια του αγνώστου. Πάντως, το μη προβλέψιμο ή το αιφνίδιο είναι απαραίτητα για την ισορροπία της ύπαρξης. Προσεγγίζουμε αποφατικά κυρίως τη ζωή. Το άγνωστο, ωστόσο, θα παραμείνει άγνωστο όσο κι αν επιχειρούμε να το ερμηνεύσουμε ή να το αποκαλύψουμε. Το άγνωστο μάς συντηρεί. Εκείνο τροφοδοτεί τις στιγμές μας.

Πόσα θα άλλαζες στους στίχους του ποιήματος «Σωματικά ii», «Μικρός αναποδογύριζα καθρέφτες / έβγαζα γλώσσα στους νικητές / συσκότιζα την ίδια μου την όραση / μπροστά σε γυναίκες με ωραία μυρωδιά / για μια υστεροφημία / για ένα γαμώτο», αν ήσουν εσύ ο νικητής;

Υπήρξα και παραμένω με το μέρος της ήττας. Είναι απενοχοποιημένη μέσα μου η έννοια, όπως και ορισμένες ακόμα έννοιες που διστάζουμε να χρησιμοποιήσουμε για ευνόητους λόγους. Ο ηττημένος δεν είναι αδύναμος. Φέρει μεγάλη δυναμική ενέργειας η ήττα. Όπως και να ʼχει, βαριέμαι τους νικητές και τους επιτυχημένους. Βαριέμαι τη σιγουριά τους και την κομπορρημοσύνη της αυτοπεποίθησης που υποτίθεται ότι εκπέμπουν. Η ήττα προϋποθέτει ταπεινότητα. Η ήττα είναι μια μορφή νίκης από την ανάποδη.

«Η γραφή / ευθύνη φορτική / λες και μου χρωστά / ή της χρωστάω». Στον ισολογισμό με τη γραφή, ο γράφων έχει πάντα παθητικό;

Η γραφή είναι μορφή πτώσης μπορεί και εκφυλισμού. Προσδοκώ τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν θα έχει πλέον ανάγκη τον γραπτό λόγο. Έως σήμερα δεν εντόπισα κάποιο ουσιώδες κέρδος στη γραφή. Πολλές φορές, μάλιστα, μας φέρνει αντιμέτωπους με συνθήκες που καλό θα ήταν να παραμείνουν στη σκιά ή την αφάνεια. Πληρώνουμε ακριβά το τίμημα του πληθωρισμού της έντυπης και ψηφιακής ύλης. Έχουμε χαθεί στο πολύ -που κατʼουσίαν είναι ένα διογκωμένο τίποτα- και απομακρυνθήκαμε από τα μεγάλα και αληθινά.

Ποιους θα καλούσες σε δείπνο;

Έναν-δύο νεκρούς προγόνους μου. Ωστόσο, τα δείπνα μού γεννούν αδιαχείριστη αμηχανία. Σπανίως έχω κάτι να μοιραστώ πέρα από ένα πιάτο φαγητό.

Το γεγονός ότι, «προστατεύουμε / ό,τι είναι καταδικασμένο / να χαθεί», μήπως συμβαίνει επειδή το προορισμένο να χαθεί κοστίζει, αμβλύνοντας το κενό της ύπαρξης;

Τί δεν έχει κόστος σʼαυτή τη ζωή; Έχουμε την πεποίθηση ότι προστατεύοντας κάτι μπορούμε να το διασώσουμε. Τίποτα δεν διασώζεται, όσο κι αν προσπαθούμε να το προστατεύσουμε. Είμαστε εκτεθειμένοι στη φθορά και τον θάνατο. Ίσως μείνουν πίσω ορισμένες εικόνες ή κάποιες ιδέες που θα αποτελέσουν τη μαγιά για τη ζύμη του αύριο. Ωστόσο, κάθε μας κίνηση, μικρή ή μεγάλη, μοιραία αμβλύνει το κενό της ύπαρξης. Αμφιβάλω αν πέρασε άνθρωπος που να μην βίωσε έστω και παροδικά την απύθμενη κενότητα της ύπαρξης.

Διαβάζοντάς στο «Στάχτη υπεδάφους ii»: «Θα ʼναι ξημέρωμα όταν συναντηθούμε / απόγευμα μιας εποχής ενδιάμεσης- / ούτε κρύο ούτε ζέστη / μόνο υγρασία / σαν αγάπη / χωρίς παραδοχές», κατά τη γνώμη μου οι ιδανικές συνθήκες για να ευδοκιμήσει η αγάπη δεν πρέπει ποτέ να είναι ακραίες. Κάπου στη μέση βρίσκεται η χρυσή τομή για να ανθίσει.

Η αγάπη από μόνη της είναι μια ακρότητα. Η θεωρία της μεσότητας, της χρυσής τομής, της μετριοπάθειας συνθέτουν μία ζωή άνευ λόγου και ουσίας. Ζωή που δεν βιώνεται στα άκρα, δεν είναι ζωή. Οι ιδανικές συνθήκες είναι φαινόμενα παροδικά. Υπάρχει, ωστόσο, ένα ενδιάμεσο σημείο όπου συντελούνται τα πάντα. Δεν πρόκειται για χρυσή τομή, αλλά για έναν χώρο όπου ευδοκιμούν για λίγο τα πιο σημαντικά.

Έχω την αίσθηση ότι η ποίηση, η μουσική και η εθελούσια απομόνωση αποτελούν συστατικά της ύπαρξής σου και όπως γράφεις: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου / που στέλνεις κάθε τόσο λίγη ποίηση, / λίγη μουσική και όσοι απομόνωση μπορώ ν’ αντέξω / κάτω απ’ τα βαριεστημένα κωνοφόρα της πατρίδας».

Η μουσική και η ποίηση αποτελούν μορφές συντροφιάς στην εκούσια ή ακούσια μοναξιά μου. Ορισμένες, μάλιστα, φορές εντείνουν την αίσθηση της μοναξιάς. Η απομόνωση είναι μία μορφή υγείας σε ένα όλο και πιο άρρωστο περιβάλλον. Με κουράζουν οι άνθρωποι και οι συναναστροφές. Δείχνω κοινωνικός. Δεν είμαι. Η ύπαιθρος μού προσφέρει όσα οι άνθρωποι αδυνατούν.

Από τους πιο ωραίους στίχους που έχω διαβάσει είναι: «Αγαπώ τόσο τη ζωή / που τη συνήθισα / και τη μισώ».

Πράγματι, αγαπώ τη ζωή. Κάποιες στιγμές όμως γίνεται τόσο μονότονη και κουραστική που δεν μπορώ παρά να την μισήσω. Φέρει μίσος μέσα της η αγάπη. Όχι ως στοιχείο αντίθεσης, αλλά ως απαραίτητο συστατικό της. Μισούμε ό,τι αγαπάμε. Αυτό είναι όλο.

Πόση αποξένωση αντέχουμε, όπως περιγράφεις με αγανάκτηση: «Τόσα πράγματα εν αχρηστία, Θεέ μου / κι ούτε ένας άνθρωπος να πεις / μια καλημέρα»;

Η μοναξιά είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ύπαρξης. Η αποξένωση δεν είναι παρά ο εκφυλισμός της μοναξιάς. Να αισθάνεσαι ξένος, σε έναν κόσμο έρημο. Γονατίζουμε καθημερινά από άχρηστες κινήσεις, πράγματα, εικόνες και πληροφορίες, όταν το μόνο που ζητήσαμε είναι μία απλή, ανθρώπινη καλημέρα. Αναζητούμε το απλό και το ανθρώπινο σε έναν κόσμο που φαντάζει σύνθετος και απάνθρωπος. Θύματα της εποχής και της υποτιθέμενης τεχνολογικής ευμάρειας.

Τί μουσική θα ταίριαζε με αυτή τη συλλογή;

Κάποιος μελαγχολικός σκάρος από την ορεινή Ελλάδα.

Όταν γράφεις: «Θα πνιγούμε κάποτε / όπως πνίγουν τ’ αγριόχορτα / τα ερειπωμένα σπίτια», εννοείς πως ο άνθρωπος είναι πάντα στο έλεος του χρόνου;

Είμαστε στο έλεος του χρόνου. Και μαζί με εμάς, κάθε τι γύρω μας. Όταν κάτι εγκαταλείπεται, πεθαίνει. Και ό,τι πεθαίνει, όπως τα ερειπωμένα σπίτια, αναλαμβάνει να τα πνίξει το ανελέητο της φύσης: αγριόχορτα, έντομα, μύκητες... Μετά την ακμή, έρχεται μοιραία η αποδόμηση. Ζούμε σε εποχές αποδόμησης. Και επισπεύδουμε με την στάση μας τον ρυθμό της.

Η πρώτη στροφή του ποιήματος που αποτελεί και τίτλο της ποιητικής σου συλλογής, είναι καταπέλτης: «Θέλησα να βαδίσω με τα χέρια / και βρέθηκα να σέρνομαι / με το κεφάλι. / Ούτε ρούχα φορούσα /  ούτε δέρμα. / Όσα είχα να πω για την Ελλάδα / τα είπα. / Μένει τώρα να συντάξω / επικήδειο / και να βρω πρόσφορο χώμα / να την κηδέψω.» Αν η χώρα μας έχει πέσει σε κατάσταση νεκροφάνειας, τότε θα υπάρξει και νεκρανάσταση.

Ό,τι τελειώνει, μάλλον τελειώνει οριστικά. Αν τυχόν υπάρξει ανάσταση, τίποτα δεν θα είναι ίδιο όπως πριν. Η αναβίωση δεν είναι ζωή. Είναι νεκροφάνεια. Είναι ένα μουσειακό είδος που απώλεσε κάθε χρηστικότητα. Ελλάδα και πολιτισμός που ζει με αναβιώσεις, δεν με αφορούν. Παράδοση σημαίνει παραδίδω. Έχουμε ξεχάσει και προσπαθούμε χάριν εντυπώσεων και φθηνών ακαδημαϊσμών να αναβιώσουμε πτυχές που πλέον είναι αδύνατον να μας αγγίξουν.

Πες μου ένα λόγο που θα σε έκανε να κλάψεις.

Όταν κοιτώ στα μάτια τους ανθρώπους που αγαπώ.

Η τελευταία στροφή του ποιήματος Συνήθως απέχω, είναι συγκλονιστική: «Αν ποτέ λυτρωθώ / θα ʼναι για να σας φτύσω κατάμουτρα / Ένας Θεός ξέρει πόσο σκοτάδι κόστισε η ζωή σας». Εύχομαι στην πορεία της ζωής σου να αλλάξεις γνώμη και να προσπεράσεις, όχι για το σκοτάδι των άλλων, μα επειδή δεν κατάφερε να σε διαπεράσει.

Μετέχουμε μιας αέναης πάλης του φωτός και του σκότους. Μπορεί να ακούγεται κοινότοπο, αλλά έρχεται κάποτε η στιγμή που οφείλεις να πάρεις θέση και να διαλέξεις στρατόπεδο. Το φως δεν είναι απλώς ιδέα ή σχήμα λόγου. Είναι η Αλήθεια και η ζωντανή παρουσία στη ζωή μας του ίδιου του Θεού. Δεν μιλώ για το κτιστό, αλλά για το άκτιστο φως. Το ζωογόνο. Αν στραφούμε εκεί, τότε δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε.

Η εκπομπή σου λέγεται Αθώες Συνήθειες. Θα μου πεις μια;

Ένας σύντομος μεσημεριανός ύπνος. Ή μία βουτιά στα δροσερά νερά της θάλασσας, νωρίς το πρωί ή αργά το απόγευμα.

Ξαναδιαβάζοντας τη συνέντευξη, ήταν αδύνατον να μη γράψω το ποίημα που ακολουθεί και του το αφιερώνω.

Η ήττα στην κλητική πτώση

Μια αναποδογυρισμένη καρέκλα η ήττα

και δίπλα της η ηχώ

ενός διαμελισμένου ωμέγα πτώσης κλητικής

να επιστρέφει ανάμεσα στα μάτια σαν σαΐτα.

Ανάποδα φορούσες τόσο καιρό τις λέξεις

και εκείνες έμπαιναν στο αντίθετο ρεύμα,

συγκρούονταν με κάθε μορφής συμβιβασμό

καταλήγοντας σε καταστολή

σε ένα κρεβάτι εντατικής για να αναρρώσουν.

Το μόνο που άκουσαν, όταν συνήλθαν,

ήταν μια λέξηαποτελούμενη

από ακτίνες μιας απόκοσμηςδέσμης φωτός

που έφεγγε από πάνω σου.

Κάθε ακτίνακαι ένα γράμμα

και όλες μαζί σε καλημέριζαν.


Η ΓκέληΝτηλιά είναι ποιήτρια και συγγραφέας.



ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ