Της Γκέλης Ντηλιά
Μια νεαρή ποιήτρια ορμώμενη από τον έρωτα και τον ερωτισμό καταθέτει τα περάσματα της από τις διαστάσεις τους, στο βιβλίο της Καρδιοθραύστες από τις εκδόσεις ΑΩ. Όσοι ευλογηθήκαμε να έχουμε βιώσει τα γραφόμενά της, γνωρίζουμε πολύ καλά αν άξιζε τον κόπο ή όχι.
Ναύπλιο - Λευκαντί Χαλκίδας, συζητώντας
για το ανεξήγητο των συναισθημάτων.
Αν στη ζωή «Δρόμοι ανοίγονται
σωρό», σύμφωνα με το γνωστό τραγούδι,
ποιοι είναι οι δρόμοι του έρωτα;
Σίγουρα οι αναπάντεχοι. Όσο κανείς κυνηγά τον έρωτα,
όποιος τον επιδιώκει ξεχνά να αφεθεί, να βιώσει συναισθήματα αληθινά και όχι
«τεχνητά» ή «στοχευμένα». Συναισθήματα που βασίζονται στην ουσία και όχι το
συμφέρον. Οι δρόμοι του έρωτα είναι εκείνοι στους οποίους διαβαίνουμε δίχως
προκαταλήψεις, δίχως προσδοκίες, δίχως τελεσίγραφα.
Προσωπικά, πιστεύω πως οι δρόμοι που μας οδηγεί ο
έρωτας έχουν έναν αέρα μοιραίου, ξαφνικού.
Ο Θεός, το Σύμπαν, η Τύχη, πες το όπως θες, στέλνουν στον καθένα μας αυτό που χρειάζεται την κάθε στιγμή.
Στην τελευταία στροφή του ποιήματος
Προσωπογραφία, «Όλα σου τα ψέματα στα μάτια/όλες οι αμαρτίες σου στα
χέρια/και η αλήθεια σου ένα παζλ/που δεν ξέρω -αν ποτέ/θα λύσω.», μου
δημιουργείται η σκέψη ότι πρέπει να περάσει καιρός για να λάμψει η αλήθεια.
Είτε μιλάμε για ανθρώπους, είτε για καταστάσεις η
πνευματική διαύγεια και η ορθή κρίση δεν είναι αυτόκλητες, ούτε επέρχονται κατά
παραγγελία. Η απόσταση είναι εκείνος ο παράγοντας που μας επιτρέπει να
κρίνουμε τι είναι αλήθεια και ψέμα. Τι ψευδαίσθηση και φαντασία και τι ωμή
πραγματικότητα. Η απόσταση, άλλοτε χρονική και άλλοτε κυριολεκτική, επιφέρει
στην επιφάνεια τα πραγματικά κίνητρα των ανθρώπων ή των καταστάσεων.
Άλλωστε όπως έλεγε και ο Λίνκολν- και έχοντας ως προσωπική πεποίθηση ότι η πολιτική δεν απέχει και πολύ από τον έρωτα, «Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό.»
Η προειδοποίηση στο Άπιστοι, «Μην
ερωτεύεστε τους ποιητές/είμαστε άπιστοι/εκ πεποιθήσεως.», θεωρείς ότι η
απιστία αυτή οφείλεται στη διαρκή αμφιβολία τους, εφόσον όλα ανατρέπονται;
Πιστεύω ότι ο ποιητής είναι ένας άνθρωπος «άχρηστος»
πρακτικά στον κόσμο. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να εμπνέει και πάλι δεν
είναι βέβαιο.
Η απιστία των ποιητών δεν έχει να κάνει με χαμηλά
κίνητρα, με κάποια παράσυρση, αλλά με την πίστη στη μεταμόρφωση και τη συνεχή
αλλαγή που σημαίνει και εξέλιξη και ωρίμανση πολλές φορές, αν θέλεις.
Άλλωστε δεν
μιλάμε για μία απιστία πρακτική και κυριολεκτική, αλλά μεταφορική. Ο ποιητής
μπορεί να είναι πιστός μονάχα στις ιδέες του και τον αξιακό του κώδικα που εν
τέλει εκδηλώνεται και στην Ποίηση του. Ο ποιητής είναι ένας αλτρουιστής, που
πασχίζει να σώσει τον κόσμο και γι’ αυτό δυσκολεύεται να γίνει «έγκλειστος»,
άρα και ίσως αποκλειστικά πιστός και προσηλωμένος σε στενά πλαίσια και
«συμβάσεις».
Την Ποίηση ο ποιητής οφείλει πρώτα να την ζει και
έπειτα να την γράφει. Να την στηρίζει δηλαδή με τον τρόπο ζωής του.
Για να είναι κανείς λοιπόν πιστός στην αλήθεια του
ίσως αναγκάζεται να απογοητεύει τους άλλους και τα πλαίσια ή την ιδέα που έχουν
χτίσει οι άλλοι για εκείνον.
Ο ποιητής οφείλει να είναι πιστός στην ιδέα ότι με τις λέξεις του θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να σώσει αυτό τον κόσμο.
Το Μπλε και το Κόκκινο είναι δυο χρώματα
που κυριαρχούν στο βιβλίο σου.
Eίναι
δύο από τα αγαπημένα μου χρώματα. Κυρίως το μπλε. Για εμένα ως χρώμα συμβολίζει
το άπειρο. Μπλε όπως λέμε Ουρανός και Θάλασσα, αλλά όπως επίσης λέμε και
Νύχτα.Κόκκινο, όπως λέμε Αίμα, Πάθος, Αγώνας, Ένταση.
Αγαπώ ωστόσο τη συνύπαρξη και των δύο αυτών
χρωμάτων, δεν θα σου κρύψω ότι λατρεύω τα έργα του Αλέκου Φασιανού και του
Μιρό.
Ίσως να φταίει ότι υποσυνείδητα αγαπώ και τη νουβέλβαγκ εποχή κυρίως στη Γαλλία και τον κινηματογράφο με ταινίες του Γκοντάρ, όπου αυτή η χρωματική παλέτα είναι ιδιαίτερα έντονη.
Αν ο χρόνος είναι ανθρώπινο δημιούργημα,
τα ακατάπαυστα φιλιά είναι η μόνη απόδειξη στην ερώτηση γιατί αξίζει να
υπάρχει.
Σαφώς, άλλωστε όπως είπε και ο αγαπημένος
Χριστιανόπουλος «το φιλί ενώνει πιο πολύ από το κορμί».
Ένα φιλί λέει όσα χιλιάδες λέξεις αδυνατούν να πουν και φανερώνει όσα καμιά φορά πασχίζουμε να κρύψουμε.
Σε ποια άλλη περίπτωση θα σανίδωνες στο
γκάζι, εκτός από το να συντομεύσεις την απόσταση που σε χωρίζει από έναν
αγαπημένο;
Αν οποιοσδήποτε άνθρωπος μου βρισκόταν σε κίνδυνο.
Ποιους θα καλούσες σε δείπνο;
Ζώντες ή και αποδημήσαντες;
Θα καλούσα με βεβαιότητα τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον
Δημήτρη Μητροπάνο, γιατί πιστεύω βαθιά ότι στην προηγούμενη ζωή μου ήμουν
ρεμπέτισσα με καταγωγή από τη Μικρά Ασία. Οπωσδήποτε και τη Μαλβίνα Κάραλη,
γιατί για εμένα συνοψίζει την απόλυτη ισορροπία ανθρώπου χαμαιλέοντα που
κατανοεί πότε πρέπει να εισέρχεται στην θεώρηση του συλλογικού και πότε του
ατομικού και που οπωσδήποτε ρούφηξε τη ζωή μέχρι το μεδούλι. Και βέβαια τη
γιαγιά μου, που έχουμε το ίδιο όνομα και έχει φύγει.
Αν μιλάμε για σημερινούς ανθρώπους του πολιτισμού ή
και όχι, θα ήθελα να γευματίσω με την Αμάντα Μιχαλοπούλου που η γραφή της με
συναρπάζει, τον Πασχάλη Τερζή και την Λίνα Νικολακοπούλου.
Νομίζω πως απλά θα ήθελα να τρώω κάποια ψαρόσουπα μαζί τους και να τους ακούω να συζητάνε μεταξύ τους και να μη μιλάω καθόλου.
«Μήπως και οι λέξεις/Καθρέφτες δεν
είναι;», γράφεις στο Καθρέφτης. Είναι κάθε λέξη
μια αντανακλώμενη αλήθεια;
Οι λέξεις μας οφείλουν να είναι καθρέφτες αλήθειας, αλλιώς θα μας γυρίσουν μπούμερανγκ. Πρέπει πρώτα πρώτα να είμαστε αληθινοί ως προς τον εαυτό μας και έπειτα προς τους άλλους. Τον άνθρωπο που δεν πορεύεται με την αλήθεια του, έχοντας την αυτογνωσία του «ποιος είμαι» θα τον απορρίψει η ίδια η ζωή με τον τρόπο της, όσο σκληρό και αν ακούγεται αυτό.
Ίσως το μόνο Όχι που είναι τόσο Ναι,
να είναι αυτό που ο εγωισμός δεν μας επιτρέπει να λυγίσουμε και να δείξουμε
ευαλωτότητα.
Δε θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο. Πολλές
φορές αναγκαζόμαστε να πάμε κόντρα στα «θέλω» μας για να μη ρίξουμε την
αξιοπρέπεια και τον εγωισμό μας.
Εκεί έγκειται και η ουσία του να αντιληφθούμε τελικά
ποιοι «πήραν πραγματική μυρωδιά από το ποιοι είμαστε» .
Δεν μπορούμε να δίνουμε πάντα εύκολες απαντήσεις. Ούτε να είμαστε ανοιχτά βιβλία.
Σε τι δεν λες ποτέ Όχι;
Σε ταξίδια της τελευταίας στιγμής και βραδινές βόλτες με το αυτοκίνητο και ένα καλομαγειρεμένο φαγητό με μπόλικη αγάπη.
Θα ήθελα να μου εξηγήσεις την τρίτη
στροφή του ομώνυμου ποιήματος της συλλογής σου, «και πάντοτε είναι/οι πιστοί/που
υπήρξαν/οι πιο άπιστοι»
Πιστεύω στην ισορροπία, πιστεύω ότι τα πάντα στο
σύμπαν και τη φύση, λειτουργούν με μία συμπληρωματικότητα και μία έλλειψη. Ένας
άνθρωπος που υπήρξε «απαλός» ή ευαίσθητος στον πυρήνα του ξαφνικά εμφανίζεται
να είναι «από πέτρα», ένας άνθρωπος που υπήρξε πιστός σε μία ιδέα, ξαφνικά
εμφανίζεται να είναι στο άλλο άκρο αυτής.
Οι καταστάσεις μας σμιλεύουν και οι άνθρωποι μας
εκπαιδεύουν για το πώς πρέπει να τους φερόμαστε.
Το να είναι κανείς δίκαιος σήμερα είναι σπουδαία
αρετή.
Όταν κάποιος καπηλεύεται την ευγένεια και την καλοσύνη μας, πρέπει να αλλάξουμε ρότα.
Πώς κατέληξες στην ομολογουμένως πολύ
εφευρετική και πετυχημένη λέξη «Καρδιοθραύστες» ως τίτλο της συλλογής σου;
Πολλά πράγματα στον τρόπο που τα αντιλαμβάνομαι έχουν μία διττότητα, Όπως όλες οι καταστάσεις, όπως υπάρχει και κορώνα και γράμματα και δέντρο και δάσος έτσι και για μένα η λέξη «Καρδιοθραύστες» μπορεί να αποτελεί ένα λογοπαίγνιο αλλά αποτυπώνει αυτό που είμαστε όλες και όλοι στον έρωτα και λαβωμένοι αλλά και «λαβωτές». Σίγουρα όχι με πρόθεση, αλλά όπως έχουμε ραγίσει καρδιές, κάποιοι έχουν ραγίσει και τη δική μας.
Ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα
που έχω διαβάσει, είναι αυτό με τον τίτλο «Κάποτε». Στη δεύτερη σπαρακτική
στροφή, «κάποτε αναγκάζεσαι να φύγεις/γιατί φοβάσαι πως η καρδιά σου
χάλασε/και δεν νιώθει πια κι ούτε θα ξανανιώσει/όπως ένιωθε γιατί η λειτουργία
έχει να κάνει/με τη χρήση/κι άπαξ και γίνει κατάχρηση/έρχεται το τέλος.» Σε
πόση καρδιακή κατάχρηση υποβαλλόμαστε όσοι αντέχουμε να ζούμε ως καρδιακοί
ασθενείς στο όνομα του έρωτα;
Πραγματικά όμορφη ερώτηση. Δεν πιστεύω στους
ανθρώπους που σκορπίζονται, όπως επίσης δεν πιστεύω και στους ανθρώπους που
κινητοποιούνται από μικροσυμφέροντα και απώτερους σκοπούς. Υπάρχουν γύρω μας
ναι, αλλά το σημαντικό είναι να νιώθεις έντονα, να ερωτεύεσαι με πάθος, να
πέφτεις στη φωτιά και ας ξέρεις ότι θα καείς. Η δειλία δεν είναι ποτέ καλός
σύμβουλος. Οι «καβάτζες» που
συντηρούνται από τις ανασφάλειες το ίδιο.
Παρ ’όλα αυτά, άνθρωπος που δεν ρισκάρει δεν ζει,
απλώς επιβιώνει αλλά είναι σημαντικό να προσέχουμε σε ποιον δίνουμε την καρδιά
μας. Τα πολλά «στραπάτσα» μας σκληραίνουν, μας κάνουν κυνικούς.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο αυτό που λένε πως κυνικοίγίνονται οι απογοητευμένοι ρομαντικοί.
Από την άλλη, στο Σώμα, ένα καβαφικού
στυλ ποίημα, που ολοκληρώνεται «Σώμα/ Προσπάθησε/Να Ξεχάσεις/μόνο για Σένα.»,
τα κεφαλαία γράμματα στις λέξεις δείχνουν ότι πληρώνει τα σπασμένα αλλονών και
πρωτίστως όσων δεν το σεβάστηκαν ως ναό του πνεύματος.
Το συγκεκριμένο ποίημα, ένα από τα αγαπημένα μου και
συγχρόνως από αυτά που δυσκολεύομαι πολύ να απαγγείλω δυνατά λόγω φόρτισης,
γράφτηκε για να μιλήσει για την γυναικεία κακοποίηση.
Ήταν λίγο μετά την έλευση του κορονοϊού που τα
περιστατικά γυναικείας κακοποίησης, είτε σεξουαλικής, είτε άλλων μορφών
αυξήθηκαν κατακόρυφα, ενδεχομένως λόγω και του εγκλεισμού, ενώ επίσης έχω την
εντύπωση ότι συνέπεσε και η συγκυρία που η Σοφία Μπεκατώρου μίλησε και για την
δική της ιστορία κακοποίησης δημόσια και άνοιξε «ο ασκός του Αιόλου» και σε
άλλους χώρους όπως του θεάτρου κ.λπ..
Για να είμαστε ευτυχείς, σώμα και πνεύμα οφείλουν να
είναι σε σύμπλευση.
Άλλωστε το σώμα μας, είναι το προπύργιο της ψυχής μας.
Ποια μουσική θα συνόδευε το βιβλίο σου;
Ίσως από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις που μου έχουν
κάνει. Θα πω ίσως πολύ γενικά οτιδήποτε των Madrugada και της MazzyStar. Αν και στο μεταξύ
αυτών θα υπήρχε σίγουρα και η αγαπημένη μου Βίκυ Μοσχολιού.
Μεγάλης έντασης είναι το Επαναπατρισμός,
όπου στην τελευταία στροφή ξεκαθαρίζονται πολλά. «Από τη μέρα/που έφυγες/ή
για να πούμε/τώρα πια/στο τέλος/ την αλήθεια/από τη μέρα που/σ’ έδιωξα/ξέρω/πως
σου χρωστώ/ένα ευχαριστώ/γιατί χωρίς εσένα/δεν θα ξαναείχα/επιστρέψει
στον/εαυτό μου.»
Πολλές φορές στις σχέσεις τείνουμε να χάνουμε
κομμάτια του εαυτού μας, να κάνουμε λίγο πίσω για να κάνει ο άλλος ένα βήμα
εμπρός. Για παράδειγμα, κάποιος που θέλει να ακούει μόνο όπερα, αναρωτιέμαι πώς
θα άντεχε να συνυπάρχει με κάποιον ο οποίος επιθυμεί να ακούει λαϊκά. Στο όνομα
του έρωτα ή της αγάπης, αναλόγως τον βαθμό ωριμότητας των συναισθημάτων και του
χρόνου, αποποιούμαστε εμάς για να είμαστε αρεστοί, που είναι και η μέγιστη
παγίδα.
Όταν λοιπόνκάτι τελειώνει, επανέρχεται κανείς ή θυμάται ποιος ήταν πριν το διάστημα των συμβιβασμών.
Πώς κατέληξες στο συμπέρασμα που
αποτελεί και τίτλο του ποιήματος ότι Ζωή θα πει αγάπη;
Γιατί η αγάπη είναι το μοναδικό πράγμα που μπορεί να
πάει κόντρα στο θάνατο.
Αν κάποιος αγάπησε, έκανε κάτι σημαντικό.
Αν αγαπήθηκε, ξέρει ότι άγγιξε και άλλους ανθρώπους.
Αν δεν έκανε τίποτα απ’ τα δυο, ξέχασε ποιο είναι το νόημα, γιατί αξίζει να ζεις.
Αν η ποιητική σου συλλογή ήταν πίνακας,
ποιος θα ήταν;
Το φιλί του Κλιμτ.
Το Άτιτλο ολοκληρώνεται, «σε λένε
ανέφικτο/γι’ αυτό και/σε ποθώ.». Πόσο μας καθορίζουν τα απραγματοποίητα και
πόσο μας ορίζουν τα αναπόφευκτα;
Οι ανολοκλήρωτες καταστάσεις, τα απωθημέναή τα
απραγματοποίητα είναι από τα πιο φρικτά πράγματα που μπορούν να σου συμβούν.
Μπορούν να σου σπαταλούν ενέργεια, δίχως να υπάρχει απολύτως τίποτα πέρα από
υποθετικά σενάρια. Δεν ξέρω αν μας καθορίζουν, σίγουρα έχουν τη δυνατότητα να
μας ακινητοποιήσουν εξαιτίας της υπερβολικής ανάλυσης και των πιθανοτήτων. Τι
θα συνέβαινε αν;
Σ ’ευχαριστώ από καρδιάς για τις τόσο διεισδυτικές στους «Καρδιοθραύστες» ερωτήσεις.
Η Γκέλη Ντηλιά είναι ποιήτρια και
συγγραφέας.