Δέχθηκα απρόσμενο τηλεφώνημα.
«Γράφεις για την Καραθώνα, αλλά ξεχνάς τους μύθους. Σήμερα, έλα να πάμε να τους βρούμε μαζί. Τώρα.»
Απειλητικό τηλεφώνημα ένα βράδυ που είχα φάει το καταπέτασμα και δεν μπορούσε να με πάρει ο ύπνος. Δικαιολογήθηκα πως δεν έχω αυτοκίνητο.
«Πάρε ταξί και έλα στο «τριγωνομετρικό σημείο».»
Άκουσα την συμβουλή του. Ο φίλος είχε τη φήμη μανιώδους θησαυροθήρα. Ισχυριζόταν ότι με τα ραβδιά στα χέρια μπορούσε να ανακαλύψει τα πάντα, από νερό μέχρι Εγγλέζικες λίρες. Μαζί δεν είχαμε βρει ποτέ τίποτε, γιατί – κατά την άποψή του- «οι νεκροί δεν με θέλανε, για αυτό σταματούσαν να δίνουν σήματα όταν ήμουν εγώ κοντά.», του απαντούσα ότι «τα αισθήματα είναι αμοιβαία, δεν θέλω τους νεκρούς, προτιμώ τους ζωντανούς».
Ο ταξιτζής δεν με πέρασε για τρελό όταν του ζήτησα μεσάνυχτα να πάμε στην Καραθώνα. Είχε αυτή την άποψη από προηγούμενα. Μόνο με ρώτησε αν ήθελα να έρθει να με πάρει στην επιστροφή. «Όχι θα γυρίσω με ρολςρόις», απάντησα με σιγουριά.
Το «τριγωνομετρικό σημείο» είναι ένα τσιμεντένιο κολωνάκι, κοντά στην ακρογιαλιά, που έχει χαραγμένα πάνω του τα γράμματα «Γ.Υ.Σ.» και κάποιον αριθμό. Λίγοι από τους λουόμενους του δίνουν σημασία. Είναι η μοναδική μαρτυρία ότι πάνω από 100 χρόνια η Καραθώνα ανήκε στον στρατό. Γ.Υ.Σ. σημαίνει Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού.
Μόλις έφυγε το ταξί έμεινα μόνος μου στην ερημιά. Κοίταξα το ρολόϊ του κινητού. Σε τρία λεπτά θα ήταν «δώδεκα». Μόλις πήγε «ακριβώς» εμφανίστηκε.
«Μου είπαν την ιστορία με τις 7 κάλτσες στην Καραθώνα»
«Κάλτσες χωρίς παπούτσια; Σκέτες;»
«Δεν σε έφερα εδώ, να ακούω ειρωνείες. Κάλτσες οι θησαυροθήρεςονομάζουν σακούλια με χρυσό. Είναι διαδεδομένη φήμη… την ημέρα που έπεφτε η Χούντα ήρθε ένα ελικόπτερο στην Καραθώνα και έβγαλαν αυτές τις κάλτσες, έσκαψαν, τίς έκρυψαν και έφυγαν»
«Μήπως ήξεραν ότι μετά από 50 χρόνια θα έρθουμε εμείς να τις βρούμε; Τόσο καιρό δεν τις ανακάλυψε κανένας;»
«Λένε πως όχι… Κοίτα στο γιουτιούμπ τα βιντεάκιατων κυνηγών θησαυρών. Ασχολούνται πολλοί με αυτό το θέμα, είτε για να διαφημίσουν τις γνώσεις τους, είτε για να πουλήσουν μηχανάκια ανίχνευσης χρυσού. Χρησιμοποιούν τη φράση «κάπου στην Πελοπόννησο». Μου είπαν πως εννοούν εδώ.»
Δεν ρώτησα ποιοι του είπαν.
«Ο στρατός είχε την Καραθώνα, για πολλές χρήσεις. Γίνονταν ασκήσεις, χρησιμοποιούσαν για πεδίο βολής, έκαναν νυχτερινές πορείες. Σώζεται ακόμα το σπιτάκι που παραθέριζε τα καλοκαίρια ο Στρατιωτικός Διοικητής Αργολίδας με την οικογένειά του. Πάνω στη στροφή του Παλαμηδιού υπήρχε σκοπιά.»
«Ναι, αλλά όταν έπεσε η Χούντα, ο στρατός είχε φύγει από εδώ. Έφτιαξε τους δρόμους ο ΕΟΤ και οργίαζαν στο Ναύπλιο οι φήμες ότι προόριζαν την περιοχή για παραθεριστικό κέντρο των αξιωματικών του Αμερικάνικου 6ου Στόλου. Ερχόντουσαν, τότε, και έκαναν συχνά αποβατικές ασκήσεις προς τα Ίρια και στις εξόδους τους κατέκλυζαν το Ναύπλιο. Η Καραθώναστις 24 Ιούλη του 74ήτανε εντελώς άδεια. Χωρίς στρατό, χωρίς Αμερικάνους και με ελάχιστους λουόμενους.»
«Για αυτό ήταν καλός κρυψώνας.»
«Σε μια απροστάτευτη και ακατοίκητη περιοχή, που θα μπορούσε να ψάξει ο καθένας;»
«Πρέπει να έχουν κρύψει και πιο παλιά. Έχεις ακουστά την «Κόκκινη Προβιά»;»
Ήταν μια επιχείρηση του ΝΑΤΟ στις αρχές της δεκαετίας του 60, όπου γινόταν απόκρυψη οπλισμού, πολεμοφοδίων και χρυσών λιρών. Για να τα χρησιμοποιούσαν ως εξοπλισμό σαμποτέρ, εάν οι Σοβιετικοί έφταναν μέχρι το Ταίναρο.
«Εδώ έχουν κρύψει. Σε κάποια σταθερή απόσταση γύρω από αυτό το «τριγωνομετρικό σημείο». Και το 74 οι Χουντικοί, το ήξεραν και το ξαναχρησιμοποίησαν.»
Τον παρακάλεσα να αρχίσουμε το ψάξιμο.
Όχι, έπρεπε λέει να διαβάσω ένα απόσπασμα από την Βίβλο, προφήτης Δανιήλ, για τον πόλεμο με τους Γωγ και τους Μαγώγ.
«Γίνεται πόλεμος στην Ουκρανία.»
«Δεν έχει σχέση με την Καραθώνα.»
«Δεν πειράζει μπορεί να εννοεί ο προφήτης τον Πούτιν.»
«Λες να έρθει πριν από μας και να μας πάρει τον θησαυρό;»
«Αυτός φταίει για όλα. Κάνε και τον σταυρό σου.»
Υπάκουσα.
Πρόταξε τα χέρια με δυο μεταλλικά ραβδιά. Αυτά από μόνα τους άρχισαν να κουνιόνται. Πάντα είχα την υποψία ότι κάποιο κόλπο έκανε και το πετύχαινε αυτό.
Βαδίζαμε μέσα στη νύχτα, όπως τον καθοδηγούσαν τα ραβδιά. Ευτυχώς, δεν ήταν παρκαρισμένα τροχόσπιτα, ούτε κανένας είχε κατασκηνώσει, η τουριστική περίοδος πήγαινε προς το τέλος της… Μέχρι που συναντήσαμε έναν απροσδιόριστης ηλικίας χοντρό κύριο, με εμφανές κινητικό πρόβλημα στα πόδια του, που περπατούσε μια δεξιά μια αριστερά.
Τραγουδούσε: «Τσίρι-τσίρι-μπομ, Τσίρι-τσίρι-μπέλα, είμαι γέρος και σύ κοπέλα.»
Οι βέργες του θησαυροθήρα σταμάτησαν να κουνιούνται.
Σχολίασε : «Το κακό συναπάντημα». Τον ρώτησε «τί κάνει τέτοια ώρα;» (Λες και η δική μας παρουσία ήταν φυσιολογική)
«Οι αλήται, οι κομμουνισταί, αφού φάγαμε και ήπιαμε έφυγαν, και με άφησαν εδώ. Ήμασταν μαζί, αλλά αυτοί εχάθησαν. Μπορείτε να με πάρετε στο Ναύπλιο;»
Του εξήγησε πως δεν έχουμε αυτοκίνητο. Θύμωσε. Συνέχισε να τραγουδάει: «Τσίρι-τσίρι-μπομ, τσίρι-τσίριμπέλα, ο κ…ς σας έχει προπέλα.»
«Ας τα αυτά, και λέγε. Εσύ ήσουν σίγουρα εδώ, τότε. Στις 24 Ιουλίου 1974, προσγειώθηκε ελικόπτερο και κατέβασαν εφτά κάλτσες και τις έθαψαν;»
Γούρλωσε τα μάτια του και μας ρώτησε.
«Εσείς, τί έχετε πιεί, ρε παιδιά, έχει λίγο και για μένα;»
«Αστ’ αυτά και πέσε τί έγινε εκείνη την ημέρα;»
«Ήμουν με έναν ποιητή στον Άγιο Κωνσταντίνο. Εμάς δεν μας είχαν επιστρατεύσει. Όλους τους άλλους τους είχαν πάρει για την Κύπρο. Είδαμε ένα πράσινο Ρενώ. Ήταν μια ασυνήθιστη παρέα. Ένας δικηγόρος, ένας βοηθός άλλου δικηγόρου και ένας τρίτος που μόλις είχε τελειώσει την άσκησή του. Μας είδαν, γκάζωσαν και απομακρύνθηκαν. Ο ποιητής σχολίασε «Ου-ού-τε και αυτοί μας μας θέλουν-ε» και με πόνο έβγαλε το ποίημα: «Ήρθανε στο Πεζώ καβάλα, πάρτε τα αρ… μας και πηλάλα.» Την άλλη ημέρα ένας από τους τρεις πήγε στον ποιητή, που ήταν κύριος, γιατί εμένα με θεωρούσαν αλήτη και δικαιολογήθηκε, πως μαγνητοφωνούσαν μια μαρτυρική κατάθεση και για αυτό δεν σταμάτησαν. Με ένα φορητό μαγνητόφωνο κατέγραφαν σε κασέτα πώς έγινε η μεταβίβαση της Καραθώνας από τον στρατό στον Τουρισμό. Η κασέτα πήγε στον Εισαγγελέα. Κατά παράβαση κάθε λογικής, τη δέχθηκε ως τεκμήριο και ξεκίνησε μια δίωξη. Έγιναν τότε πολλές δίκες. Ο ένας κατηγορούσε τον άλλον για Χουντικό και είχαν και οι δυό δίκιο.»