Δεν είναι τυχαίο ότι μια περιοχή όπου το παραγόμενο λάδι είναι το σήμα κατατεθέν λαμβάνει συνεχώς βραβεία και διακρίσεις γεύσεως. Οι λόγοι είναι πολλοί, όπως εξηγεί ο Κώστας Βλαχογιάννης, παραγωγός και διαχειριστής ελαιοτριβείου.
Μικρότερη παραγωγή φέτος, αλλά εξαιρετικής ποιότητας προϊόν. «Λίγες βροχές και το ξερό κλίμα βοήθησαν στο να παραχθεί ένα λάδι χωρίς ασθένειες και με εξαιρετικά στοιχεία, αρώματα και γεύση με πολύ χαμηλές οξύτητες».
Χωρίς νερό δεν γίνεται, αλλά το πολύ δημιουργεί άλλου είδους προβλήματα, με την υγρασία που προκαλεί ασθένειες. Με την υπάρχουσα ισορροπία επιτυγχάνεται το καλύτερο αποτέλεσμα. Έτσι όπως λέει ο κ. Βλαχογιάννης οι καταναλωτές μπορούν να βρούν λάδι με οξύτητα κάτω από το 0,3. Συνήθως τα παρθένα ελαιόλαδα κυμαίνονται σε οξύτητες από 0,3 έως 0,8.
Αυτό έχει πιο πικρή γεύση με περισσότερες φαινόλες και είναι λιγότερο διαυγές. Το λεπτό καθαρό λάδι είναι φιλτραρισμένο – ραφιναρισμένο- επεξεργασμένο. Αυτό είναι απολύτως φυσικός χυμός ελιάς, όπως λαμβάνεται από την σύνθλιψη του καρπού.
Η δυτική με την ανατολική Πελοπόννησο βρίσκονται κάτω από διαφορετικές κλιματικές συνθήκες. Μπορεί η ξηρασία να ευνοεί μια καλή ποιοτικά παραγωγή αλλά δεν βοηθά στην ποσότητα που βαίνει μειούμενη. Οι καλλιεργητές θεωρούν πως πρέπει να γίνουν κάποιες μονάδες αφαλάτωσης για να υπάρχει νερό, γιατί οι υπάρχουσες γεωτρήσεις στερεύουν. Μια κοστοβόρα ενεργειακά εφαρμογή που δημιουργεί άλλου είδους περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία μεσοπρόθεσμα μπορούν να επηρεάσουν τις ίδιες τις ελιές και το λάδι.
Πηγή ΕΡΤ